Το θερινό πανεπιστήμιο του Κόμματος της Ευρωπαϊκής Αριστεράς είναι πάντα μια ευκαιρία για όλες και όλους μας να συζητήσουμε όλα αυτά τα ζητήματα που μας δοκιμάζουν κάθε μέρα. Δεν ήμουν σίγουρη πού θα έπρεπε να εστιάσει η παρέμβασή μου, καθώς η «ευρωπαϊκή ενοποίηση και η στρατηγική της Αριστεράς» είναι ένα θέμα ιδιαίτερα ευρύ και με πολλά ανοικτά ερωτήματα. Μα, αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς, οφείλουμε να παραδεχτούμε ότι το θερινό πανεπιστήμιο που διοργανώνει το ΚΕΑ και το δίκτυο πολιτικών ινστιτούτων transform! είναι ένα γεγονός που απευθύνεται πρωτίστως σε εμάς. Ξέρουμε πως δεν θα έρθουν εκατοντάδες ανθρώπων πέρα κι έξω από τα κόμματά μας και τα ινστιτούτα μας να παρακολουθήσουν τις δημόσιες εκδηλώσεις του, τα σεμινάρια και τα εργαστήρια. Και δεν είναι απαραίτητα κακό αυτό. Μας δίνεται έτσι ο χώρος να συζητήσουμε ανοικτά, με ειλικρίνεια και αυτοκριτική τί πάει λάθος με την Ευρώπη και τί πάει λάθος με εμάς.
Νομίζω πως όλες και όλοι κατανοούμε την στρατηγική μας ήττα στην παρούσα πολιτική συγκυρία. Η κρίση αποκάλυψε το σαθρό έδαφος της ευρωπαϊκής ενοποίησης, ειδικά μετά την Συνθήκη του Μάαστριχτ το 1992, και την ίδια στιγμή ανέδειξε όλα τα αδιέξοδα του νεοφιλελευθερισμού. Ακόμα και οικονομολόγοι του κυρίαρχου ρεύματος, όπως ο Γιόζεφ Στίγκλιτς και ο Πωλ Κρούγκμαν ανέλυαν το πώς η Ε.Ε. δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως μια «άριστη νομισματική περιοχή», λόγω των πολλαπλών ταχυτήτων παραγωγικότητας ανάμεσα στις χώρες και της μη ύπαρξης προϋπολογισμού για την μεταφορά κεφαλαίων στις λιγότερο αναπτυγμένες οικονομίες.
Η κρίση έφερε, επίσης, στην επιφάνεια την έλλειψη αλληλεγγύης ανάμεσα στα κράτη μέλη, και η αλληλεγγύη είναι προϋπόθεση για την οποιαδήποτε οικονομική και πολιτική ένωση. Σε αντίθεση, αυτό που υπάρχει είναι μια σχέση κυριαρχίας. Αυτό που εφαρμόζεται είναι ο νόμος της ζούγκλας, το δίκαιο του ισχυρού. Επί της ουσίας, μια όψη του ιμπεριαλισμού μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Αυτή η έλλειψη αλληλεγγύης εκφράστηκε με τον πιο αιχμηρό τρόπο τα τελευταία τρία χρόνια με την «προσφυγική κρίση», που είναι κρίση μόνο και μόνο γιατί η Ευρώπη αρνείται να δεχτεί αυτούς τους ανθρώπους στα σύνορά της. Είδαμε χώρες να χτίζουν τείχη και άλλες να αρνούνται να αποδεκτούν ακόμα και το προβλεπόμενο ποσοστό προσφυγών που τους αναλογεί.
Μια τέτοια κατάσταση καλλιεργεί ένα κλίμα ευρωσκεπτικισμού που στρέφεται κυρίως προς την ακραία και λαϊκιστική δεξιά. Ακόμα και το Brexit, ανεξαρτήτως του ελπιδοφόρου πεδίου που διαμορφώνεται τώρα γύρω από τον Κόρμπιν, ξεκίνησε ως μια καμπάνια των πλέον συντηρητικών και ξενοφοβικών κύκλων του Ηνωμένου Βασιλείου. Συνεπώς, αυτού του είδους ο ευρωσκεπτικισμός είναι ένα από τα δύο σενάρια που βρίσκονται τώρα στο τραπέζι. Το άλλο είναι η συνέχιση της ίδιας κατάστασης, αλλά με περισσότερο φεντεραλισμό και αυταρχισμό. Είναι πιθανόν ο Μακρόν να έρθει σε συμφωνία με την Μέρκελ (ή με τον όποιον την διαδεχτεί τον Σεπτέμβρη), να αποδεχτεί έναν Ευρωπαίο Υπουργό Οικονομικών κτλ. Συνεπακόλουθα, αυτό που σχεδιάζουν να εγκαθιδρύσουν είναι ένας ευρωπαϊκός αυταρχικός φεντεραλισμός. Η Αριστερά πρέπει να ανασυγκροτήσει τον εαυτό της ενάντια σε αυτά τα δύο σενάρια, ανοίγοντας την πόρτα σε ένα τρίτο. Αυτό το σχέδιο πρέπει να αναπτυχθεί σε αντιδιαστολή με τα διάφορα «εθνικά Plan B», αλλά και με το παιχνίδι της αιώνιας κριτικής στήριξης στην ΕΕ που στο τέλος αιχμαλωτίζει την Αριστερά ακόμη και στους πλέον αυταρχικούς σχεδιασμούς.
Χρειάζεται να χτίσουμε κοινούς χώρους αντίστασης, κοινές λύσεις και συμμαχίες, όχι μόνο σε ευρωπαϊκό επίπεδο γενικά, αλλά και σε περιφερειακό. Να συντονίσουμε την δράση μας στον ευρωπαϊκό Νότο, τις χώρες των Βαλκανίων, την Κεντρική Ευρώπη. Φυσικά και κανείς δεν αρνείται πως οι αλλαγές σε εθνικό επίπεδο είναι σημαντικές, εννοείται πως είναι, ειδικά εάν δεν περιορίζονται σε μία και μόνο χώρα η οποία είναι πιθανόν μικρή και οικονομικά ανίσχυρη. Εύκολα μας έρχεται στο μυαλό η Ελλάδα….
Όλες και όλοι στεκόμαστε σε έδαφος που μοιάζει λίγο πολύ σαν κινούμενη άμμο. Από την μια πλευρά, έχουμε κάποιες στιγμές πολλά υποσχόμενες, όπως οι πρόσφατες διαδηλώσεις στο Αμβούργο ενάντια στην σύνοδο των G20, ή το κύμα επαναπολιτικοποίησης γύρω από τον Κόρμπιν, μιας επαναπολιτικοποίησης καλλιεργημένης μέσα από παραδοσιακές αξίες της Αριστεράς. Από την άλλη, βρισκόμαστε ακόμα στην μέση μιας κρίσης πολιτικής εκπροσώπησης και μιας κρίσης της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας ως καθεστώς. Η πολιτική παθητικότητα, ως αιτία αλλά και αποτέλεσμα αυτής της κρίσης, αποσταθεροποιεί την Αριστερά, αλλά και τα κοινωνικά κινήματα.
Σε αυτήν την κρίσιμη περίοδο παραμένουμε στατικοί. Στατικοί γιατί είμαστε μαθημένοι και μαθημένες να περιμένουμε το επόμενο μεγάλο συμβάν των λαϊκών τάξεων. Περιμένουμε τους επόμενους Indignados, το επόμενο κίνημα των πλατείων, την επόμενη Nuit Debout. Και όταν δεν περιμένουμε για τέτοιες διαδικασίες, προετοιμαζόμαστε για και περιμένουμε τις επόμενες εκλογές. Τις όποιες εκλογές. Αυτή όμως δεν μπορεί να είναι η αριστερή στατηγική των καιρών μας. Οριακά δεν είναι καν πολιτκή στρατηγική.
Σε μια σύντομη κουβέντα που είχα με έναν σύντροφο, ο ίδιος μου είπε πως χρειάστηκαν 30 χρόνια για να καταφέρουν τα αγόρια του Σικάγο αυτό για το οποίο πάλευαν. Δούλεψαν βήμα βήμα, κομμάτι κομμάτι, για να επιβάλλουν τον νεοφιλελευθερισμό ως δόγμα για την πλειονότητα του σύγχρονου κόσμου. Αυτός είναι ο τρόπος που πρέπει να δουλέψουμε, να κάνουμε πολιτική. Ο νεοφιλελευθερισμός δεν είναι μόνον ένα οικονομικό και πολιτικό μοντέλο, ή ένα μοντέλο θεσμοποίησης. Ο νεοφιλελευθερισμός κατασκευάζει υποκειμενικότητες και επιπλέον, τον τρόπο μέσω του οποίου νοούμε αυτές τις υποκειμενικότητες, τον τρόπο που νοούμε τους εαυτούς μας και τις εαυτές μας. Αυτό είναι και το μεγαλύτερό του κατόρθωμα.
Ο αγώνας μας πρέπει να εστιάζει στο πώς θα αποδομήσουμε το ίδιο το νεοφιλελεύθερο νόημα για την ζωή. Ο Μαρξ έγραψε πως «οι προλετάριοι δεν έχουν να χάσουν, παρά μόνο τις αλυσίδες τους.» Δεν είναι αλήθεια αυτό ή μάλλον, είναι μερικώς αληθές. Έχουν μια ζωή να χάσουν. Έχουν να χάσουν το πώς αντιλαμβάνονται τους εαυτούς τους μέσα στις κοινότητες και την κοινωνία. Πώς έχουν «εκπαιδευτεί» να ζουν, να αγαπούν, να γελούν. Αυτό είναι ένα σπουδαίο σχέδιο για την Αριστερά.
Ένα μακρόπνοο σχέδιο που απαιτεί υπομονή, δημιουργικότητα, πολλή φαντασία και δικτύωση. Πρέπει να καταβάλουμε μεγάλη προσπάθεια για την δικτύωσή μας και πολλούς από τους πόρους μας για έρευνα, πολιτική εκπαίδευση και ιδεολογική συνοχή.
Η μάχη της ηγεμονίας ζητά χρόνο, ανθρώπους, μυαλά και αφιέρωση. Δεν γίνεται να περιμένουμε τον κόσμο μας να αλλάξει μέσα στα επόμενα πέντε ή δέκα χρόνια. Η στρατηγική μας είναι ουσιαστικά αυτό: Να σκοτώσουμε την καρδιά του τέρατος, όχι απλά να πετσοκόβουμε τα δάκτυλά του. Οφείλουμε να επικεντωθούμε στο εξής: Για να ανατρέψουμε τον καπιταλιστικό κόσμο, πρέπει να περιγράψουμε και να παρουσιάσουμε έστω κάποια ψήγματα από αυτό που οραματιζόμαστε και αυτά τα ψήγματα πρέπει να είναι πειστικά και ηγεμονικά. Καιρός να πατήσουμε το κουμπί της επανεκκίνησής μας.
Ο Εντουάρντο Γκαλεάνο έλεγε πως η ιστορία πότε δεν λέει πραγματικά «Αντίο». Λέει «Θα σε δω αργότερα». Ας πούμε στην ιστορία «Όχι αργότερα. Είμαστε εδώ. Στο τώρα.»
Παρέμβαση της Αγγελίνας Γιαννοπούλου στο εργαστήριο «Ευρωπαϊκή Ενοποίηση και στρατηγική της Αριστεράς: Αδιέξοδα και εναλλακτικές» που οργανώθηκε από το δίκτυο transform! στο πλαίσιο του Θερινού Πανεπιστημίου του Κόμματος Ευρωπαϊκής Αριστεράς (19-22 Ιουλίου 2017, Βουδαπέστη)