Τα έως τώρα πεπραγμένα της κυβερνώσας δεξιάς, καθώς εορτάζει και τις 100 μέρες δράσης της, με βάση την παράδοση των πολιτικών συμπεριφορών στη χώρα, αλλά και της πολιτικής επιστήμης, θα επαρκούσαν για να διαμορφωθεί το μέτωπο της αντιπολίτευσης, παρά τις διαφορές του και τα εσωτερικά του μέτωπα. Θα περίμενε κανείς, τουλάχιστον, να έχουμε κάπως απομακρυνθεί από το αντι-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο της περιόδου της διακυβέρνησής του. Σε ένα μεγάλο βαθμό διατηρείται παρ΄ όλα αυτά ή και συντηρείται, με κίνδυνο να εγκαθιδρυθεί το αντι-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο Νο. 2.
Υπάρχουν, βεβαίως, ρωγμές, που μερικές έχουν ενδιαφέρον και πρέπει να τις διευρύνουμε, να τις κρίνουμε θετικά, όμως πιο συχνά είναι αβαθείς και ασταθείς. Δεν δημιουργούν ένα θετικό πεδίο για να ενθαρρυνθούν τα κοινωνικά στρώματα που θίγει η πολιτική της ΝΔ, να κινητοποιηθούν, να βγει στο προσκήνιο η κοινωνία, το πολιτικό προσκήνιο, όχι το κομματικό. Αυτή είναι η μεγαλύτερη βλάβη, η οποία θα γίνει ανήκεστος αν η τακτική μέρους της αντιπολίτευσης δεν επανεκτιμήσει τα πράγματα και δεν συνεισφέρει, με βάση και τα δικά της πολιτικά συμφέροντα, θετικά. Η κοινωνία θα υποστεί την ταξικά αδυσώπητη πολιτική της ΝΔ, ιδιαίτερα τα πιο αδύναμα στρώματά της. Αλλά και συνολικά η χώρα, αν η ΝΔ υλοποιεί, απερίσπαστη, την οπισθοδρομική – συντηρητική πολιτική της, με αποθαρρυμένες τις ευρύτερες προοδευτικές δυνάμεις, κοινωνικές και πολιτικές.
Ακατανόητες τακτικές
Η κυβέρνηση δεν ξεχνά να προωθεί το δόγμα Βορίδη, ότι, δηλαδή, οι δυνάμεις του συστήματος οφείλουν να βρουν ή και να εφεύρουν θεσμικά εμπόδια για να μην επανέλθει η Αριστερά στην εξουσία. Κατανοητό μεν γι’ αυτές, αλλά και ακατανόητο όταν κάποιες πολιτικές δυνάμεις ολιγωρούν ή συνεισφέρουν σε μείζονες αλλαγές που κυοφορούνται, όπως αυτές του τρόπου που θα ψηφίσουν οι απόδημοι και ιδίως του εκλογικού συστήματος, εν προκειμένω της απλής αναλογικής. Οι αλλαγές στο θεσμικό πλαίσιο των ΜΜΕ, η περιστολή δικαιωμάτων και η συρρίκνωση του δημόσιου συμφέροντος επίσης συνιστούν εμπόδια για την Αριστερά, αλλά και τη διεύρυνση της δημοκρατίας.
Το ΚΚΕ οφείλει, με ιστορικούς όρους, να εκτιμήσει πόσο ωφέλησε τα στρώματα που θέλει να εκπροσωπήσει όταν για τεσσεράμισι χρόνια στο ελληνικό καφενείο ή κατά το κολατσιό στους εργασιακούς χώρους, ο συριζαίος αντιμετώπιζε, λίγο έως πολύ, τα ίδια επιχειρήματα εναντίον του από όλους και δεν ξεχώριζε ο οπαδός του ΚΚΕ. Να σκεφτεί πώς φθάνει στο σημείο βουλεύτριά του, η κ. Κανέλλη, να πει αυτό για τους πρόσφυγες και τον ΣΥΡΙΖΑ, πώς θεωρεί ότι έχει το περιθώριο να υπερβεί και τις θέσεις του κόμματος. Τώρα με τον ΣΥΡΙΖΑ στην αντιπολίτευση, αν ακολουθήσει την ίδια τακτική, θα είναι ιστορικά αδιανόητο -αν η ιστορικότητα στην Αριστερά εξακολουθεί να έχει την αξία της.
Το ΚΙΝΑΛ αντιμετωπίζει πιο περίπλοκο πρόβλημα, δεν το αναλύουμε εδώ. Όμως κι αυτό οφείλει να βγάλει τα συμπεράσματά του από την ιστορία του χώρου του. Το πού οδήγησε, πχ, η απεύθυνση του Γεωργίου Παπανδρέου μετά το 1958 προς την ΕΔΑ «είσαστε το 25% και εμείς το 75%». Ή η ανοχή σε «λελογισμένη τρομοκρατία» το 1961. Όποτε το Κέντρο στράφηκε εναντίον της Αριστεράς, το πλήρωσε και αυτό και ο τόπος. Τώρα ερωτοτροπεί με τις θέσεις του «ακραίου Κέντρου», κάποια στελέχη του τις υιοθετούν. Τα «Νέα», πχ, έχουν ξεπεράσει σε αντισυριζισμό το δεξιό Τύπο, με τους αρθρογράφους του συχνά να χρησιμοποιούν προσβλητικούς χαρακτηρισμούς για στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, αδιανόητους σε άλλες εποχές γι’ αυτό τον χώρο.
Όχι στην περιχαράκωση
Ασφαλώς, τώρα δεν είναι το ίδιο εύκολο, με τον ΣΥΡΙΖΑ δηλαδή στην αντιπολίτευση, να σταθεροποιηθεί ένα αντι-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο. Υπάρχει, εξάλλου, το αφόρητο έργο της δεξιάς και η κοινωνία που το βλέπει και το υφίσταται. Αλλά θα ήταν μεγάλο σφάλμα αν ο ΣΥΡΙΖΑ, σήμερα, επαναπαυθεί στο δίκιο του και περιοριζόταν σε αμυντικές ή καταγγελτικές επικρίσεις, θεωρώντας ότι οι υπόλοιπες δυνάμεις της αντιπολίτευσης, προς το παρόν τουλάχιστον, δεν επιδέχονται ιδέες και πρωτοβουλίες κοινής στάσης για ορισμένα ζητήματα, σοβαρά ή λιγότερο σημαντικά. Σφάλμα θα ήταν, επίσης, να θεωρούμε ότι η πολιτική επιρροή των κομμάτων της αντιπολίτευσης βλέπει το σωστό και θα μετακινηθεί. Ποτέ δεν υπήρχε αυτός ο αυτοματισμός. Πολύ περισσότερο δεν ισχύει τώρα, μ΄ όλα, σχεδόν, τα ΜΜΕ εναντίον, τόσο σκληρά που δεν υπολογίζουν ούτε και τη μείωση της ακροαματικότητας τους.
Ο ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία δεν πρέπει να καταθέσει τα όπλα σ’ αυτό το καίριας σημασίας ζήτημα, σε μια πολύ κρίσιμης σημασίας μεταβατική περίοδο για την ελληνική κοινωνία και τη χώρα. Αυτή είναι και η παράδοση της πολιτικής της Αριστεράς, που παρακάμπτει τα εμπόδια, συχνά τεχνητά, και άνοιγε ρωγμές στο αντικομμουνιστικό μέτωπο. Το έκανε παλαιότερα, το ίδιο οφείλει να κάνει και τώρα μπροστά στο αντι–ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο. Και θα φέρει καρπούς, διότι ούτε ενιαίο είναι, ούτε στηρίζεται σε πραγματικές αιτίες.
Ερχόμαστε έτσι στο σταυρικό ζήτημα, στο πως επιτυγχάνεται η ηγεμονία. Αφετηριακό σημείο είναι ότι οφείλεις να καταλάβεις τι λέει ο αντίπαλος, ο διαφωνών και να διακρίνεις τι σωστό έχει η κριτική του και τι εσύ έχεις παραμελήσει ή ακόμη και τι λάθος κάνεις.
Στη φάση της διακυβέρνησης σ΄ αυτό το θέμα δεν τα καταφέραμε. Το αντι-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο Νο 1 αφήσαμε κι εμείς να εδραιωθεί, δεν το παλέψαμε με πρωτοβουλίες, θέσεις, προτάσεις και όχι χωρίς κριτικές ή και πολεμικές όταν χρειαζόταν. Συχνά απαντήσαμε επιθετικά, εκφράζοντας δυσαρέσκεια για τη δυσαρέσκεια που εξέφραζε μεγάλο μέρος της κοινωνίας. Τώρα πρέπει να κάνουμε το αντίθετο. Η ατζέντα που βάζει η κυβέρνηση είναι αφάνταστα πλούσια. Το «αναπτυξιακό» ήταν το πιο προφανές.
Πλούσιο πεδίο για πρωτοβουλίες
Η «νομοθεσία των βαρβάρων», γιατί αυτό συμβαίνει, προσφέρεται για ευρύτερες πρωτοβουλίες προστασίας των θεσμών, κοινή στάση με μη συριζαιϊκής επιρροής πολίτες. Ο κίνδυνος να αλλάξει η απλή αναλογική έπρεπε να είναι ένα ακόμα ζήτημα για να απευθυνθεί ο ΣΥΡΙΖΑ ως κόμμα στα άλλα κόμματα, το ΚΚΕ, το ΜεΡΑ, το ΚΙΝΑΛ, τους Οικολόγους, την ΑΝΤΑΡΣΥΑ, τη ΛΑΕ, στις κοινωνικές οργανώσεις, επιστημονικούς συλλόγους.
Η ιδιωτικοποίηση της επικουρικής σύνταξης επιτάσσει ακόμα ευρύτερες κινήσεις. Η προετοιμαζόμενη ιδιωτικοποίηση του ΕΣΥ είναι ακόμη πιο σοβαρό ζήτημα, με ακόμη πιο μεγάλο μέρος δυνάμεων που το ενδιαφέρει και πρέπει να απευθυνθεί έγκαιρα ο ΣΥΡΙΖΑ. Να δημιουργηθούν κινήματα υπεράσπισης του ΕΣΥ κατά πόλη ή γειτονιά. Η περιβαλλοντική υποβάθμιση και τα καθήκοντα που προκύπτουν για να αντιμετωπίσουμε την κλιματική αλλαγή είναι ακόμη ένα πεδίο.
Η δουλειά είναι πολλή, ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί, μαζί με άλλους, να παίξει καθοριστικό ρόλο. Αυτό είναι το καθήκον του και αυτό είναι το βασικό όπλο να διαρραγεί το εκκολαπτόμενο αντι-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο. Η αφετηρία ακόμα, εξάλλου, της απλής αναλογικής, που εμείς θεσπίσαμε, μετά γνώσεως και των δυσκολιών, αυτό επιτάσσει.
Ένας καθαρόαιμος απολογισμός
Εχει ενδιαφέρον να κρίνουμε τον απολογισμό των πρώτων εκατό ημερών της ΝΔ με δυο, τουλάχιστον, τρόπους. Πρώτον, από τη δική μας σκοπιά. Δεν θα δυσκολευτούμε για να συμπεράνουμε ότι έχει εφαρμόσει στο ακέραιο αυτό που προπαγάνδιζε προεκλογικά ότι, δηλαδή, θα υποτάξει τα πάντα, όταν θα νομοθετεί και υλοποιεί την πολιτική της, στα συμφέροντα του ιδιωτικού τομέα, ευνοούν ακόμη και συγκεκριμένους ιδιώτες. Το δημόσιο συμφέρον, είτε αυτό αφορά τη ζωή χαμηλών εισοδηματικών στρωμάτων, είτε το περιβάλλον, τον πολιτισμό, γενικά όσους έχουν ανάγκη την πρόνοια του κράτους απουσιάζει παντελώς ή συμπιέζεται.
Απ’ αυτή την άποψη, η επίθεση εναντίον της εργασίας θα έχει το προβάδισμα. Θεσμικά – κυρίως – με αφαίρεση δικαιωμάτων που δημιουργούν πρόσφορο έδαφος για να συμπιεσθούν μισθοί και δικαιώματα. Ποσοτικά, οι ελαφρύνσεις του Προϋπολογισμού, δεν αφορούν μισθωτούς. Είναι κραυγαλέα η ταξική μεροληψία της κυβερνώσας Δεξιάς που δεν άντεξε ως και η «Καθημερινή» και μιλάει, σε κύριο άρθρο, για «βαριά παράλειψη». Επισημαίνει: «Στον κατάλογο, όμως, των ευεργετηθέντων υπάρχει μια βαριά παράλειψη. Ενώ έχει ληφθεί μέριμνα για την ελάφρυνση των ελεύθερων επαγγελματιών και των επιχειρήσεων, απουσιάζουν από τη δέσμη των ελαφρύνσεων για το 2020 οι μισθωτοί». Μια ματιά στα πρακτικά της βουλής από τη διαβούλευση για το «Αναπτυξιακό» συμπληρώνει την εικόνα. Αυτό τον νόμο, το πιο αντιπροσωπευτικό δείγμα συμπύκνωσης αντιλήψεων του σημερινού νεοφιλελεύθερου – νεοδεξιού – παλαιοδεξιού υβρίδιου που είναι η ΝΔ σήμερα. Τον υποστήριξαν ένθερμα οι επιχειρηματίες – πλην μικρομεσαίων – και τον απέκρουσαν αρχαιολόγοι, συνδικάτα, περιβαλλοντικές οργανώσεις κ.ά.
Έχει, όμως, ενδιαφέρον να δούμε η ίδια η κυβέρνηση πώς παρουσιάζει τον απολογισμό της. Διαβάστε τον κατάλογο με τα 22 μέτρα που παρέθεσε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, ο κ. Πέτσας. Παραλείπει όσα μέτρα έχουν συνειδητοποιήσει στην κυβέρνηση ότι δεν είναι, όπως αρχικά νόμισαν, και τόσο δημοφιλή. Ή μέτρα αυταρχικά και κατασταλτικά που παίρνουν δεν είναι, πλέον, τόσο «ανακουφιστικά» για την κοινή γνώμη που άρχισε να αφυπνίζεται. Είναι τα «ένοχα κενά» του απολογισμού όπως εύστοχα παρατηρούσαν πηγές του ΣΥΡΙΖΑ. Ειδικά τα εργασιακά τα παραλείπει παντελώς και τα υπενθυμίζει η Έφη Αχτσιόγλου (απελευθέρωση απολύσεων, αποδιάρθρωση συλλογικών διαπραγματεύσεων, δημιουργία ελλειμμάτων στον ΕΦΚΑ, ιδιωτικοποίηση επικουρικής, υποβάθμιση ΣΕΠΕ και άλλα πολλά.)
Καθώς γίνεται πολλή συζήτηση για το πόσο έτοιμος ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ το 2015 ο απολογισμός των εκατό ημερών της ΝΔ μας δίνει και το μέτρο της δικής της (α)προετοιμασίας. Άλλαξε τις θέσεις της ή και την πολιτική της σε κρίσιμους τομείς, όπως τον θετικό «οικονομικό διάδρομο», που εξασφάλισε η συμφωνία για το χρέος, το Μακεδονικό, το Προσφυγικό, τις φωτιές, τον στόχο για πλεόνασμα, για ρυθμό ανάπτυξης. Ξέχασε όσα καταστροφολογικά έλεγε προεκλογικά για την οικονομία, τις κατάρες για το κοινωνικό μέρισμα. Φανταζόσαστε τι θα γινόταν αν εμφανιζόταν μ’ όλα αυτά ως επίσημες θέσεις στις διεθνείς συναντήσεις; Αν η κυβέρνηση νομίζει ότι όλα αυτά δεν θα εισπραχθούν στο μέλλον σφάλλει.
Παύλος Κλαυδιανός
Πηγή: Η Εποχή