Macro

Πέτρος Λινάρδος Ρυλμόν: Συγχώνευση μικρομεσαίων, σίγουρη οδός προς την αποτυχία

Η μέθοδος είναι γνωστή: δίνουμε χρήματα σε επιχειρηματίες για να κάνουν επενδύσεις, να καινοτομήσουν, να χρησιμοποιήσουν νέες τεχνολογίες, να συνεργαστούν, να γίνουν πιο ανταγωνιστικοί και, επειδή εξ ορισμού οι επιχειρηματίες είναι σοφοί, περιμένουμε να γίνει το θαύμα. Όλες οι αναπτυξιακές πολιτικές, από εντάξεως στην ΕΟΚ και μετά (αλλά και πολύ πριν), όλα τα ΚΠΣ και ΕΣΠΑ, βασίστηκαν σε αυτή τη μέθοδο, για να βρεθούμε σήμερα με μια καπιταλιστική οικονομία που έχει στην πραγματικότητα καταρρεύσει. Οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις είναι στην πλειοψηφία τους χαμηλής τεχνολογίας, απευθύνονται στην τοπική ή εσωτερική αγορά, αφορούν υπηρεσίες και, αν υπάρχει μια μειοψηφία –που πάντα υπήρχε και υπάρχει–, που ξεφεύγει από αυτά τα χαρακτηριστικά και τα πάει μια χαρά, δεν χρειάζεται κατά κανόνα επιδοτήσεις.

Το κύριο πρόβλημα είναι η μείωση της ζήτησης μετά τις διαδοχικές κρίσεις, τις πολιτικές λιτότητας των μνημονίων, αλλά και τον κορονοϊό. Το ερώτημα είναι επομένως πώς θα φτιαχτεί μια νέα οικονομία, που θα αξιοποιήσει τις υπάρχουσες παραγωγικές δυνατότητες και το διαθέσιμο ανθρώπινο δυναμικό και ποια θα είναι η θέση των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, ενώ θα αντιμετωπίζεται κατά προτεραιότητα η κλιματική αλλαγή. Μια τέτοια εξέλιξη δεν μπορεί να βασιστεί σε αυτοματισμούς της «αγοράς», ούτε σε μια επιχειρηματική τάξη χωρίς σχέδια για το μέλλον (πέρα από τη διατήρηση της κερδοφορίας της κάθε επιχείρησης), ούτε στο τραπεζικό κεφάλαιο που υπάρχει χάρη στους φόρους που πληρώνουμε όλοι οι υπόλοιποι. Διότι η λογική της επιδότησης ιδιωτικών επιχειρήσεων και της προσφοράς σε αυτές πολλαπλών διευκολύνσεων, είναι, μπροστά στα μάτια μας, διαλυτική για την κοινωνία και την οικονομία.

Όταν γυρίσαμε την Ελλάδα για τα Περιφερειακά Αναπτυξιακά Συνέδρια της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, συναντήσαμε επιτυχημένους επιχειρηματίες με πολυεθνικές, ή εκπληκτικές μικρές επιχειρήσεις που αναζητούσαν ένα δημόσιο τομέα πρόθυμο να ασχοληθεί όχι μόνο με την «εξωστρέφεια», αλλά και με τις τοπικές κοινωνίες, όπου έβλεπαν ότι υπήρχαν (και υπάρχουν) δυνατότητες, που για να αξιοποιηθούν όμως χρειάζεται κάποιος σοβαρός σχεδιασμός. Σήμερα με την επέκταση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής και την παρουσία και απειλή των υγειονομικών κρίσεων, τα τοπικά σχέδια και επομένως το εθνικό σχέδιο σε όλους τους τομείς, αποτελούν έναν πολύ απαιτητικό μονόδρομο, μια αποφασιστική ρήξη με τον νεοφιλελευθερισμό και τις καθιερωμένες πρακτικές του πελατειακού κράτους, τη συνολικότητα της οποίας δυσκολεύεται παραδόξως να κατανοήσει η εν δυνάμει κυβερνητική αριστερά.

Δεν μπορούμε να αντιμετωπίσουμε τις προκλήσεις που έχουν οξυνθεί την τελευταία εικοσαετία, περιμένοντας να «ανακάμψει» μια οικονομία που είναι απελπιστικά υπερχρεωμένη και συγχρόνως έχει χάσει κάθε παράγοντα δυναμισμού, ενώ διοικείται από μια ελίτ που μόνη της φιλοδοξία είναι πώς τα μέλη της θα αντλήσουν προσωπικά οφέλη από την πτωτική πορεία. Καταστροφικές καθεστωτικές λειτουργίες που ενισχύονται από το ευρωπαϊκό περιβάλλον και από τον εγχώριο πολιτικό κόσμο της δεξιάς, πρέπει να αμφισβητηθούν με ορατό και αποτελεσματικό τρόπο σε ό,τι αφορά την υπεράσπιση της εργασίας, τη μεταβολή του συσχετισμού δυνάμεων σε ό,τι αφορά την ιδιοκτησία και τον έλεγχο της παραγωγής και αξιοποίησης του χρήματος. Οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, όπως και όλες οι τάξεις που πλήττονται, έναν τέτοιο προσανατολισμό χρειάζονται και αναζητούν.

Πέτρος Λινάρδος Ρυλμόν

Πηγή: Η Εποχή