Macro

Πέτρος Λινάρδος-Ρυλμόν: Η φαντασίωση της σοσιαλδημοκρατίας!

Η πεποίθηση ότι ένας πολιτικός χώρος που αναφέρεται στην ιστορική ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία, στον οποίο περιλαμβάνεται και το ΠΑΣΟΚ, θα μπορούσε να υλοποιήσει μια «προοδευτική οικονομική και κοινωνική ατζέντα», μέσω μιας «σοβαρής μεταστροφής υπέρ των εργαζομένων», όπως αναφέρει σε πρόσφατο άρθρο του ο Ευκλείδης Τσακαλώτος, είναι προϊόν μιας αδυναμίας –ή άρνησης– κατανόησης της τρέχουσας κατάστασης, σε ό,τι αφορά τις σχέσεις μεταξύ κοινωνικών τάξεων, που βασικό της χαρακτηριστικό είναι η επιθετικότητα του κεφαλαίου και της άρχουσας τάξης απέναντι στον κόσμο της εργασίας και τον λαϊκό κόσμο ευρύτερα. Η σοσιαλδημοκρατία ως μορφή καπιταλιστικού καθεστώτος δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς τη συμφωνία της άρχουσας τάξης με τους εκπροσώπους των εργαζομένων και των λαϊκών τάξεων για τη σύναψη του λεγόμενου κοινωνικού συμβολαίου. Η άρνηση εκ μέρους του κεφαλαίου και των ανώτερων εισοδηματικών κατηγοριών να υπάρξει ένα τέτοιο συμβόλαιο είναι το μόνιμο και εντεινόμενο χαρακτηριστικό του ελληνικού καπιταλιστικού καθεστώτος.

Η τελευταία και μοναδική στιγμή κατά την οποία τέθηκε η προοπτική της μετεξέλιξης του ελληνικού καπιταλιστικού καθεστώτος προς κάτι που πλησιάζει μια σοσιαλδημοκρατική στρατηγική ήταν η δεκαετία του ’80, κατά την οποία η θέληση της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ να εδραιώσει το κοινωνικό κράτος, αλλά και να δημιουργήσει θεσμούς κρατικής βιομηχανικής πολιτικής, αντιμετωπίστηκε από την άρχουσα τάξη, και ειδικά το βιομηχανικό κεφάλαιο, ως μια επικίνδυνη απειλή. Και στη συνέχεια, η μεταστροφή του ΠΑΣΟΚ προς τον νεοφιλελευθερισμό υποστηρίχθηκε κατά τη δεκαετία του ’90 ακόμα και από τις ίδιες τις ηγετικές δυνάμεις του πασοκικού συνδικαλισμού που είχαν αντισταθεί σε πολιτικές λιτότητας κατά την προηγούμενη δεκαετία. Το σημερινό ΠΑΣΟΚ είναι το προϊόν της στροφής στον νεοφιλελευθερισμό και ευρύτερα των πολιτικών που οδήγησαν τελικά στην κρίση του 2009 και στην επιβολή των διαδοχικών Μνημονίων.

Η σημερινή συχνή αναφορά στη σοσιαλδημοκρατία, ως συγκολλητικό όραμα του πολιτικού χώρου που χαρακτηρίζεται «προοδευτικός» ή και «αριστερός», αλλά χωρίς την παραμικρή προσπάθεια να ανασυγκροτηθούν οργανωτικά και πολιτικά οι δυνάμεις της εργασίας και των λαϊκών τάξεων ευρύτερα και χωρίς καμία αναφορά στη στάση των πλουσίων και ισχυρών, δεν είναι παρά η αδρανοποίηση ενός πολιτικού προσωπικού που, πλην εξαιρέσεων, δεν ήταν ποτέ ιδιαίτερα παραγωγικό και πρωτότυπο. Παραμένοντας προσκολλημένο στην ιδέα ενός «καλού» –και ευρωπαϊκού– καπιταλισμού, που αναγεννήθηκε και στον χώρο του ΣΥΡΙΖΑ, μέσω κοινότοπων συνθημάτων, τα οποία υπερεκτιμήθηκαν και υπερεκτιμώνται από τα πολιτικά στελέχη που προέρχονται από αυτό το κόμμα.

Η σοσιαλδημοκρατία είναι μια κατάληξη της πάλης των τάξεων όπου το κεφάλαιο και η άρχουσα τάξη θεωρούν ότι διαθέτουν τον δυναμισμό που επιτρέπει το κοινωνικό κράτος και την πλήρη απασχόληση. Σήμερα δεν υπάρχει αυτή η αντίληψη, ούτε αυτή η δυνατότητα από την πλευρά του κεφαλαίου και γι’ αυτό παίζει πρωτεύοντα ρόλο για την κερδοφορία η αντεργατική και αντιλαϊκή επιθετικότητα, η οποία έχει φτάσει σε ακραία και επικίνδυνη κατάσταση, με τη συστηματική καθυστέρηση και ανεπάρκεια των πολιτικών αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής. Τόσο από την πλευρά της κατάργησης της παραγωγής ενέργειας με ορυκτά καύσιμα όσο και από την πλευρά της άμεσης και μελλοντικής αντιμετώπισης των επιπτώσεων των ακραίων καιρικών φαινομένων.

Η συστηματική αντιμετώπιση των αναγκών του πληθυσμού δεν μπορεί να προκύψει από ένα θεσμικό πλαίσιο που χαρακτηρίζεται από τον συνδυασμό νεοφιλελευθερισμού, πελατειακών σχέσεων και διαφθοράς, που δεν αποτελούν πρόσκαιρες εκτροπές, αλλά σαφέστατες στρατηγικές επιλογές της άρχουσας τάξης, η οποία ποντάρει στη γενικευμένη αδρανοποίηση αυτών που πλήττονται από τη γενικευμένη επιθετικότητά της. Ο συνδυασμός της αναζήτησης και της κρατικής υποστήριξης του ατομικού κέρδους με πολλαπλά μέσα, και ανεπαρκούς λειτουργίας της διοίκησης κοινωνικών και δημόσιων θεσμών και λειτουργιών, είναι πλέον το κυρίαρχο χαρακτηριστικό του καπιταλιστικού καθεστώτος. Η αντικατάστασή του από τον σχεδιασμό της αποτελεσματικής κάλυψης των αναγκών είναι σήμερα μια ιστορική αναγκαιότητα, μια αναγκαία στρατηγική επιλογή.

Αυτή η επιλογή αφορά επίσης με προφανή τρόπο την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Οι παρεμβάσεις που απαιτούνται δεν μπορούν να προκύψουν από διαδικασίες που χαρακτηρίζουν τις καπιταλιστικές επιχειρήσεις, αλλά από σαφείς λειτουργίες του σχεδιασμού που, καθώς δεν αφορά μόνο την εθνική οικονομία στο σύνολό της, πρέπει να έχει ως βάση τον σχεδιασμό σε τοπικό επίπεδο. Η ελληνική κοινωνία διαθέτει το επιστημονικό δυναμικό που μπορεί να καλύψει τις σχετικές ανάγκες των διαδικασιών σχεδιασμού, αλλά διαθέτει επίσης έναν πληθυσμό με μορφωτικό επίπεδο που μπορεί να υποστηρίξει τον έλεγχο και την έγκριση του σχεδιασμού, αν και η ενίσχυση στον πληθυσμό της Γενικής Διάνοιας (κατά τη διατύπωση του Μαρξ) είναι μια προφανής αναγκαιότητα.

Μια μεταστροφή υπέρ των εργαζομένων και των λαϊκών τάξεων ευρύτερα είναι αναγκαία με στόχο να αναδειχθούν οι ανάγκες, αλλά και να αποτελέσουν οι μορφές οργάνωσης αυτών των κοινωνικών τάξεων και κατηγοριών τη βάση μιας νέας καθεστωτικής συγκρότησης της ελληνικής κοινωνίας, που θα βγάλει τον πληθυσμό από την αδράνεια και τον συμβιβασμό και θα επιτρέψει την ενεργό παρέμβασή του στα κρίσιμα θέματα που αφορούν την επιβίωσή του, μέσω αναγεννημένων δημοκρατικών θεσμών, που θα στηρίξουν τη μετάβαση στον δημοκρατικό σχεδιασμό.

ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ