Macro

Πέτρος Λινάρδος Ρυλμόν: Επιστροφή στην Ανατροπή!

Κατά την περίοδο των μαζικών κινητοποιήσεων μετά την κρίση του 2009 και τη συγκρότηση του ΣΥΡΙΖΑ και της Νεολαίας του, το σύνθημα της «ανατροπής» ήταν σε εκτεταμένη χρήση, καθώς αποτελούσε στην πραγματικότητα έναν αντικαπιταλιστικό υπαινιγμό που φαινόταν να εκφράζει τόσο τους δηλωμένους αντικαπιταλιστές όσο και όσους επεδίωκαν να δώσουν έναν ριζοσπαστικό τόνο στην αντίθεσή τους με την ολιγαρχία.
 
Κατά τη μετά το 2018 εποχή (μετά το τέλος των μνημονίων) και ειδικότερα την περίοδο της αντιπολίτευσης, κάθε αντικαπιταλιστική αναφορά εξαφανίστηκε πλήρως από τις πολιτικές ή ιδεολογικές τοποθετήσεις, ακόμα και της εσωκομματικής αντιπολίτευσης στον ΣΥΡΙΖΑ, και η εν κενώ αναφορά στη «σοσιαλδημοκρατία» –και επομένως η εγκατάλειψη κάθε προβληματισμού για έξοδο από το καπιταλιστικό σύστημα– κυριάρχησε, ενώ παράλληλα εντεινόταν η επιθετικότητα των εκπροσώπων και εκφραστών των ελίτ απέναντι στις λαϊκές τάξεις.
 
Η κατάσταση που ονομάστηκε «πολυκρίση» προφανώς εντάθηκε μετά τις δραματικές εξελίξεις που προκάλεσε ο «Ντάνιελ» στη Θεσσαλία, ενώ φάνηκε καθαρά ότι τα καπιταλιστικά καθεστώτα, συμπεριλαμβανομένου του ελληνικού, δεν έχουν την πρόθεση να αναγνωρίσουν τις δραματικές απειλές της Κλιματικής Αλλαγής, και απλώς δέχονται να τις εντάξουν στα πλήγματα που επιφυλάσσει ο σύγχρονος καπιταλισμός στις συνθήκες ζωής μεγάλου μέρους του πληθυσμού. Οι πολιτικές δυνάμεις που αναφέρονται με κάποιο τρόπο στην Αριστερά δεν έχουν άλλον ορίζοντα από το να διαχειριστούν το υπάρχον καπιταλιστικό καθεστώς, αναλαμβάνοντας την εξουσία και υποσχόμενες την τήρηση των «αξιών» τους. Αξίες που δεν έχουμε δει πουθενά με ποιες οργανωτικές και πολιτικές επιλογές θα προστατεύσουν τον πληθυσμό από τις απειλές και τις καταστροφές που έχουν ήδη πλήξει τις υποδομές, τις οικονομικές δραστηριότητες, τους φυσικούς πόρους και τους ανθρώπους.
 
Μόνη εξαίρεση είναι η ανταπόκριση της Νέας Αριστεράς στην πρόταση μιας επιστημονικής ομάδας να συνταχθεί μια έκθεση για τις πολιτικές που απαιτούνται για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων του «Ντάνιελ» στη Θεσσαλία, μια δουλειά που παρουσιάστηκε στις 7-6-2024 στην «Εφημερίδα των Συντακτών» με τον εμπνευσμένο συνολικό τίτλο «Θεσσαλία: η ευκαιρία ενός οικουμενικού υποδείγματος ανασυγκρότησης». Εφόσον η πολυκρίση αναδεικνύει με τον σαφέστερο τρόπο ότι το καπιταλιστικό καθεστώς βρίσκεται πλέον σε μια καταστροφική νέα φάση, που εύκολα μπορεί να χαρακτηριστεί τελική, δεν αρκεί να διαφωνήσει κανείς με τους Ολλανδούς και την Περιφέρεια για να παρουσιάσει αυτό που οφείλει να επεξεργαστεί η Αριστερά, δηλαδή ένα σχέδιο προστασίας της κοινωνίας και ασφαλούς αναπαραγωγής της. Ενα τέτοιο σχέδιο δεν χρειάζεται μόνο το επιστημονικό προσωπικό που θα το επεξεργαστεί, αλλά και θεσμούς δημοκρατικής εκπροσώπησης των λαϊκών τάξεων που θα το εγκρίνουν, και όλες τις θεσμικές λειτουργίες που συνδέονται με την αξιολόγηση, την τροποποίηση και την υλοποίηση σταθεροποιητικών σχεδίων δημοκρατικής αναπαραγωγής.
 
Η προσέγγιση της πολυκρίσης από μια αριστερή σκοπιά απαιτεί πριν απ’ όλα μια θεωρητική κατανόηση της ανάγκης για ανατρεπτική στρατηγική. Είναι σαφής η δυναμική της κλιματικής αλλαγής και αναπόφευκτη η επίπτωση της υπερθέρμανσης για τη ζωή στον πλανήτη; Η εμφάνιση των πανδημιών πλήττει πράγματι και αποσταθεροποιεί τα συστήματα υγείας;
 
Η επιβράδυνση της καπιταλιστικής συσσώρευσης και η εξόγκωση του τραπεζικού συστήματος μπορεί να αφεθούν να αυξάνουν τη φτώχεια, τις ανισότητες, αλλά και να ενισχύουν τον οικονομικό ρόλο των πολεμικών συρράξεων; Ο ρόλος των πολιτικών ηγεσιών των καπιταλιστικών καθεστώτων σήμερα είναι να σχετικοποιούν όλες αυτές τις απειλές, να προσθέτουν δηλαδή νέα πλήγματα στη ζωή των ανθρώπων, σε σχέση με αυτά που προέρχονται από την εντατικοποίηση της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης, αντιμετωπίζοντας την πολυκρίση ως μια πραγματικότητα που δεν γίνεται πραγματικά κατανοητή και, επομένως, δεν μπορούμε παρά να την υποστούμε.
 
Για να αμυνθούν οι λαϊκές τάξεις και να συγκροτήσουν δομές παραγωγής γνώσης σε σχέση με το σύνολο των απειλών, αλλά και σε σχέση με την αντιμετώπιση των υπαρχόντων και μελλοντικών πληγμάτων, χρειάζεται να αξιοποιηθεί το διαθέσιμο επιστημονικό δυναμικό και να αμφισβητηθεί η εξουσία της σημερινής οικονομικής και πολιτικής ελίτ, αλλά και να διαμορφωθούν σε τοπικό και εθνικό επίπεδο δομές άσκησης εξουσίας που εκπροσωπούν την πλειονότητα του πληθυσμού κατά κύριο λόγο, δηλαδή τις λαϊκές τάξεις. Δομές που αφενός γνωρίζουν την πολύπλευρη πραγματικότητα σε τοπικό κατ’ αρχάς επίπεδο, αλλά μπορούν να αξιολογήσουν προτάσεις πολιτικών, σε εθνικό και τοπικό επίπεδο, ικανές να μάθουν, να κρίνουν και να προτείνουν, οικοδομώντας πρακτικές αλληλεγγύης, δικαιοσύνης και ειρήνης.
 
Πέτρος Λινάρδος Ρυλμόν