Το διεθνοπολιτικό περιβάλλον, όπου κινείται η ελληνική εξωτερική πολιτική, αλλάζει δραματικά το τελευταίο διάστημα. Θα ήταν, μάλιστα, σωστότερο να πούμε ότι δεν άλλαξε, ακριβώς, αλλά αποκαλύφθηκαν πολλές διαστάσεις του που ελάνθαναν. Υπήρχαν, αλλά η επίσημη πολιτική αγνοούσε ή υποτιμούσε. Γι’ αυτό και τώρα υπάρχει αφωνία και αδυναμία τοποθέτησης της κυβέρνησης. Το βλέπουμε στην υπόθεση του EastMed και στο ουκρανικό. Παραδόξως, αφωνία υπάρχει και από την αξιωματική αντιπολίτευση, τον ΣΥΡΙΖΑ. Ερμηνεύεται από το ότι, αν εξαιρέσουμε τις σχέσεις με τη Β. Μακεδονία, δεν άλλαξε ουσιωδώς τις παραμέτρους της εξωτερικής πολιτικής όταν ήταν στην κυβέρνηση. Εν μέρει και ως αντιπολίτευση. Φάνηκε και από την παράκαμψη των δυο ζητημάτων κατά τη συζήτηση της πρότασης μομφής.
Η δημοσίευση του non paper του υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ, που αποδέχεται τις τουρκικές αιτιάσεις για την ένταση που προκαλεί ο EastMed, καθώς ενταφιάζει οριστικά την κατασκευή του, αποτελεί κομβικό σημείο για την εξωτερική πολιτική. Με λάθος παραδοχές, η Ελλάδα απομακρυνόταν από την επιδίωξη λύσης, μέσω διαλόγου με βάση το Διεθνές Δίκαιο, των προβλημάτων με την Τουρκία και αντίθετα επεδίωκε να αποκτήσει ισχύ για να πετύχει λύσεις.
Το σχέδιο για την κατασκευή του EastMed, αποδεκτό από τα μεγάλα πολιτικά κόμματα της Ελλάδος, του ΣΥΡΙΖΑ συμπεριλαμβανομένου, ήταν έργο-αυταπάτη, αχρείαστο στο σύνολο του, εξαιρετικά κοστοβόρο στην κατασκευή του, ασύμφορο ενεργειακά, απαράδεκτο οικολογικά. Τα είχαμε επισημάνει και εμείς αυτά σε προηγούμενα άρθρα.
Δυο μαξιμαλισμοί
Ο EastMed συμπύκνωνε το δόγμα της εξωτερικής πολιτικής της ελληνικής και κυπριακής Δημοκρατίας, για απομόνωση της Τουρκίας από την ευρύτερη περιοχή, μέσω των τριμερών πολυμερών συνεργασιών, κυρίως με Αίγυπτο, Ισραήλ, ΗΠΑ.
Απλοϊκό σχέδιο προέβλεπε ότι δεν θα χρειασθεί να διαπραγματευτούμε με την Τουρκία, για κανένα από τα ανοιχτά ζητήματα σε Αιγαίο, Ανατολική Μεσόγειο και Κύπρο, καθώς μέσω των τριμερών και της στενής συνεργασίας με τις ΗΠΑ, θα την απομονώσουμε και θα της επιβληθούν λύσεις κοντά στα ελληνικά συμφέροντα. Απομόνωσή της από τα ενεργειακά σχέδια της περιοχής παρέβλεπε ότι είναι η χώρα με τη μεγαλύτερη ακτογραμμή και ότι η διάθεση του φυσικού αερίου μέσω Τουρκίας αποτελεί τον πιο συμφέροντα οικονομικά τρόπο. Καθαρός μαξιμαλισμός, σχέδιο λανθασμένο καθώς αγνοούσε τον ειδικό ρόλο της γειτονικής χώρας στην ευρύτερη περιοχή, το γεωπολιτικό της βάρος ως περιφερειακής δύναμης.
Η Τουρκία αντέδρασε ξεδιπλώνοντας ολόκληρη τη βεντάλια απαιτήσεων σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο, κατάργησε στην πράξη την κυπριακή ΑΟΖ, άνοιξε μερικώς το Βαρώσι. Ελλάδα και Κύπρος βρίσκονται ξανά να παρακολουθούν άπραγες τις εξελίξεις. Ειδικά για την Ελλάδα, η καταφυγή, ως επακόλουθο, σε καταστροφική για την κοινωνία κούρσα στρατιωτικών εξοπλισμών, αποτελεί αχρείαστη και επώδυνη επιλογή. Το 2021, ο αμυντικός προϋπολογισμός έφθασε τα 5,5 δισ. αύξηση 41% έναντι του 2020. Τα ρεπορτάζ κατακλύζονται από σχέδια για περαιτέρω εξοπλισμούς μετά τα Rafale και τις φρεγάτες, με σαφή και τον επιθετικό, όχι αμυντικό, σχεδιασμό.
Η δεύτερη επιδίωξη της εξωτερικής πολιτικής ήταν η επιβολή κυρώσεων. Εδώ, μάλιστα, υπερέβαλλε στην κριτική του και ο ΣΥΡΙΖΑ ως αντιπολίτευση. Κάθε φορά που η κυβέρνηση “εισέπραττε” συστάσεις από την ΕΕ, αλλά σε καμία περίπτωση «σκληρές κυρώσεις» όπως επιθυμούσε, πλειοδότησε και επέκρινε, αγνοώντας την ειδική οικονομική και πολιτική σχέση ισχυρών χωρών της Ευρώπης (Γερμανία, Ιταλία, Ισπανία) με την Τουρκία.
Ανάγκη τομής
Η εικόνα γίνεται εμφατικότερη καθώς η Τουρκία όλο αυτό το διάστημα κατόρθωσε να βρεθεί σε τροχιά άμβλυνσης των σχέσεων της με Ισραήλ, Αίγυπτο, Σαουδική Αραβία και κυρίως τις Η.Π.Α. Εκτός των σημαντικών άλλων, η ένταση με Ρωσία για το ουκρανικό την καθιστά απαραίτητο πυλώνα των σχεδιασμών της Ατλαντικής Συμμαχίας, διαψεύδοντας τις προβλέψεις των Δένδια – Χριστοδουλίδη.
Σε αυτές τις συνθήκες, είναι εμφανής η ανάγκη τομής στις σχέσεις μας με Τουρκία. Με δεδομένη την αποτυχία της πολιτικής που εφαρμόσθηκε, χρειάζεται μία πλήρης αναπροσαρμογή. Οφείλουμε να κοιτάξουμε την πραγματικότητα επιδιώκοντας προωθητικό συμβιβασμό που θα στηρίζεται στις αρχές του Διεθνούς Δικαίου. Ας σταματήσουμε να θεωρούμε τον «εχθρό του εχθρού μας φίλο μας» και ας εγκαταλείψουμε την κωλυσιεργία.
Στο Κυπριακό χρειάζεται αποφασιστική στροφή στην κατεύθυνση επίλυσης στο πλαίσιο διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας, με πολιτική ισότητα των δύο κοινοτήτων, χωρίς στρατούς και εγγυήσεις, που θα αποκαταστήσει την κανονικότητα στο πλαίσιο ενός σύγχρονου ευρωπαϊκού κράτους. Ήδη, μετά την παραίτηση του κ. Χριστοδουλίδη από ΥΠΕΞ, ο συντηρητικός αλλά έμπειρος Γ. Κασουλίδης δείχνει τη διάθεση να εγκαταλείψει τους βερμπαλισμούς στρίβοντας το τιμόνι της εξωτερικής Πολιτικής της Κύπρου.
Στις ελληνοτουρκικές σχέσεις χρειάζεται προωθητικός συμβιβασμός με βάση το διεθνές δίκαιο. Δεν μπορεί να υπάρχουν ζητήματα ταμπού για την ελληνική πλευρά, το διεθνές δίκαιο έχει απαντήσεις για όλα. Η προσφυγή στη Χάγη μπορεί να δώσει και τις τελικές και οριστικές λύσεις. Προφανώς, το αποτέλεσμα θα απέχει από ακραίες προσεγγίσεις: Αιγαίο «ελληνική λίμνη». Αντίθετα, να μετατραπεί σε θάλασσα ειρήνης και συνεργασίας, χωρίς εξορύξεις, να αξιοποιηθούν οι πόροι που χάνουμε στους εξοπλισμούς σε εργαλείο οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης.
Ανοικτό πεδίο παρέμβασης για τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ
Η κυβέρνηση της ΝΔ επιλέγει την αδράνεια και την “αφωνία”. Πρώτον, διότι ανατράπηκαν οι δυο θεμελιώσεις της πολιτικής της: EastMed, ΗΠΑ και επιβολή κυρώσεων από την ΕΕ. Δεύτερον, διότι η εσωκομματική της κατάσταση και πολιτική ενσωμάτωσης της άκρας δεξιάς, μέσω και της εξωτερικής – αμυντικής πολιτικής, την παραλύουν. Έως τις εκλογές ούτε η Συμφωνία των Πρεσπών θα επικυρωθεί –αυτό και αν είναι κεντρώα πολιτική!– ούτε διάλογο, ουσιαστικό, θα επιδιώξει με Τουρκία. Θα χαρακτηρίζαμε αυτή την επιλογή ανεύθυνη αδράνεια με ισχυρή δόση εθνικοπατριωτικού βερμπαλισμού.
Η αριστερά και ειδικότερα ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, μπορούν να πρωταγωνιστήσουν στην αποκατάσταση κλίματος ειρηνικής συνύπαρξης και συνεργασίας στην ευρύτερη περιοχή. Στηρίζεται στις αξίες της, κυρίως όμως στα συμφέροντα των εργαζόμενων και της νεολαίας που φιλοδοξεί να εκπροσωπήσει. Είναι θετικό ότι ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ είναι –δυστυχώς– το μόνο κόμμα που μιλά σταθερά για προσφυγή στη Χάγη και ως κλίμα, παρά τις “επιβεβλημένες” -κακώς- συνήθεις διατυπώσεις, αφήνει να διαφανεί ότι ασφαλώς δεν πιστεύει πως μόνο μια είναι η διαφορά μας με Τουρκία. Όπως, επίσης, είναι θετικό ότι παρά το ότι δεν έχει, λάθος, επανατοποθετηθεί για EastMed, τώρα που κατέρρευσε, δεν επέπληξε για ευθύνες την κυβέρνηση.
Δεν φτάνει όμως αυτό. Έχει ανοίξει, ξανά, μια ευκαιρία όπως φάνηκε -παραδόξως!- από την κατάρρευση του EastMed. Έγκυροι διπλωμάτες εκτιμούν ότι η ευκαιρία προκύπτει από επιθυμία ΗΠΑ για ηρεμία στην Ανατολική Μεσόγειο, εν μέσω έντασης στην ευρύτερη περιοχή ιδίως στις σχέσεις τους με Ρωσία και Κίνα. Η Ελλάδα μπορεί να επωφεληθεί απ’ αυτό και να εργαστεί να πιεστεί η Τουρκία για να προσέλθει σε ένα λογικό διάλογο, χωρίς αναθεωρητισμούς κ.τ.λ. Αλλά και εκείνη να προσέλθει χωρίς μαξιμαλισμούς. Αυτό θα ήταν, όντως, ηγεμονική πολιτική που θα κάλυπτε και χώρο πέραν της Αριστεράς που τώρα είναι παγιδευμένος.
Το κείμενο των θέσεων για το 3ο Συνέδριο αναφέρεται ορθά στα επίμαχα ζητήματα, αποσιωπά όμως το θέμα του αγωγού EastMed, αποφεύγοντας τα ενοχλητικά συμπεράσματα. Διότι, ναι μεν δεν μπορούσε ως κυβέρνηση να ανατρέψει διεθνείς συμφωνίες, μπορούσε όμως να αλλάξει τη στόχευσή του, να ζητήσει συμμετοχή και της Τουρκίας. Δεν το έκανε αλλά αντίθετα, εντελλόταν το υπουργείο Ενέργειας και Περιβάλλοντος να “μοιράζει οικόπεδα”, μη μετρώντας και τη βλάβη αξιοπιστίας στο οικολογικό προφίλ του.
Είναι απαραίτητο, τώρα, αυτό το θετικό πνεύμα να αντανακλάται με αποφασιστικότητα και χωρίς περισπάσεις στις καθημερινές παρεμβάσεις του κόμματος, χωρίς μετακυλίσεις σε κατ’ όνομα δημοφιλείς αλλά πάντως άστοχες πολιτικές τοποθετήσεις. Η συμφωνία των Πρεσπών αποδεικνύει ότι η Αριστερά είναι για μεγάλα και δύσκολα.
Παύλος Κλαυδιανός – Μιχάλης Υδραίος
Πηγή: Η Εποχή