Η Ελλάδα τα τελευταία χρόνια βιώνει μία τεράστια στεγαστική κρίση, η οποία πλέον δεν αγγίζει μόνο τα χαμηλά εισοδήματα αλλά επηρεάζει πλέον και τη μεσαία τάξη. Είναι πολλά πλέον τα παραδείγματα όπου οικογένειες δεν μπορούν να βρουν προσιτή και αξιοπρεπή στέγαση στα μεγάλα αστικά κέντρα. Αντίστοιχα στην περιφέρεια και ιδιαίτερα τη νησιωτική Ελλάδα τα πράγματα δεν είναι καλύτερα. Η κατάσταση εκεί έχει φτάσει στο σημείο όπου τουριστικές περιοχές και ακριτικά νησιά μένουν χωρίς βασικές υπηρεσίες γιατί οι δάσκαλοι, οι καθηγητές, οι γιατροί δεν μπορούν να ανταπεξέλθουν στα ενοίκια και απλά δεν πηγαίνουν.
Τα αίτια αυτής της στεγαστικής κρίσης που διανύει η χώρα είναι πολλαπλά.
Από τη μια πλευρά έχουμε την κρίση ιδιωτικού χρέους που είναι στενά συνυφασμένη με τη δεκαετία της κρίσης και των μνημονίων. Αποτέλεσμα αυτής ήταν χιλιάδες πολίτες με ένα τεράστιο φορτίο κόκκινων δανείων, πολλοί από τους οποίους βλέπουν την κύρια κατοικία τους να απειλείται από τους πλειστηριασμούς. Η Κυβέρνηση σε αυτό προσπαθεί να πείσει ότι όλα θα λυθούν από την αγορά και σε αυτό το πνεύμα έχει θεσμοθετήσει ένα πτωχευτικό νόμο που δεν δίνει ουσιαστικά καμία διέξοδο στους πολίτες.
Από την άλλη έχουμε ένα αναπτυξιακό μοντέλο που δεν διευρύνει τις δυνατότητες της χώρες και δεν επενδύει στη δημιουργία θέσεων εργασίας υψηλής παραγωγικότητας και μισθών, αλλά επενδύει στον τουρισμό και τις κατασκευές δημιουργώντας ένα πλαίσιο που στόχος είναι να παραμένουν τα εισοδήματα χαμηλά. Το παραπάνω συνδυασμένα με την πληθωριστική κρίση των τελευταίων ετών και το εκτεταμένο κύμα ακρίβειαςδημιουργούν ένα πλαίσιο όπου η πραγματική αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών μειώνεται δραματικά και πλέον δεν μπορούν να ανταπεξέλθουν σε βασικές ανάγκες όπως η στέγαση.
Εξάλλου τα στατιστικά στοιχεία μιλάνε από μόνα τους: 1 στα 2 νοικοκυριά πληρώνει πάνω από το 40% των εισοδημάτων του σε ενοίκιο ή στεγαστικό δάνειο, κοινόχρηστα, ρεύμα, νερό, θέρμανση-ψύξη ή, ακόμα χειρότερα, δυσκολεύεται έως αδυνατεί να καλύψει αυτές τις δαπάνες. Ταυτόχρονα, αν συμπεριλάβουμε και άλλες ανελαστικές δαπάνες (τρόφιμα, μεταφορές κ.λπ.) δημιουργούν την κρίση του κόστους διαβίωσης. Γι’ αυτό και σε 6 στα 10 νοικοκυριά τελειώνουν τα μηνιαία εισοδήματά τους στις 19 ημέρες.
Ο ρόλος της κυβέρνησης είναι ξεκάθαρος σε αυτό το πεδίο, αφού οι παρεμβάσεις και οι πολιτικές της δείχνουν ότι μόνο επιφανειακά επιθυμεί να ασχοληθεί με το θέμα. Ενδεικτικό είναι για παράδειγμα το γεγονός ότι από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας η κυβέρνησης έχει κατευθύνει μόνο €1,3 εκ. προς την αντιμετώπιση της στεγαστικής κρίσης, ενώ άλλες χώρες πάνω από €2.7 δισ. Προς την ίδια κατεύθυνση λειτουργεί και η εμπορευματοποίηση της αγοράς κατοικίας (ήδη στη χώρα μας δραστηριοποιούνται δεκάδες funds που λειτουργούν με καθαρά κερδοσκοπικά κριτήρια) αλλά και απροθυμία της κυβέρνησης να βάλει φραγμούς στο Airbnb και την GoldenVisa, όπως έχουν κάνει άλλες χώρες.
Γι’ αυτό και η Νέα Αριστερά διεκδικεί τη δημιουργία μιας κοινωνικής συμμαχίας για την αντιμετώπιση του στεγαστικού προβλήματος. Στόχος η διαμόρφωση μίας λύσης που θα προστατεύει αποτελεσματικά την πρώτη κατοικία, αλλά ταυτόχρονα θα αυξήσει και την προσφορά κατοικιών με πολιτικές όπως η δημιουργία μια τράπεζας ενοικιαζόμενης στέγης από ενεργές κατοικίες ιδιωτών που θα παραχωρούνται σε χαμηλότερο ενοίκιο, έναντι ενός πακέτου κινήτρων.Παράλληλα προτεραιότητα είναι η ρύθμιση της αγοράς: πλαφόν στα νοίκια, πλήρης απαγόρευση της βραχυχρόνιας μίσθωσης για νομικά πρόσωπα και µόνο σε φυσικά πρόσωπα – μικροϊδιοκτήτεςυπό περιορισμούς. Ταυτόχρονα, χρειάζεται αύξηση του επιδόματος ενοικίου για νέα ζευγάρια και φοιτητές, µε διασφάλιση της υποχρέωσης των ιδιοκτητών να µην αυξήσουν τα ενοίκια. Ειδικά για τη νησιωτική Ελλάδα ιδιαίτερα επωφελής θα ήταν και η πρόταση του Δημήτρη Γάκη για ένα στεγαστικό ισοδύναμο που θα φιλοδοξεί να καλύψει το μεγάλο στεγαστικό πρόβλημα αυτών των περιοχών που γίνεται ακόμα μεγαλύτερο λόγω της γεωγραφικής τους ιδιαιτερότητας (λίγες κατοικίες, μετατροπή τους σε τουριστικά καταλύματα, μη διαθέσιμες για την τουριστική περίοδο) και παράλληλα να δημιουργήσει ένα ανάχωμα στην διαφαινόμενη ερημοποίηση των νησιών που αποτελεί τεράστιο δημογραφικό και εθνικό πρόβλημα.
Η πρόταση για το στεγαστικό ισοδύναμο, όπως και κάθε μέτρο που έχει στόχο να μπει ένα ανάχωμα στη στεγαστική κρίση, είναι συμβατό και με τους στόχους της ΕΕ για σύγκλιση σε περιφερειακό επίπεδο, για θωράκιση της κοινωνικής συνοχής και την διασφάλιση ίσων ευκαιριών για την πρόσβαση σε βασικά αγαθά (όπως είναι η στέγαση) και τη βελτίωση της ποιότητας ζωής τους.
Η Όλγα Νάσση είναι ανθρωπολόγος, υποψήφια για την Ευρωβουλή με την Νέα Αριστερά