Η ήττα του ΣΥΡΙΖΑ στις πρόσφατες εκλογές, συνοδεύεται με πολλά ποιοτικά στοιχεία, πάνω στα οποία αξίζει το κόπο να εστιάσει το αναλυτικό μας μικροσκόπιο. Αναφέρω μόνο μερικά από αυτά. Την ανασυγκρότηση του μπλοκ εξουσίας του συστήματος, την αναβάπτιση των συστημικών ΜΜΕ, την υποχώρηση της δυνατότητας παρέμβασης – σύμπλευσης του ΣΥΡΙΖΑ στο κοινωνικό πεδίο και την υποβάθμιση του (αριθμητικά και ποιοτικά) της κοινοβουλευτικής και ευρωκοινοβουλευτικής εκπροσώπησης. Πιο πυκνά, όλα αυτά μας τα υπενθύμισε ένα απόσπασμα πρόσφατου άρθρου του Κύρκου Δοξιάδη στην «Εφ.Συν.»: «Το εκλογικό αποτέλεσμα της 7ης Ιουλίου είναι πρώτα και κύρια συνέπεια μιας ισχυρής και αποτελεσματικής ανασύνταξης και επανασυσπείρωσης των κυρίαρχων ταξικών δυνάμεων γύρω από τον κομματικό μηχανισμό που ανέκαθεν τις εκπροσωπούσε μεταδικτατορικά». Αυτό τον στρατηγικό στόχο της ΝΔ, τον πέτυχε με την ταχτική του αντι-ΣΥΡΙΖΑ μετώπου, αλλά συνέδραμε σε αυτό και η μερική αδράνεια του ΣΥΡΙΖΑ στο κοινωνικό πεδίο, παράλληλα με την ταυτόχρονη μετατόπιση του άξονα των παρεμβάσεων του, στην υποστήριξη του κυβερνητικού έργου. Αμέσως μετά τις εκλογές, η νέα κυβέρνηση δείχνει μια αξιοζήλευτη αποφασιστικότητα, στην ακύρωση πολλών θετικών μέτρων που έλαβε ο ΣΥΡΙΖΑ αλλά κυρίως, στον απόλυτο έλεγχο του κράτους και στον χειρισμό των δήθεν ανεξάρτητων αρχών.
Η διαφαινόμενη απάντηση της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ απέναντι σε αυτό το μπλοκ, μοιάζει να αντιπαραθέτει σφεντόνες απέναντι σε τεθωρακισμένα. Η ταχτική της προγραμματικής αντιπολίτευσης με ταυτόχρονη προγραμματική – ψηφιακή ανασυγκρότηση του κόμματος και η στρατηγική της προοδευτικής συμμαχίας, δεν είναι σε θέση να αντιμετωπίσουν την κατάσταση. Πολύ πιθανά θα οδηγήσουν σε νέα εκλογική ήττα του ΣΥΡΙΖΑ, ενώ παράλληλα θα αυξηθεί ο κίνδυνος της στρατηγικής ήττας τόσο του ΣΥΡΙΖΑ αλλά και της Αριστεράς γενικότερα. Δηλαδή ο ΣΥΡΙΖΑ θα αποκοπεί οριστικά από την κοινωνία που εκπροσωπεί, θα χάσει τους σταθερούς δεσμούς που με κόπο έκτισε εδώ και μια δεκαπενταεττία, ενώ η Αριστερά σαν σύνολο θα ακολουθήσει την μοίρα της Ιταλικής Αριστεράς.Δεν θα είναι μόνο ο όρος «προοδευτική συμμαχία», αλλά και η ουσία της στρατηγικής του που θα παραπέμπουν σε συστημικό κόμμα, αφού το μέγιστο που θα μπορεί να κάνει είναι απλώς, να εναλλάσσεται στην διαχείριση του συστήματος, μετην ΝΔ.
Υποστήριξαμε με θέρμη την ταχτική της προοδευτικής συμμαχίας, ως αμυντική ταχτική απάντησης στο αντι-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο και πράγματι αυτή η ταχτική είχε μερική επιτυχία. Το βασικό κέρδος, ήταν η διάσωση της κυβερνητικής πλειοψηφίας , η ολοκλήρωσης της συμφωνίας των Πρεσπών και ότι πρόλαβε να ψηφίσει ορισμένα θετικά μέτρα (π.χ την λεγόμενη 13η σύνταξη) και να καταργήσει άλλα μεταχρονολογημένα μέτρα που πάρθηκαν το 2017. Όμως ως αμυντική ταχτική, δεν μπορούσε να προκαλέσει σοβαρή φθορά στην ΝΔ επειδή είχε κοινοβουλευτικό και εκλογικό προσανατολισμό, μακριά από το πραγματικό πεδίο της κοινωνικής ταξικής σύγκρουσης. Δοκιμάστηκε στην πράξη και οδήγησε στο 23,5% ενώ ταυτόχρονα, προκάλεσε μια μικρή επανασυσπείρωση του ΚΙΝΑΛ και την εμφάνιση ενός νέου κόμματος (ΜΕΡΑ 25) φαινομενικά αριστερότερα του ΣΥΡΙΖΑ. Ως αμυντική ταχτική εξάντλησε την δυναμική της και δεν μπορεί να είναι ηαπάντηση στην μεγάλη διαφορά του ΣΥΡΙΖΑ με την ΝΔ. Αυτή η ήδη δοκιμασμένη ταχτική, αναβαθμίζεται πλέον σε στρατηγική, ελπίζοντας να δημιουργήσει ένα μπλοκ προοδευτικών δυνάμεων, ικανό να συντρίψει το ανασυνταχθέν κυρίαρχο μέτωπο των δυνάμεων γύρω από την ΝΔ. Όμως η διάλυση όλων των ενδιάμεσων κομμάτων, που δημιουργήθηκαν στο παρελθόν ως αναχώματα στον επελαύνοντα ΣΥΡΙΖΑ, λειτούργησε ως δεξαμενή ψήφων προς την ΝΔ. Σήμερα η ΝΔ διαθέτει εφεδρείες στον πολιτικό χάρτη (Βελόπουλος 4%, απομεινάρια ΧΑ 3% και τουλάχιστο το μισό ΚΙΝΑΛ). Αντίθετα ο ΣΥΡΙΖΑ μόνο στο 3,5% του ΜΕΡΑ 25 μπορεί να ελπίζει. Οι προσθαφαιρέσεις ψήφων, σε ασταθείς πολιτικούς χώρους, δεν δημιουργούν μια στέρεη σχέση ψηφοφόρων με κανένα κόμμα. Η προοδευτική συμμαχία δεν μπορεί να είναι μια νικηφόρα στρατηγική, επειδή δεν είναι καν στρατηγική, δεν οικοδομεί σταθερούς δεσμούς κοινωνικής και πολιτικής εκπροσώπησης, αλλά πρόσκαιρες χαλαρές φιλίες, άμεσα εξαρτόμενες από την ρευστότητα του πολιτικού τοπίου, και τα ανταλλάγματα που απαιτεί ως προίκα κάθε συνοικέσιο. Η ταχτική αυτή, αφήνει απέξω το 43% της αποχής, που ήδη έχει απορρίψει την προοδευτική συμμαχία και την προσωπολατρία. Μόνο αν απευθυνθεί ο ΣΥΡΙΖΑ σε αυτό το τμήμα της κοινωνίας έχει επλίδες να επανέλθει στην κυβέρνηση.
Στο παρελθόν ο ΣΥΡΙΖΑ κατάφερε να αναπτύξει μια νικηφόρα στρατηγική. Επέλεξε να βγει έξω από το σύστημα και να ενεργοποιήσει τον κοινωνικό παράγοντα. Προκαλούσε διαδοχικές τομές στο πολιτικό σύστημα του δικομματισμού, πηγαίνοντας πολλές φορές ακόμη και κόντρα στην κοινή γνώμη, που διμόρφωναν οι ιδεολογικοί μηχανισμοί του κράτους. Πήγαινε με τα κάθε λογίς κινήματα, (δεν πληρώνω, ενάντια στις εξορύξεις , άρθρο δεκάξι , δικαιώματα κλπ) χωρίς πρόθεση καθοδήγησης, αλλά τα ενίσχυε και ταυτόχρονα διδασκόταν από αυτά. Διατυπωμένο πιο λαϊκά, δάγκωνε από παντού το πολιτικό σύστημα, του έκοβε κομμάτια και ζωτικά όργανα, του προκάλεσε ακατάσχετη αιμορραγία, και όταν ήρθε η κρίση το πολιτικό σύστημα του δικομματισμού κατέρρευσε, αλλά αναδεικνύοντας τον ΣΥΡΙΖΑ στο κέντρο των εξελίξεων, και καταλύτη της κατάρευσής του. Ταυτόχρονα η δεύτερη αρχή της στρατηγικής του ΣΥΡΙΖΑ, η πολιτική και όχι ιδεολογική ενότητα της Αριστεράς, κρατούσε στον ίδιο πολιτικό χώρο διαφορετικές δυνάμεις με άλλη ιδεολογική πλατφόρμα, όμως δημιούργησε κάτι ασύλληπτο. Ο ΣΥΡΙΖΑ είχε την δυνατότητα να συνομιλεί με τον αντιεξουσιαστικό χώρο, με τον χώρο των δικαιωμάτων, την εξωκοινοβουλευτική Αριστερά, αλλά και με ήπιους και light αριστερούς . Ο ΣΥΡΙΖΑ είχε μετατραπεί σε ένα πολυσυλλεκτικό και δημοκρατικό κόμμα – κίνημα, με πολλαπλά κέντρα αποφάσεων, που κατάφερναν να ενοποιήσουν την στάση τους και να συντονίζουν την δράση τους. Όταν ήρθε η κρίση και η ριζοσπαστικοποίηση, ο κόσμος που σηκώθηκε από τον καναπέ και ριζοσπαστικοποιήθηκε, ήρθε στον ΣΥΡΙΖΑ και δεν πήγε στην ακροδεξιά όπως έγινε στην υπόλοιπη Ευρώπη. Φυσικά η παρουσία του στους θεσμούς πολιτικής και κοινωνικής εκπροσώπησης, του επέτρεψαν να συνθέσει ένα ρηξικέλευθο πρόγραμμα, μετρημένο όμως και ζυγισμένο με βάση τις πραγματικές λαϊκές ανάγκες. Όταν αναπτύχθηκε το αντιμνημονιακό κίνημα – μέτωπο, που φάνηκε αμέσως ότι ήταν το θανατηφόρο πλήγμα στο πολιτικό σύστημα του δικομματισμού, ο ΣΥΡΙΖΑ είχε ήδη την ετοιμότητα και την ωριμότητα να ζητήσει να κυβερνήσει. Αυτό το στοιχείο στρατηγικής ήρθε την κατάλληλη στιγμή, όταν το καταρρέον σύστημα άφησε ένα τεράστιο κενό ψευδοεκπροσώπησης, και δεν ήταν δυνατό να απαντήσει, παρά μόνο να δημιουργήσει πολλά νέα κόμματα – αναχώματα, ώστε να ανακόψουν την αυξανόμενη επιρροή του ΣΥΡΙΖΑ. Παράλληλα σε συνεργασία με τις Ευρωπαϊκές δυνάμεις, προετοιμαζόταν για την περίπτωση της διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ. Το ότι δεν κατάφερε να κερδίσει τις εκλογές το 2012, έδωσε τον απαραίτητο χρόνο, στο νεοφιλελεύθερο οικοδόμημα της Ευρώπης, να θωρακιστεί απέναντι στην επερχόμενη κυβέρνησης της Αριστεράς και να οργανώσει την ήττα της στο διεθνές πεδίο, αφού στο εσωτερικό πεδίο της ταξικής πάλης η μάχη είχε ήδη κριθεί. Η νικηφόρα αυτή στρατηγική, πήγαζε από κάτω, χτίστηκε από κάτω, πάνω σε αχαρτογράφητα νερά, ήταν απολύτως συλλογικό επίτευγμα και δεν μπορεί να γίνει ατομική ιδιοκτησία καμίας ηγεσίας. Αυτή η στρατηγική οδήγησε για πρώτη φορά στα παγκόσμια χρονικά, στην πρώτη Αριστερή κυβέρνηση στις χώρες του αναπτυγμένου καπιταλισμού. Αυτή η στρατηγική αξίζει τον κόπο να συγκεντρωθεί, παράλληλα με το κυβερνητικό έργο , παράλληλα με την ήττα και να αποτιμηθεί κριτικά. Αυτό θα είναι και το μανιφέστο της ριζοσπαστικής Αριστεράς που τόσο μας λείπει.
Η μερική επιτυχία του 31,6% του ΣΥΡΙΖΑ στις εθνικές εκλογές, είναι αποτέλεσμα ή κατάλοιπο, αυτής της επιτυχημένης στρατηγικής, αλλά και ότι απέμεινε από το ηθικό πλεονέκτημα της Αριστεράς, που πλήγηκε βίαια από την ήττα του 2015 και την αναγκαία οπισθοχώρηση και εφαρμογή του 3ου μνημονίου. Ταυτόχρονα με την ορατή απειλή της δεξιάς παλινόρθωσης, μεγάλο κομμάτι των πρώην ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ επανασυσπειρώθηκε. Αυτή η επιτυχία επανασυσπείρωσης, είναι επίσης συλλογικό επίτευγμα και όχι προσωπική επιτυχία αναμφισβήτητα, χαρισματικών ηγετών. Ήταν δύσκολο να ηττηθεί στρατηγικά ο ΣΥΡΙΖΑ σε αυτή την φάση, όχι λόγω χαρισματικού ηγέτη, αλλά εξαιτίας των σταθερών δεσμών που απέκτησε με την κοινωνία στην φάση της ανόδου του.
Η ταχτική της προγραμματικής αντιπολίτευσης, δεν έχει νικηφόρο ορίζοντα, επειδή δεν είναι ενεργητική αλλά παθητική. Σημαίνει ότι θα περιορίζεσαι στο κοινοβουλευτικό πεδίο, οι παρεμβάσεις σου δεν θα ενεργοποιούν την κοινωνία. Τα απολύτως ελεγχόμενα πλέον ΜΜΕ θα προβάλλουν όπως το σύστημα επιθυμεί τις παρεμβάσεις σου κλπ. Στην καλύτερη των περιπτώσεων, με απόλυτη δηλαδή διαφάνεια και αντικειμενικότητα στα ΜΜΕ, θα είναι ένας πόλεμος όλων εναντίον όλων. Αυτό βέβαια θα σημάνει ταυτόχρονη φθορά για όλους. Δεν καλύπτεται λοιπόν μια διαφορά 8,5 μονάδων εκλογικού ποσοστού. Η προγραμματική αντιπολίτευση είναι ανεπαρκής, επειδή επενδύει αποκλειστικά στην φθορά του αντιπάλου, αγνοώντας τα τεράστια δημοσιονομικά περιθώρια που του αφήσαμε να διαχειριστεί, την ανασυγκρότηση του μηχανισμού εξουσίας της δεξιάς και την πιθανή συνδρομή του διεθνούς παράγοντα , αν θεωρήσει και πάλι απειλητικό τον ΣΥΡΙΖΑ.
Καταλαβαίνουμε τι σημαίνει μια δεύτερη εκλογική ήττα του ΣΥΡΙΖΑ σε εθνικές εκλογές, με το κόμμα απονεκρωμένο και τα κινήματα σε λήθαργο από τον οποίο ξυπνάνε που και που τρομαγμένα. Σημαίνει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ καταρρέει, ανασυντάσσεται ένα νέο δικομματικό σύστημα με απολύτως συστημικές δυνάμεις. Η Αριστερά θα ξαναγυρίσει στον ρόλο του κομπάρσου των πολιτικών και κοινωνικών εξελίξεων. Η σωστή όμως διαχείριση του ποσοστού του 31,6% σημαίνει ο ΣΥΡΙΖΑ να ξαναγίνει ΣΥΡΙΖΑ, με καλύτερες πλέον προϋποθέσεις και με περισσότερη εμπειρία και ωριμότητα. Να ξαναπιάσει το νήμα της στρατηγικής του. Μπορεί μην καταφέρει να κερδίσει τις επόμενες εκλογές, αλλά να έχει αποδιοργανώσει αρκετά το μπλόκ εξουσίας που στηρίζει την ΝΔ. Τότε μόνο θα συντηρηθεί η ελπίδα.
Στο θέμα της ταχτικής πρέπει να συνδράμει στην δημιουργία ενός αντιδεξιού, αντινεοφιλελεύθερου και αντιαυταρχικού μετώπου. Το αντιδεξιό είναι απαραίτητο, γιατί η πολιτική στόχευση είναι πλέον συγκεκριμένη, και είδαμε ότι λειτούργησε στις βουλευτικές εκλογές, όταν κρινόταν ποια παράταξη θα κυβερνήσει. Αυτό επίσης θα εκμηδενίσει την αναγκαιότητα ύπαρξης του ΚΙΝΑΛ. Το αντινεοφιλελεύθερο γιατί θα πρέπει να εμπνέει νέες διεκδικήσεις και ακύρωση, όσων παρεμβάσεων θα επιχειρηθούν υπέρ του κεφαλαίου από την ΝΔ στο μέλλον, αλλά ταυτόχρονα υπερασπίζεται και ότι θετικό πρόλαβε να κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ. Το αντιαυταρχικό διότι έχει τεράστια πολιτική σημασία να ακυρωθεί ο φόβος και ο κομφορμισμός, ο δήθεν ρεαλισμός, αλλά και να αξιοποιήσει την μαχητικότητα του αντιεξουσιαστικού χώρου, και του χώρου των δικαιωμάτων. Βέβαια τα μέτωπα δεν οικοδομούνται κατά παραγγελία, δεν είναι ένα πρόγραμμα να το αναθέσεις σε μια ομάδα ή ένα κόμμα, ούτε μια επιθυμία ενός ή περισσότερων ηγετών. Οικοδομείται στην πράξη και περνά από χιλιάδες κύματα, νίκες και ήττες αλλά και δοκιμασίες. Περιλαμβάνει συσσώρευση εμπειριών και συνειδητές παρεμβάσεις. Όταν έρθουν (αν έρθουν) τα αυθόρμητα ξεσπάσματα όπως το κίνημα των πλατειών ή τα κίτρινα γιλέκα, θα πρέπει να έχει την ετοιμότητα να τα συνδράμει και να πάει μαζί τους. Μόνο έτσι θα είναι νικηφόρο ως μέτωπο. Η διαλεκτική του τυχαίου και του αναγκαίου, είναι αμείλικτος κοινωνικός νόμος και δεν μπορείς να την ακυρώσεις. Αλλά η ελπίδα πεθαίνει πάντα τελευταία.
Αντώνης Βασιλείου
Πηγή: Left