Το 2017 θεωρείται χρονιά κρίσιμων αλλαγών για την Ευρώπη. Έτσι περιγράφεται αυτή η καινούργια χρονιά. Επειδή, όμως, οι λέξεις είναι κάπως σαν τα νομίσματα -όσο πιο πολύ κυκλοφορούν τόσο χάνουν την αξία τους- ίσως έχει νόημα να σκεφτούμε ως προς τι είναι κρίσιμη αυτή η νέα χρονιά.
Η κρίση της δημοκρατίας θέτει επιτακτικά το ζήτημα της ανανοηματοδότησής της. Προϋπόθεση είναι η προγραμματική ανανέωση της ίδιας της πολιτικής, δηλαδή η ανάκτηση των πρωτείων της από την οικονομία. Αυτό προϋποθέτει τη ριζική ανανέωση του πολιτικού λόγου, ώστε να αναδειχθούν όλες οι πολιτικές διακυβεύσεις της δημοκρατίας. Το αίτημα αυτό συγκαθορίζεται από τις διακυβεύσεις που αφορούν τη σχέση κράτους, θεσμών και δημοσίου αγαθού, σε συνάφεια με τη σχέση δημόσιου και ιδιωτικού. Σε αυτές ενδέχεται να ξαναβρούμε το κέντρο του δημοκρατικού, πολιτικού ζητήματος, που είναι η σχέση πολιτικής και κράτους. Αυτό, πάλι, προϋποθέτει την αξιακή ανατίμηση της πολιτικής, με γνώμονα την κοινωνική δικαιοσύνη, ώστε να επιτευχθεί η διαμόρφωση και η θεσμική συγκρότηση μιας στρατηγικής που θα αποσκοπεί στην προάσπιση της κοινωνικής συνοχής. Έτσι θα διασφαλιστούν και όλες οι δικαιοκρατικές και δικαιωματοκρατικές αξίες. Τέτοιες αξίες, όμως, χωρίς την αρχή της κοινωνικής δικαιοσύνης, θα ισοδυναμούν με ανεκπλήρωτες ευχές.
Πόσο κοντά είναι η σημερινή Ευρώπη στο να επιδιώξει τη θεσμική και ουσιαστική ανανέωση της δημοκρατίας; Το ερώτημα αφορά τις ηθικές, αξιακές και, κυρίως, τις ανθρωπολογικές διαστάσεις της κρίσης. Ας το δούμε και αλλιώς: για όλες τις εκδοχές της Αριστεράς η κοινωνική αλληλεγγύη και δικαιοσύνη δεν μπορεί παρά να αποτελεί ζητούμενο. Όμως, δεν επιτυγχάνεται αυτομάτως με την οικονομική ανάπτυξη. Αυτή χρειάζεται για όλα τα παραπάνω, διότι η δημοκρατία δεν μακροημερεύει σε συνθήκες εξαθλίωσης. Σε αυτές ευδοκιμεί η Άκρα Δεξιά. Φάνηκε αυτό στις αμερικανικές εκλογές. Ο μεγάλος ηττημένος αυτών των εκλογών δεν είναι η αντίπαλος του εκλεγέντος προέδρου. Ο μεγάλος ηττημένος είναι ο Τόμας Πέιν.
Η άνοδος της Άκρας Δεξιάς στην Ευρώπη απειλεί τις θεμελιώδεις αξίες του ευρωπαϊκού συνταγματικού πολιτισμού. Είναι οι αξίες που χλεύασε ο άτεγκτος νεοφιλελευθερισμός, ο οποίος συνιστά ανθρωπολογική στάση. Χρειάζεται νέα παραγωγή νοήματος και αξιών για την ίδια την πολιτική. Η ανανοηματοδότηση της πολιτικής δεν μπορεί παρά να αφορά τη συνοχή του ίδιου του πολιτικού δεσμού. Στη διάλυση των αρμών αυτού του δεσμού βρίσκει την εύκαιρη στιγμή της η Άκρα Δεξιά.
Ας το ακούσουμε και με άλλα λόγια: Ο Τζορτζ Όργουελ, παραμονές του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, είχε γράψει: «Να εργαστούμε για την οικοδόμηση μιας κοινωνίας στην οποία η δημόσια αρετή θα ήταν εκ νέου εφικτή. Αυτό θα ήταν θεμελιώδες πολιτικό καθήκον». Στο νεοφιλελεύθερο έρεβος του ανθρωποβόρου ανταγωνισμού για ατομικό πλουτισμό, ο ανθρωπολογικός ανακαθορισμός που συντελείται είναι να είσαι ο επιτυχημένος εγωιστής που κερδίζει. Αλλιώς θα είσαι ο αποτυχημένος ιδεολόγος που χάνει. Ο Διαφωτιστικός ανθρωπισμός είναι που χάνει. Αυτός είναι ο μεγάλος ηττημένος. Και αυτό που χάνεται είναι η αναγεννησιακή Humanitas. Αυτός είναι ένας αβίωτος κόσμος. Από την άλλη, δεν υπάρχει Αριστερά, που να παραμένει Αριστερά, και να μη θέλει να κάνει τη ζωή αξιοβίωτη. Γι’ αυτό είναι επιτακτικός και ο εξευρωπαϊσμός της σημερινής Ευρώπης και ο εκδημοκρατισμός της πάσχουσας ή και θνήσκουσας δημοκρατίας στην Ευρώπη.
Το δημοκρατικό, πολιτικό ζήτημα έγκειται στην ανανοηματοδότηση της πολιτικής και αγγίζει τον πυρήνα της αντιπροσώπευσης και της λαϊκής κυριαρχίας. Γι’ αυτό έχει σημασία το καθήκον που τονίζει ο Όργουελ. Η αντιπροσωπευτική δημοκρατία, ως το μέγιστο επίτευγμα του ευρωπαϊκού συνταγματικού πολιτισμού, είναι η προϋπόθεση για να κάνουμε επιλογές. Πρώτα αναγνωρίζουμε την αξία της δυνατότητας να επιλέγουμε και μετά κάνουμε την επιλογή να είμαστε αριστεροί, δεξιοί ή οτιδήποτε άλλο. Η αντιπροσωπευτική δημοκρατία, όμως, είναι το πεδίο της πολιτικής μας συνύπαρξης. Είναι το δημοκρατικό αυτονόητο για να είμαστε πολιτική κοινωνία. Και τέτοια κοινωνία δεν υπάρχει χωρίς δημόσια αρετή. Και ίσως αυτό είναι το καθήκον της Αριστεράς. Ποτέ άλλοτε δεν ήταν τόσο επίκαιροι ο Νορμπέρτο Μπόμπιο και ο Φρανς Νόυμαν. Ποτέ άλλοτε δεν ήταν τόσο επίκαιρος ο Αλέξανδρος Σβώλος. Και ποτέ άλλοτε δεν ήταν τόσο αναγκαίο το αλκίμαχο πολιτικό φρόνημα του Ηλία Ηλιού.
Ο Στέφανος Δημητρίου διδάσκει Πολιτική Φιλοσοφία στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων
Πηγή: Η Αυγή