Macro

Νίκος Σερβετάς: Συνοικία Λαμπρινή – Μνημείο στην «άγνωστη» υπηρέτρια

Υπάρχουν δύο θεωρίες αναφορικά με την προέλευση του τοπωνυμίου «Λαμπρινή», της συνοικίας που μοιράζεται ο δήμος Αθηναίων και ο δήμος Γαλατσίου. Η πρώτη λέει ότι ονομάστηκε έτσι από τους ιδιοκτήτες των εκτάσεων, προς τιμήν του προγόνου τους, Σουλιώτη οπλαρχηγού Λάμπρου Βέικου, ο οποίος σκοτώθηκε στη μάχη του Ανάλατου το 1827. Η δεύτερη, επικρατέστερη, θέλει στο σπίτι των Βέικων να εργάζεται μια νεαρή υπηρέτρια, η Λαμπρινή, με την οποία ένας από τους Βέικους είχε ερωτικές σχέσεις. Ως ανταμοιβή για τις υπηρεσίες της, τής δώρισε μερικά αμπέλια που βρίσκονταν σχετικά μακριά από το αρχοντικό, στην άκρη του κτήματος.

 

Αν μίλαγαν αυτά τα κορίτσια

Θυμήθηκα αυτή την ιστορία – αδιαφορώντας αν ανταποκρίνεται στην αλήθεια ή όχι, καθώς το ζητούμενο δεν είναι η ιστορική αναφορά, αλλά οι παγιωμένες αντιλήψεις, ακόμη και οι μύθοι, που οικοδομούν τελικά την ιστορία – όταν πριν από μερικές ημέρες, ηλικιωμένη κυρία, αστικής καταγωγής, σε συζήτηση για το επίκαιρο σήμερα στην Ελλάδα θέμα των σεξουαλικών παρενοχλήσεων από θέση εξουσίας, μας είπε: «Βρε παιδιά, αν μίλαγαν όλα αυτά τα κορίτσια που ήρθαν από το χωριό τους και δούλευαν ως οικιακές βοηθοί στα σπίτια των Βορείων Προαστείων, ξέρετε τι θα έβγαινε; Ξέρετε τι έχουν τραβήξει αυτά τα κορίτσια; Και μη νομίζετε ότι ήταν μόνο τα αφεντικά που τους ρίχνονταν. Ήταν και οι αφεντικίνες που τις πίεζαν να πάνε με τον γιό τους για να “τον μάθουν”»

Ιστορίες αυτού του είδους έχουν καταγραφεί στην τέχνη, κάθε είδους, και δεν χρειάζεται να ψάξει κάποιος πολύ για να διαπιστώσει ότι και ο κινηματογράφος βρίθει παρόμοιων σεναρίων. Για παράδειγμα, η ταινία «Σαπίλα στην αριστοκρατία» του Κώστα Καραγιάννη, το 1967, περιγράφει ακριβώς αυτό που μας είπε η φίλη μας. Μία μητέρα η οποία αποφασίζει να συνδράμει τον γιό στην απόκτηση ερωτικών εμπειριών, απολύει την ηλικιωμένη και πιστή υπηρέτρια και προσλαμβάνει νεαρή ταπεινής καταγωγής, στοιχείο που θα την εμποδίσει έστω και να απαιτήσει επισημοποίηση της σχέσης. «Κι αν συμβεί και κανένα παρατράγουδο, οι γιατροί δεν είναι μόνο για να δίνουν ασπιρίνες», λέει στον σύζυγό της.

Από το θεατρικό μιούζικαλ «Σικάγο» του 1920 και την «Μαλίτσια» στον διεθνή χώρο έως τις ελληνικές ταινίες, «Γεροδήμος» όπου στο φινάλε αποκαλύπτεται η πραγματική ταυτότητα της ψυχοκόρης «ως νόθου κόρης του μεγαλοτσέλιγκα» στο σπίτι του οποίου εργάζεται, και «Πολύ αργά για δάκρυα», όπου η κόρη υπηρέτριας εκδικείται τον φυσικό πατέρα της επειδή έδιωξε τη μάνα της όταν έμεινε έγκυος, όπως μας περιγράφει ο ιστορικός του κινηματογράφου Γιάννης Σολδάτος, καθίσταται ξεκάθαρο ότι όλα αυτά τα σενάρια είναι «εμπνευσμένα από την ίδια τη ζωή». Αυτό το ξέρουμε. Μας το έχει τραγουδήσει και ο Βασίλης Νικολαϊδης στην «Ιστορία της Μαρίας ΙΙ»

 

Κι όταν έφευγαν τ’ αφεντικά

της την έπεφτε ο γιος στα μουλωχτά

Και ο γέρος τη Μαρία εκβιάζει

“Με αποπλάνηση ανηλίκου φυλακή”

Κι αναγκάζεται αυτή να του δοθεί

 

Το βλέπουμε στα μάτια

Δεν χρειάζεται να είναι κάποιος μεγαλωμένος «στη σάπια αριστοκρατία» για να μπορεί να ανασύρει μνήμες από το στενό του περιβάλλον. Το βλέπουμε σ’ αυτό που θέλει να θάψει βαθιά μέσα της η συνάδελφος, η φίλη, ακόμα και η γυναίκα τού πολύ πιο στενού περιβάλλοντος, σ΄ αυτό το «κάτι» στο οποίο δεν αναφέρεται ποτέ, τουλάχιστον δυνατά. Εμείς απορούμε, βλέποντας τα μάτια τους να θολώνουν, όταν η συζήτηση αγγίζει τέτοια θέματα. Το ξεπερνάμε με επιφανειακή μεν ευκολία, αλλά κρατώντας μέσα μας την απορία, «τι έπαθε αυτή τώρα;»

Η παρενόχληση δεν αφορά μόνο κορίτσια. Πόσα αγόρια δεν «ανδρώθηκαν» από τη φίλη της μαμάς ή τη μαμά του φίλου; Ίσως τότε να κολακεύτηκαν που μια μεγαλύτερη γυναίκα τους έβλεπε σαν «άνδρες». Ίσως όταν αυτό συνέβαινε να μην το εκλάμβαναν ως «βιασμό», καθώς στα κοινωνικά στερεότυπα είναι διαφορετικά τα μέτρα κι τα σταθμά. Όμως, πρωτοετής φοιτητής ψυχολογίας μπορεί να διαβεβαιώσει ότι σε βάθος χρόνου η εμπειρία καταγράφεται ως «τραυματική».

Το κίνημα MeToo ήρθε από τις ΗΠΑ. Όμως η παρενόχληση, η εκμετάλλευση, ο βιασμός, η χρήση με λίγα λόγια του σεξ ως εργαλείου επιβολής εξουσίας κάθε είδους, υπήρχε στις κοινωνίες. Σήμερα το αναδεικνύουν κυρίως καλλιτέχνες και αθλητές. Άνθρωποι που, με τον τρόπο του ο καθένας, επιτρέπεται να «γδύνονται μπροστά στο κοινό». Κι όταν αυτό όλο ξεφουσκώσει, όταν κάτι άλλο, εξίσου αποκρουστικό πάρει τη θέση του στην επικαιρότητα και τραβήξει τα φώτα της δημοσιότητας, ας κρατήσουμε στο μυαλό μας σαν μνημείο στην άγνωστη υπηρέτρια, υπηρέτρια κάθε είδους όχι μόνο οικιακή βοηθό, τη «Λαμπρινή». Για να θυμόμαστε ότι MeToo μας έχουν πει χιλιάδες φορές, όχι μόνο με το στόμα αλλά και με τα μάτια, με την κίνηση, με τον τρόπο τους, πολλοί άνθρωποι γύρω μας. Και τότε η ψυχή μας ν’ αγκαλιάσει απαλά τον πόνο του άλλου που είναι και δικός μας, και η φωνή μας να ξαναπεί με τον τρόπο του τότε και πάντα: Όχι πια, ποτέ πια!

Νίκος Σερβετάς

Πηγή: Η Εποχή