Συνεντεύξεις

Νίκος Παρασκευόπουλος: Είναι πρόβλημα για τη Δημοκρατία οι δηλώσεις Μητσοτάκη

Τη συνέντευξη πήρε η Νικόλ Λειβαδάρη

  • Τι ισχύει τελικά, νομικά και πολιτικά, με την στέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων; Προβλεπόταν στον προηγούμενο Ποινικό Κώδικα αλλά όχι στον νέο. Γιατί?

Τόσο με τον παλαιό Ποινικό Κώδικα, όσο και με τον νέο, η αποστέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων ακόμη και αν προβλέπεται δεν είναι δυνατή εφόσον η απόφαση δεν γίνει αμετάκλητη. Η ρύθμιση αυτή άλλωστε είναι του Συντάγματος και ο νομοθέτης δεν μπορεί να τη θίξει. Αυτό, που ούτε πριν προβλεπόταν ούτε ως τώρα, είναι το προτεινόμενο σήμερα από τον ΣΥΡΙΖΑ – Π.Σ. και άλλα κόμματα της αντιπολίτευσης: η νομοθεσία για τη Βουλή να προβλέψει προϋποθέσεις και κωλύματα συμμετοχής και αναγνώρισης κομμάτων.  Αμέσως, μετά την μεταπολίτευση η πολιτική σκηνή της χώρας δίσταζε να θεσπίσει κωλύματα για την αναγνώριση κομμάτων από τη Βουλή. Ήταν νωπός τότε ο χρόνος της δικτατορίας, όπου είχαμε στερηθεί αυτό το σημαντικό πυλώνα του κοινοβουλευτισμού, τα κόμματα.  Σήμερα ο χρόνος έχει ωριμάσει και η πρόταση των βουλευτών της αντιπολίτευσης για δημοκρατικούς όρους συμμετοχής στην πολιτική ζωή  πρέπει να γίνει δεκτή.

  • Είπατε ότι ο νέος κώδικας έχει και κάποιες «αστοχίες» και «προβληματικές διατάξεις» που θα πρέπει να αλλάξουν. Ποιες είναι αυτές; 

O νέος Ποινικός Κώδικας στο σύνολό του είναι προτιμότερος από τον προηγούμενο, αλλά όντως κάποιες διατάξεις του πρέπει να αλλάξουν. Νομίζω πια ότι όλοι ή έστω πολλοί γνωρίζουν ότι ένας Κώδικας ψηφίζεται μόνο στο σύνολό του, με ένα άρθρο, και δεν επιτρέπεται συζήτηση ξεχωριστή για το καθένα. Η πρόβλεψη είναι λογική και αναπόφευκτη. Αν η Βουλή θα έπρεπε να συζητά ένα -ένα τα άρθρα του Αστικού ή του Ποινικού Κώδικα, η διάρκεια των εργασιών της θα ξεπερνούσε τον χρόνο και θα πλησίαζε τον χρόνο εργασίας των νομοπαρασκευαστικών επιτροπών. Επιμέρους διατάξεις για τις οποίες υπήρχαν και υπάρχουν επιφυλάξεις μέσα στο σύνολο των 400 και πλέον  διατάξεων του Ποινικού Κώδικα, ασφαλώς συναντώνται. Ως παράδειγμα αναφέρω την εσφαλμένη αποποινικοποίηση του άρθρου 361Α του Ποινικού Κώδικα, το οποίο είχε θεσπιστεί  πρόσφατα το 2015. Το συγκεκριμένο άρθρο προέβλεπε ένα έγκλημα, το οποίο κακώς με τον νέο ΠΚ αποποινικοποιήθηκε. Πρόκειται για την δημόσια προσφορά ειδών πρώτης ανάγκης με κριτήριο, που μπορεί να είναι ακόμη και φυλετικό.  Η διάταξη αυτή, όπως φαίνεται είχε άμεση αποτελεσματικότητα αποτρέποντας αυτές τις ρατσιστικές πράξεις διάκρισης και δεν θα έπρεπε  να έχει καταργηθεί.

  • Η κριτική εστίασε και στις διατάξεις με βάση τις οποίες οι ποινές για εγκληματική οργάνωση είναι πιο μικρές από ό,τι στο παρελθόν. Ποια είναι η γνώμη σας;

Σε  συνολική εκτίμηση οι ρυθμίσεις για την εγκληματική οργάνωση δεν μπορούν να κριθούν πιο ελαφρές. Είναι αλήθεια ότι βασικό χαρακτηριστικό του νέου Ποινικού Κώδικα είναι ότι προβλέπει  για όλα τα εγκλήματα κατώτερα όρια σε απειλούμενες ποινές ως πλαίσια, αλλά από την άλλη σταθερότερο και πιο αυστηρό σύστημα απολύσεων υπό όρους. Με τη νέα αυτή επιλογή ο ελληνικός Ποινικός Κώδικας έρχεται πιο κοντά σε όσα ισχύουν σε ξένες χώρες, που επίσης έχουν  χαμηλά απειλούμενα όρια ποινής αλλά σταθερά συστήματα απόλυσης. Η στάθμιση αυτών των παραμέτρων και το γεγονός ότι ο Ποινικός Κώδικας περιλαμβάνει ρυθμίσεις που αφορούν το σύνολο των πολιτών και των εγκλημάτων εξηγεί γιατί σε επιμέρους ρυθμίσεις  βρίσκουμε διαφορές.

  • Μπορούσε η νυν κυβέρνηση να έχει αλλάξει τις διατάξεις αυτές (ποινές, πολιτικά δικαιώματα); Κι εάν το είχε κάνει θα ίσχυαν και για τους καταδικασθέντες της Χρυσής Αυγής;

Αυτό που δεν μπορούσε να αλλάξει ούτε αυτή, ούτε η επόμενη κυβέρνηση ήταν η πρόβλεψη οι αποστερήσεις των πολιτικών δικαιωμάτων να επιβάλλονται με το αμετάκλητο της δικαστικής απόφασης, το οποίο, δυστυχώς, μπορεί να καθυστερήσει πολλά χρόνια.  Οι γενικές αλλαγές των ποινών χρειάζονται ιδιαίτερη προσοχή, επειδή αφορούν πάντοτε το σύνολο των εγκλημάτων και των δραστών, χωρίς να επιτρέπονται εξαιρέσεις προσώπων. Στην Ελλάδα όμως και σε άλλες  χώρες είναι δεδομένο ότι τα νομοθετικά σώματα μπορούν να θέτουν προϋποθέσεις και όρους για τη συμμετοχή προσώπων και κομμάτων στη λειτουργία τους, και αυτό θα αφορά τους πάντες, και τους καταδικασμένους της Χρυσής Αυγής.

  • Υπήρξε θόρυβος και από μια δήλωσή σας ότι συμφωνείτε με τον κ. Κοντονή. Σε τι συμφωνείτε και σε τι διαφωνείτε;

Στο βασικό επίδικο, δηλαδή εάν έπρεπε πριν τις εκλογές να ψηφιστεί ο  νέος Κώδικας ή όχι, διαφωνώ  με τον κ. Κοντονή. Ήμουν εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ στη Βουλή για την ψήφιση του Κώδικα και φυσικά έκτοτε υποστήριξα την αναγκαιότητα της ψήφισής του τη δεδομένη χρονική περίοδο. Ωστόσο, από τυπική άποψη θα μπορούσε η ψήφιση του Κώδικα να γίνει οποτεδήποτε δηλαδή και μετά τις εκλογές, όπως είπε ο Κοντονής. Το βρίσκω, μάλιστα, αυτονόητο και πάντως κοινώς γνωστό ότι ένας νόμος μπορεί να ψηφιστεί οποτεδήποτε πριν ή μετά τις εκλογές, μετά λίγα ή πολλά χρόνια κ.λπ. Με τον κ. Κοντονή διαφωνώ επίσης για τον χρόνο και τον τρόπο συζήτησης του θέματος αυτού. Κατά τη στιγμή της έκδοσης μιας απόφασης με ιστορική σημασία για τη χώρα  και τη Δημοκρατία, θυμίζω ότι στην Ελλάδα  η μάχη της Δημοκρατίας με τους εχθρούς της είναι πανάρχαια και συνεχίζεται, η συζήτηση δεν θα έπρεπε να αποπροσανατολιστεί με προσφυγή σε άλλα θέματα.  Ήταν ακριβώς ο χρόνος στον οποίο οφείλουμε να επαινούμε τη Δικαιοσύνη για ένα τόσο επίπονο-τιτάνιο θα έλεγα- έργο απονομής δικαίου. Πραγματικά, ο αποπροσανατολισμός αυτός ήταν άστοχος.

  • Έχουν περάσει 7 χρόνια από την δολοφονία του Παύλου Φύσσα και 5,5 χρόνια από την έναρξη της δίκης της Χρυσής Αυγής. Θα μπορούσε η δίκη να έχει ολοκληρωθεί πιο σύντομα; Ποιος ευθύνεται γι’ αύτη την καθυστέρηση;

Καταρχάς δεν πρέπει να μιλάμε για καθυστέρηση. Η διάρκεια της δίκης ήταν φυσιολογική. Ανάλογη δίκη στη Γερμανία με πολύ λιγότερους κατηγορούμενους είχε σχεδόν την ίδια διάρκεια. Θυμίζω ότι στη δίκη εδώ μετείχαν εξήντα οκτώ κατηγορούμενοι και πλήθος δικηγόρων πολιτικής αγωγής και υπεράσπισης. Υπήρχε επίσης ένας τεράστιος αριθμός μαρτύρων και εγγράφων, τα οποία έπρεπε να διαβαστούν. Θα μπορούσε να είχε λίγο συντομότερη διάρκεια η δίκη, αν οι κατηγορούμενοι απέφευγαν την καταχρηστική τακτική να υποβάλλουν προς ανάγνωση μακροσκελή έγγραφα με ελάχιστη σημασία. Το δικαστήριο, όμως, σωστά εκτίμησε ότι δεν θα έπρεπε να περικόψει την ανάγνωση, γιατί θα μπορούσε να προκύψουν δικονομικά προβλήματα και ακυρότητες.  Αντίθετα, ήταν ψευδές ότι η διάρκεια των πεντέμισι ετών οφειλόταν στο ότι για ένα μικρό χρονικό διάστημα, μετά τη λήξη της αποχής των δικηγόρων και μέχρι την μετατόπιση, η δίκη διεξαγόταν σε ακατάλληλη αίθουσα. Μέσα σε ένα τρίμηνο προέκυψαν οι νομικές προϋποθέσεις για την αλλαγή  αίθουσας με αίτημα του προϊσταμένου του δικαστηρίου και πάντως η δίκη δεν είχε διακοπεί.
Χρειάζεται, όμως, οπωσδήποτε διευκρίνιση εδώ ένα  σημαντικό θέμα. Ο χρόνος διεξαγωγής και διάρκειας μιας δίκης εμπίπτουν αποκλειστικά στην αρμοδιότητα της ανεξάρτητης Δικαιοσύνης. Μια οποιαδήποτε κυβέρνηση δεν έχει κανένα δικαίωμα να παρεμβαίνει. Από την άποψη αυτή ήταν ανεπίτρεπτος και   κανονικά αντισυνταγματικός ο κομπασμός   του Πρωθυπουργού ότι η δίκη είχε βαλτώσει επί ΣΥΡΙΖΑ και επιταχύνθηκε επί της σημερινής κυβέρνησης. Η δίκη προχώρησε και τελείωσε με τους ρυθμούς της Δικαιοσύνης.  Είναι πρόβλημα για τη Δημοκρατία ένας Πρωθυπουργός να πιστεύει ότι οι κυβερνήσεις μπορούν να επηρεάζουν την πορεία μιας δίκης. Βεβαίως, αν τη δήλωση του Πρωθυπουργού τη συνδυάσουμε με διάφορες δηλώσεις υπουργών της κυβέρνησής του, που αφορούν εκκρεμείς υποθέσεις διερεύνησης οικονομικών σκανδάλων, καταλαβαίνουμε ότι η νοοτροπία και οι απόπειρες  χειραγώγησης της Δικαιοσύνης στην Κυβέρνηση αυτή αποτελούν κακή έξη.

Πηγή: TVXS