Συνεντεύξεις

Νίκος Φίλης: Οι απειλές από τη διακυβέρνηση Τραμπ δεν αφορούν μόνο την Αριστερά αλλά τον κόσμο ολόκληρο

* Κάποτε η Αριστερά διαδήλωνε κατά της επίσκεψης Κλίντον στην Ελλάδα. Σήμερα ένας αριστερός πρωθυπουργός επισκέπτεται τον Λευκό Οίκο και μιλά για “στρατηγική συμμαχία” με τις ΗΠΑ. Τι συμβαίνει; Νέα κατάσταση, νέα καθήκοντα; Πώς αποτιμάτε την επίσκεψη;

Η επίσκεψη του πρωθυπουργού στις ΗΠΑ ολοκληρώθηκε με τρόπο επωφελή για τα ελληνικά συμφέροντα, τουλάχιστον σε επίπεδο υποσχέσεων για το χρέος και τις επενδύσεις, που θα δούμε ποια συνέχεια θα έχουν. Για μεν το χρέος η αναφορά είναι ρητορική, γιατί αυτό βρίσκεται σε ευρωπαϊκά χέρια. Ως προς τις επενδύσεις θα δούμε τι θα προκύψει από την επιτροπή που συγκροτήθηκε. Προφανώς τα Μνημόνια έχουν απαξιώσει τη χώρα και την οικονομία και έχουν δημιουργήσει «ευκαιρίες» επενδύσεων, ορισμένες από τις οποίες (π.χ. στην ενέργεια) συνδυάζονται και με γεωπολιτικές επιδιώξεις. Συνεπώς, δεν επιτρέπονται ενθουσιασμοί για «τσουνάμι επενδύσεων», αλλά μια στάθμιση των κοινωνικών, περιβαλλοντικών και ευρύτερων ωφελημάτων από τις κατάλληλες επενδύσεις. Ας μη μας διαφεύγει πάντως ότι ο Τραμπ πήρε προκαταβολικά το αντάλλαγμά του με τη συμφωνία για τα F-16, το οποίο ο ίδιος προσδιόρισε στα 2,4 δισ. δολάρια.

Ως προς το θέμα των διαδηλώσεων. Αν μια φορά διαδηλώσαμε κατά του Κλίντον, τώρα είναι δεκαπλάσια η ανάγκη. Ο Τραμπ σηματοδοτεί το απεχθέστερο μοντέλο του διεθνούς καπιταλισμού και του ιμπεριαλισμού, και μάλιστα στην ακροδεξιά εκδοχή τους. Τι να πρωτοθυμηθούμε; Τις απειλές για παγκόσμια σύρραξη με αφορμή τη Βόρεια Κορέα; Την επιθετικότητα απέναντι στην Ευρώπη; Τη ρατσιστική προσέγγιση του μεταναστευτικού; Τα σχέδια για νέα πολεμική εμπλοκή στη Μέση Ανατολή μέσω του Ιράν; Την υποστήριξή του σε ακροδεξιά κινήματα στη Λατινική Αμερική και τις απειλές του απέναντι στη Βενεζουέλα; Και, βεβαίως, μπορούμε να ξεχάσουμε την πλανητική απειλή που αντιπροσωπεύει η αποχώρηση των ΗΠΑ από τη συμφωνία για την κλιματική αλλαγή;

Δεν πρόκειται για επιμέρους διαφωνίες ούτε για μια ιδιόρρυθμη κριτική της Αριστεράς. Αφορά την Ευρώπη, το ειρηνικό μέλλον του κόσμου, τη δημοκρατία. Αυτή η διάσταση απουσίασε από την επίσκεψη κάτι που εντοπίστηκε από τον ευρωπαϊκό Τύπο. Μπορεί να υπάρχει σχετική αυτονομία στην ελληνική επιδίωξη για στήριξη από τις ΗΠΑ, αλλά αυτό δεν μπορεί να συνιστά ούτε καν realpolitik αν δεν λαμβάνει υπόψη το ευρύτερο γεωπολιτικό ταμπλό, τη φλεγόμενη μεσογειακή περίμετρο και το ενδιαφέρον άλλων μεγάλων δυνάμεων για την περιοχή. Άλλωστε η Ελλάδα έχει απομακρυνθεί από την περίοδο που αναζητούσε προστασία στον υπό αμερικανική κηδεμονία χώρο και δεν πρόκειται να εξυπηρετήσει τα εθνικά της συμφέροντα ποντάροντας στη συγκυριακή όξυνση των σχέσεων ΗΠΑ – Τουρκίας. Από αυτή τη σκοπιά ξενίζουν οι αναφορές περί «στρατηγικής συμμαχίας», «κοινών αξιών» και διαβολικά καλού Τραμπ.

* Η συμφωνία αναβάθμισης του στόλου των F-16 είναι το “αναγκαίο κακό” της προσδοκώμενης βοήθειας από τις ΗΠΑ σε οικονομικά θέματα όπως το χρέος και οι επενδύσεις;

Οι Έλληνες πολίτες, και ειδικά ο κόσμος της Αριστεράς, αιφνιδιάστηκαν από την ανακοίνωση που έκανε ο Τραμπ για τα F-16, και μάλιστα με κυνικό τρόπο. Κυνικό και προκλητικό θα έλεγα, αν αναλογιστούμε ότι η Αμερική του 4% ανεργία ζήτησε τη «βοήθεια» της Ελλάδας του 22% ανεργία για να δημιουργήσει θέσεις εργασίας στη στρατιωτική της βιομηχανία! Αν οι Αμερικανοί κερδίζουν δισεκατομμύρια για τις υποσχέσεις τους σχετικά με το χρέος και τις επενδύσεις, μπορεί να φανταστεί κανείς σε τι κλοιό πιέσεων μπορεί να βρεθεί η Ελλάδα, αν μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Γερμανία και η Γαλλία, που είναι οι κύριοι δανειστές μας, αξιώσουν δικά τους ανταλλάγματα;

Αντίθετα με το αμερικανικό Κογκρέσο, που ενημερώθηκε έγκαιρα και ενέκρινε τη συμφωνία, εμείς δεν γνωρίζουμε ούτε στη Βουλή ούτε στο κόμμα τη συμφωνία για τα F-16, παρότι είχαμε επιδιώξει να γίνει αυτή η συζήτηση. Νομίζω ότι είναι αναγκαίο να γίνει ακόμη και τώρα, ώστε να διευκρινιστούν πολλά. Κανείς δεν παραγνωρίζει την ανάγκη της αμυντικής θωράκισης της χώρας ούτε όμως έχουμε ξεχάσει το πάρτι στους εξοπλισμούς και τα σκάνδαλα μέσω των περίφημων αντισταθμιστικών. Ακόμη και 1,1 δσ.ς να κοστίσει τελικά η αναβάθμιση των F-16, είναι ένα ποσό μειωμένο ως προς κάποιους αρχικούς σχεδιασμούς του κ. Καμμένου, αλλά εξακολουθεί να είναι δυσβάστακτο στην παρούσα φάση. Άλλωστε, η χώρα μέσα στη φτώχεια της είναι η δεύτερη χώρα του ΝΑΤΟ σε αμυντικές δαπάνες, διαθέτοντας στον προϋπολογισμό τού 2017 το 2,7% του ΑΕΠ, ενώ τα κονδύλια του υπουργείου Άμυνας παραμένουν αμείωτα σε αντίθεση με ό, τι συμβαίνει στα άλλα υπουργεία. Aυτό δεν μπορεί να συνεχίζεται την ώρα που αντιμετωπίζουμε τεράστιες ελλείψεις σε άλλους τομείς, όπως στα πυροσβεστικά αεροπλάνα που είναι καθηλωμένα και δεν… «αναβαθμίζονται», στα ασθενοφόρα ή στα αστικά λεωφορεία που είναι ακινητοποιημένα ελλείψει ανταλλακτικών. Χρειάζεται λοιπόν μια σφαιρική αντιμετώπιση των αναγκών με δεδομένες τις σκληρές πολιτικές λιτότητας που υφίστανται οι πολίτες.

* Άρα για ποιο «αναγκαίο κακό» μπορούμε να μιλάμε;

Στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, αντί για την κούρσα των εξοπλισμών, οφείλουμε να ακολουθούμε σταθερά το δρόμο του διαλόγου, όσα προσκόμματα κι αν βάζει η στάση της άλλης πλευράς, με στόχο μεταξύ άλλων την αμοιβαία μείωση των υπερεξοπλισμών. Πολύ σωστά, σε αντίθεση με άλλους Ευρωπαίους ηγέτες, ο πρωθυπουργός επέμεινε να μην κλείσει ο δρόμος της Τουρκίας προς την Ευρώπη στην προχθεσινή σύνοδο κορυφής.

* Η στροφή στη realpolitik αυτής της κυβέρνησης είναι συνειδητό βήμα ενηλικίωσης ή κάτι άλλο;

Η έννοια της realpolitik συνήθως παραπέμπει σε μια πολιτική χωρίς αρχές και είναι ίδιον των ισχυρών, που με κυνικό τρόπο προωθούν τα συμφέροντά τους. Προφανώς δεν αφορά την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία είναι αναγκασμένη να αναζητεί διεθνείς συμμαχίες στη βάση κοινών συμφερόντων και με σεβασμό των διεθνών κανόνων. Με σταθερή προσήλωση στην ειρήνη, τη συνεργασία των λαών και τη δημοκρατία.

Η realpolitik για το χρεοκοπημένο πολιτικό προσωπικό υπήρξε συνώνυμο της υποτέλειας και του πτωχοπροδρομισμού. Ακόμη και τώρα αντέδρασαν στην επίσκεψη Τσίπρα στην Ουάσιγκτον με σκηνές ζηλοτυπίας απέναντι στον Τραμπ. Η Ν.Δ., μάλιστα, πλειοδότησε διά του αρχηγού της ζητώντας να ικανοποιήσουμε τις επιθυμίες των Αμερικανών για τη Σούδα και τις υπόλοιπες διευκολύνσεις και να εντάξουμε το σύνολο των F-16 στο πρόγραμμα αναβάθμισης.

Σχετικά με την ενηλικίωση. Πάντοτε η διακυβέρνηση συνιστά μια εμπειρία ωρίμανσης. Κρινόμαστε από το κατά πόσον υποστηρίζουμε αποτελεσματικά τα συμφέροντα της χώρας και του λαού μας, ιδιαίτερα μάλιστα των πιο αδύναμων στρωμάτων.

* Στο πολύπλοκο και μάλλον όλο και πιο δύσκολο ευρωπαϊκό περιβάλλον πού μπορεί να βρει ρωγμές η Αριστερά για να εφαρμόσει ένα μέρος από την πολιτική της;

Δεν υπάρχουν εύκολες συνταγές σε μια Ευρώπη που δείχνει να κοιτάζει προς τα δεξιά. Βεβαίως δεν υπάρχουν συνταγές εκτός Ευρώπης. Η ελπίδα συνίσταται στο γεγονός ότι οι πολιτικές της λιτότητας που συγκροτούσαν επί πολλά χρόνια το νεοφιλελεύθερο σύμπαν της Ευρώπης τώρα δοκιμάζονται. Ακόμη και κυρίαρχες δυνάμεις, όπως η Γαλλία του Μακρόν, αναγκάζονται να θέσουν -με τους δικούς τους βέβαια όρους- το ζήτημα της ευρωπαϊκής προοπτικής. Η ανάγκη επαναθεμελίωσης της Ευρώπης προϋποθέτει την επιστροφή των πολιτών στην πολιτική με όρους δημοκρατίας και αλληλεγγύης και με την αξιοπρεπή εργασία στο επίκεντρο των νέων οικονομικών πολιτικών. Οι ανάγκες των πολιτών μπορούν να δημιουργήσουν ρωγμές. Από την έκβαση αυτής της εξέλιξης σε ευρωπαϊκό επίπεδο θα κριθεί και η δική μας προσπάθεια να βγάλουμε τη χώρα από τα Μνημόνια και την κρίση.

* Τελικώς τι πιστεύετε; Ο Αύγουστος του 2018 θα μας βρει εκτός μνημονίων; Κι αν ναι, αυτό είναι και το τέλος της κρίσης για τη χώρα μας;

Δεν θα περάσουμε από την κόλαση στον παράδεισο. Τον Αύγουστο του 2018 μπορούμε να βγούμε από την υφιστάμενη δανειακή σύμβαση, μπορούμε να επιτύχουμε την αποδυνάμωση ορισμένων μνημονιακών καταναγκασμών και τη χαλάρωση της ασφυκτικής επιτροπείας, αλλά το Μνημόνιο, ως καθεστώς και ως μοχλός ανακατασκευής της κοινωνίας και της οικονομίας, θα συνεχίσει να υπάρχει. Είναι το χρέος και ο μηχανισμός των πλεονασμάτων που λειτουργούν εξαιρετικά δεσμευτικά προς αυτή την κατεύθυνση.

Στην τελική διαπραγμάτευση προέχουν η ρύθμιση του χρέους και η μείωση των θηριωδών πλεονασμάτων 3,5% για τα επόμενα χρόνια, καθώς επίσης η επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων και η αύξηση του κατώτερου μισθού. Τα στοιχεία του 2016 που δημοσίευσε η Eurostat για τη φτώχεια και την κοινωνική εξαθλίωση που βιώνει το 35,6% του πληθυσμού, δηλαδή 3,8 εκατ. Έλληνες είναι μια ηχηρή καμπάνα και δεν επιτρέπουν σε κανέναν να κομπάζει για δήθεν success story. Η βελτίωση του οικονομικού κλίματος βρίσκει σμπαραλιασμένο τον κόσμο της εργασίας και τα πιο αδύναμα στρώματα και η ανακούφιση αυτών των στρωμάτων πρέπει να είναι ύψιστη προτεραιότητα για την κυβέρνηση της Αριστεράς και πεδίο καθημερινής ταξικής αντιπαράθεσης. Ακόμη και η μείωση της ανεργίας όσο γίνεται με όρους επισφαλούς και αναξιοπρεπούς «απασχολησιμότητας» και συνθηκών που παραπέμπουν σε σύγχρονες μορφές δουλείας είναι η άλλη όψη των νεοφιλελεύθερων πολιτικών απορρύθμισης της αγοράς εργασίας.

* Θα πρέπει να συνεχίσει η κυβέρνηση τις τομές όσον αφορά τα κοινωνικά δικαιώματα, παρά τις έντονες αντιδράσεις από την αντιπολίτευση αλλά και την Εκκλησία;

Προφανώς. Η κυβέρνηση οφείλει να μην θέτει υπό διαπραγμάτευση τα ανθρώπινα δικαιώματα, και μάλιστα με εξωπολιτικούς θεσμούς όπως η Εκκλησία, για την οποία θα πρέπει να προωθεί τον χωρισμό της από το κράτος. Με ένα συνεκτικό πρόγραμμα, ώστε τα ατομικά δικαιώματα να αλληλοσυμπληρώνονται με τα κοινωνικά δικαιώματα. Η Αριστερά δεν υπηρετεί αποσπασματικά τον κατάλογο του δικαιωματισμού ούτε καταφεύγει σε αυτά ως αντιπερισπασμό, αλλά εντάσσει τα δικαιώματα στην προοπτική της κοινωνικής αλλαγής. Αν για τους φιλελεύθερους η αναγνώριση των δικαιωμάτων π.χ. των διεμφυλικών λειτουργεί ως άλλοθι παρηγοριάς για την ανεργία ή την εργασιακή ανασφάλεια, για την Αριστερά είναι όρος ύπαρξης η προσπάθεια να ικανοποιηθούν οι πολλαπλές ταυτότητες στις οποίες αναγνωρίζεται ο σύγχρονος πολίτης. Κι αυτό συγκροτεί τη σύγχρονη Αριστερά σε αντίθεση με τον οικονομισμό και τον συντηρητισμό της δογματικής Αριστεράς.

* Την “επόμενη μέρα”, είτε μιλάμε για τη μεταμνημονιακή εποχή είτε για την περίοδο μετά τις εκλογές, σε ποιες πολιτικές και κοινωνικές συμμαχίες θεωρείτε ότι πρέπει να στηριχθεί ο ΣΥΡΙΖΑ για να προωθήσει προοδευτικές και ριζοσπαστικές αλλαγές;

Πριν φτάσουμε οριστικά στη μεταμνημονιακή εποχή, ας κοιτάξουμε να αλλάξουμε από τώρα τους όρους της πολιτικής αντιπαράθεσης. Είναι κατάντημα και πρέπει να σταματήσει αμέσως η αντιπολίτευση της «χολέρας», των fake news και της καταστροφολογίας. Καθημερινά παρακολουθούμε τη ρευστοποίηση ή τη μετάλλαξη πολιτικών χώρων. Συνεπώς πρέπει να μιλήσουμε με όρους προγράμματος. Η διάκριση Μνημόνιο – αντιμνημόνιο ανήκει εκ των πραγμάτων στο παρελθόν.

Οι επόμενες εκλογές θα αναδείξουν και στην Ελλάδα δύο πόλους: Από τη μια ο συντηρητικός, με κορμό τη Ν.Δ. που ολοένα και περισσότερο επιβεβαιώνεται ως κόμμα της αγοράς, της υποκριτικής ηθικής και της «τάξης», και από την άλλη ο προοδευτικός πόλος με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ, με πρόγραμμα το κοινωνικό κράτος, τις δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις, την υπέρβαση της λιτότητας, τον μετασχηματισμό της Ευρώπης και μια δίκαιη ανάπτυξη με περιβαλλοντική ευαισθησία. Ανάμεσα σε αυτές τις δύο προγραμματικές προτάσεις θα κληθούν να επιλέξουν οι μικρότερες πολιτικές δυνάμεις.

Το στοίχημα είναι ανοικτό παρά τα όσα «προαναγγέλλονται» στις δημοσκοπήσεις. Με την προϋπόθεση ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα ενισχύσει την αριστερή ανανεωτική – ριζοσπαστική φυσιογνωμία του, η οποία αυτονοήτως εμπεριέχει και την πολιτική των συμμαχιών. Και δεν θα δελεαστεί από τη μοιραία αυταπάτη ότι μπορεί να μεταλλαχθεί σε κεντρώο κόμμα, όπως διάφορα συστημικά κέντρα εντός και εκτός χώρας επιχειρούν να εκβιάσουν. Κόμμα, όμως, σημαίνει δημοκρατική λειτουργία των οργανώσεων και των οργάνων, ανοιχτή σχέση με την κοινωνία και τα κινήματα, υποστήριξη των κομματικών ΜΜΕ και πρώτα – πρώτα της “Αυγής” και του Κόκκινου.

Συνέντευξη στον Σπύρο Ραπανάκη

Πηγή: Η Αυγή