Macro

Μήπως το 1965 είναι παρελθόν;

Η γνωστή σε όλους μας ρήση επιμένει ότι η ιστορία δεν επαναλαμβάνεται. Ωστόσο, από συνήθεια ή για την ευκολία μας, κάθε φορά που χρειάζεται να χαρακτηρίσουμε ένα γεγονός ή μια κατάσταση, καταφεύγουμε στο ιστορικό παρελθόν και το παρομοιάζουμε με όσα συμβαίνουν στο παρόν. Κάπως έτσι φτάσαμε να μιλάμε για αποστασία εν έτει 2018 ξυπνώντας μνήμες 1965.
Αυτό μπορεί να είναι χρήσιμο για επικοινωνιακούς λόγους, αλλά καθόλου δεν βοηθάει στην ανάλυση της τρέχουσας κατάστασης και την άντληση χρήσιμων συμπερασμάτων.

Διαφορές και ομοιότητες

Πριν από μισό αιώνα, λοιπόν, ένα κέντρο με έδρα το παλάτι οργάνωσε την απόσπαση βουλευτών της Ένωσης Κέντρου, που διέθετε την κοινοβουλευτική πλειοψηφία, προκειμένου από την ίδια Βουλή να προκύψει άλλη πλειοψηφία, πρόσφορη για μια κυβέρνηση της αρεσκείας του.
Μισό αιώνα μετά, σήμερα δηλαδή, μπορεί να υπάρχει η ίδια πυρετώδης προσπάθεια αποσταθεροποίησης της κυβερνητικής πλειοψηφίας, ωστόσο η διαμόρφωση μιας άλλης πλειοψηφίας από την ίδια Βουλή φαίνεται αδύνατη για τη ΝΔ, τη δεξιά τού σήμερα. Αντίθετα, αν οι προσπάθειές της να διαβρώσει τη συνοχή τού μικρότερου κυβερνητικού εταίρου, των ΑΝΕΛ, αποδώσουν, υπάρχει σαφέστατος ο κίνδυνος για τη ΝΔ να σχηματιστεί μια νέα κοινοβουλευτική πλειοψηφία, που θα την αφήνει πάλι στην αντιπολίτευση και, το κυριότερο, θα την αποκλείει από το όνειρο των συνεργασιών με το κέντρο. Θα την τοποθετεί, δηλαδή, και μεσο-μακροπρόθεσμα στο δεξιό άκρο για τα καλά.
Φαίνεται ότι κάποιοι εχέφρονες θα το έχουν εξηγήσει αυτό στον κ. Μητσοτάκη, γι΄ αυτό και επιμένει στις πρόωρες εκλογές. Και η στόχευση αυτή έχει πολύ μεγάλη διαφορά από την προαναφερόμενη. Πρώτα πρώτα, γιατί η ημερομηνία των εκλογών δεν εξαρτάται από τη θέληση ή τους χειρισμούς της ίδιας της ΝΔ. Άλλωστε, καίγοντας ένα από τα χαρτιά της, η ηγεσία της ΝΔ φρόντισε να μην έχει για το επόμενο εξάμηνο τη δυνατότητα να (ξανα) θέσει θέμα δυσπιστίας στη Βουλή. Επομένως, αυτό που την ενδιαφέρει, όπως φαίνεται, είναι να πάει στην εκλογική αναμέτρηση, όποτε συμβεί, με τις καλύτερες δυνατές προϋποθέσεις για την ίδια. Δηλαδή, με τη δημοτικότητα της κυβέρνησης στο κατώτερο δυνατό σημείο και με τις δικές της, συντηρητικές δυνάμεις συσπειρωμένες στο μέγιστο βαθμό.
Γι΄ αυτό και σε όλη την προηγούμενη περίοδο στόχος της ήταν να αποδομήσει το σχέδιο της κυβέρνησης για ολοκλήρωση των αξιολογήσεων και έξοδο από το πρόγραμμα μαζί με μια ρύθμιση για το χρέος. Η ολοκλήρωση, όμως, της τελευταίας αξιολόγησης, η επικείμενη και δεδομένη έξοδος από το πρόγραμμα, η ικανοποίηση των δανειστών και τα θετικά σημάδια των οίκων αξιολόγησης και της πρώτης αντίδρασης των αγορών, κάνουν πολύ δύσκολα εφαρμόσιμη την ως τώρα στρατηγική της.

Μετά την έξοδο και τη συμφωνία

Βλέποντας στα συλλαλητήρια τις αντιδράσεις μεγάλης μερίδας των πολιτών μπροστά στην, επικείμενη τότε, υπογραφή της συμφωνίας Τσίπρα-Ζάεφ, η ηγεσία της ΝΔ θεώρησε ότι βρήκε το κατάλληλο υποκατάστατο, που θα της εξασφάλιζε τη συσπείρωση των συντηρητικών ψηφοφόρων, την κυριαρχία της και στο χώρο της άκρας δεξιάς, από την οποία κινδυνεύει να χάσει δυνάμεις, και, επίσης, θα της επέτρεπε να συμπαρασύρει σε μια παρόμοια κατεύθυνση το συντηρητικότερο κομμάτι του κέντρου.
Θα αποτολμούσαμε την εκτίμηση πως η ηγεσία της ΝΔ δεν επιθυμεί ούτε τη διάλυση των ΑΝΕΛ. Ίσως και η κύρωση της συμφωνίας να μην τη στενοχωρούσε τόσο πολύ, εφόσον θα της έδινε το επιχείρημα ότι όλα τα στραβά τα έπραξε η προηγούμενη κυβέρνηση –με τη στήριξη των ΑΝΕΛ– και της τα φόρτωσε, χωρίς να μπορεί πια τίποτε να κάνει.
Αυτό που επιδιώκει, λοιπόν, είναι να έχουν οι ΑΝΕΛ τις μεγαλύτερες δυνατές απώλειες στις εκλογές, προς όφελος της ΝΔ. Γι΄ αυτό και τους πιέζει τόσο σκληρά και ανέχεται ακόμα και τις προσωπικές απειλές που η εθνικιστική ρητορική της πυροδοτεί.
Επίσης, θέλει να εμφανιστεί σαν ιδεολογική ομπρέλα ικανή να συμπεριλάβει και τις πιο εθνικιστικές και ακραίες εκδοχές της δεξιάς και να εξουδετερώσει έτσι κινήσεις για εμφάνιση ανταγωνιστικών πολιτικών σχημάτων στο στίβο.

Άλλο 1965 και άλλο 2018

Αυτή η, ελλειπτική έστω, περιγραφή της σύνθετης κατάστασης μπορεί να μας πείσει ότι ελάχιστη σχέση έχει με την προ πεντηκονταετίας ιστορική περίοδο των Ιουλιανών. Σημαίνει αυτό ότι σήμερα κανείς δεν συνωμοτεί εναντίον κανενός; Ότι κανείς δεν υποβλέπει τη σταθερότητα της κυβέρνησης; Όχι βέβαια. Θα ήταν αφελές να το υποθέσουμε, από τη στιγμή που ο ίδιος ο κ. Μαρινάκης δηλώνει δημόσια ότι «η χούντα πέφτει» και, προφανώς, αφού πρόκειται για χούντα, είναι θεάρεστο έργο να συμβάλει κι αυτός παντοιοτρόπως στην πτώση της.
Ωστόσο, οι επιδιώξεις αυτές μπορεί να συμπίπτουν με τις επιδιώξεις της ηγεσίας της ΝΔ σε σημαντικό βαθμό, αλλά δεν αποκλείεται να έχουν και αποκλίσεις. Οι υπόδικοι, για παράδειγμα, βιάζονται πολύ περισσότερο απ΄ ό,τι ο κ. Μητσοτάκης να πέσει η κυβέρνηση.
Επίσης, διαφορές μπορεί να εντοπίσει κάποιος και στις δόσεις της αντικυβερνητικής υστερίας. Κυρίως γιατί η υπερβολική δόση που προτείνουν οι βιαστικοί ολιγάρχες, δεν συμφέρει πάντοτε τις επιδιώξεις της ΝΔ. Αρκεί να παρατηρήσουμε τον τρόπο με τον οποίο πολιτεύεται η «Καθημερινή», σε διάκριση με τον τρόπο των «Νέων» του κ. Μαρινάκη.

Οι συνέπειες της υπερβολικής δόσης

Το κακό με τις υπερβολικές δόσεις είναι ότι συμπαρασύρουν όλο το πολιτικό σύστημα προς τα δεξιά, σε μια νέα υστερική εθνικοφροσύνη, προκαλώντας μια αναπόφευκτη αντίδραση, η οποία επιφέρει αναταράξεις στο εσωτερικό όλων των πολιτικών δυνάμεων. Δεν είναι μόνο οι ΑΝΕΛ που πλήττονται. Το ΚΙΝΑΛ βρίσκεται στα πρόθυρα της διάσπασης, γιατί το Ποτάμι δεν διανοείται να μη διαφοροποιηθεί από αυτό το νοσηρό κλίμα που διαμορφώνει η ΝΔ. Στην Ένωση (όχι και πολύ) Κεντρώων κύριος οίδε τι μπορεί να συμβαίνει. Όσο για τη ΝΔ που θα έπρεπε να επιχαίρει, η ηγεσία της αναγορεύει σε… συριζαίο τον κ. Μίχαλο και τον διαγράφει, επειδή διαφοροποιείται και στην αποτίμηση της εξόδου και στο μακεδονικό. Η ρευστότητα που προκαλεί στο πολιτικό σκηνικό, η στροφή της ΝΔ, δεν φαίνεται να είχε προβλεφθεί από την ηγεσία της. Όπως φαίνεται να μην είχε προβλεφθεί και το ενδεχόμενο να έχει πολύ διαφορετικές, έως αντίθετες, συνέπειες από τις αναμενόμενες, ευνοϊκές για την ίδια.
Χαράλαμπος Γεωργούλας

Πηγή: Η Εποχή