Κάθε εκλογικό αποτέλεσμα διαμορφώνεται πολύ πριν την προεκλογική περίοδο. Τακτικές και πρωτοβουλίες κατά τη διάρκεια του προεκλογικού αγώνα, όπως και απρόσμενα σοβαρά γεγονότα, ελάχιστα επηρεάζουν εντέλει το εκλογικό αποτέλεσμα. Οι τελευταίες εκλογές δεν αποτελούν εξαίρεση. Υπ’ αυτή την έννοια, τα αποτελέσματα μόνο στις λεπτομέρειές τους μπορούν να εκπλήσσουν. Και τούτο γιατί η συγκρότηση, η ανάπτυξη και η εμπέδωση σημαντικών χαρακτηριστικών της ελληνικής κοινωνίας είχαν αλλάξει και μετασχηματίσει τη βάση του πολιτικού και κομματικού ανταγωνισμού.
Η εκλογική κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. ήταν αναμενόμενη. Οι ακραία δυσμενείς συνθήκες που αντιμετώπισε μετά τον θρίαμβο των εκλογών του 2015 δεν του επέτρεψαν την ανάλυση και την κατανόηση της επιτυχημένης στρατηγικής της Ριζοσπαστικής Αριστεράς. Μιας στρατηγικής που δεν έγινε κοινός τόπος τόσο για την ηγεσία όσο και για τα στελέχη του κόμματος, κάτι που θα έδινε τη δυνατότητα συνεκτικής επικαιροποίησης και προσαρμογής της στις νέες συνθήκες. Έτσι, η ερμηνεία της συριζαϊκής επιτυχίας αφέθηκε, στην καλύτερη περίπτωση, στην αυτοσχεδιαστική δεινότητα των διαμορφωτών της κοινής γνώμης και, συνήθως, στην υπονομευτική ιδιοτέλεια των «αντισύριζα φίλων του ΣΥΡΙΖΑ». Η σοβαρή αυτή παράλειψη, σε συνδυασμό με την ασφυκτική πολιτική και διχαστική απομόνωση του ΣΥΡΙΖΑ, με αφορμή την ανάγκη επικύρωσης της ιστορικής Συμφωνίας των Πρεσπών, οδήγησε την ηγεσία στην αλλαγή στρατηγικής και την υιοθέτηση της στρατηγικής διεύρυνσης, ήδη από τις αρχές του 2019.
Φυσικά, η διεύρυνση και ενδυνάμωση κάθε κόμματος που σέβεται τον εαυτό του αποτελεί υποχρεωτική λειτουργία. Ωστόσο, η διεύρυνση πραγματοποιήθηκε χωρίς όρους, όρια και κριτήρια, με τρόπο που αλλοίωνε τον καταστατικό πυρήνα της συγκρότησης του ΣΥΡΙΖΑ ως κόμματος της Ριζοσπαστικής Αριστεράς. Μιας δύναμης που, εκτός των άλλων, ήταν δημιούργημα των κοινωνικών κινητοποιήσεων, που παρήγαγε η χρόνια και βαθιά κρίση εκπροσώπησης και δημοκρατίας. Έτσι, αντί για τη «βίαιη ωρίμανση του ΣΥΡΙΖΑ», είχαμε τη βίαιη μετάλλαξή του. Οι αυθαίρετες αλλαγές ή και ακυρώσεις των συλλογικών οργάνων, των συμβόλων και των συνθημάτων, ακόμα και του ονόματος του κόμματος, καθώς και οι επιλογές πολιτικού προσωπικού με κριτήρια δημοφιλίας, life style ή τεχνοκρατικού προφίλ, θύμιζαν περισσότερο τον παλαιό και φθαρμένο δικομματισμό και λιγότερο την υπόσχεση για τη δημοκρατική ανατροπή του. Η εμμονή σε γενικόλογα και πολύσημα συνθήματα, πολλά από τα οποία είτε έχει κατοχυρώσει ο επιθετικά νεοφιλελεύθερος αντίπαλος (λ.χ. πρόοδος) είτε τείνουν να είναι απολίτικα (λ.χ. δικαιοσύνη), οδήγησαν στην απομάκρυνση του κόμματος από τις κοινωνικές του αναφορές. Ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. μοιάζει να είναι ένα κόμμα με ασαφή κεντρώο προσανατολισμό παρά κόμμα της σύγχρονης Αριστεράς. Στο τελευταίο συνέβαλε και η αρνητική κληρονομιά της κυβερνητικής περιόδου, που είχε περιορίσει την πολιτική δράση εντός του Κοινοβουλίου, τη στιγμή που ο ΣΥΡΙΖΑ εγκατέλειπε τις οργανωτικές δομές και λειτουργίες του κόμματος, απομακρυνόμενος από την κοινωνική του παρουσία και δράση.
Έτσι, υπό αυτές τις συνθήκες, ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. δεν ήταν δυνατόν να εργαστεί ώστε να περιορίσει τις δυσκολίες που προέκυπταν από την άκαιρη και απερίσκεπτη θεσμοθέτηση της απλής αναλογικής. Θεώρησε ότι αρκούσε η εκλογική αριθμητική για την επιτυχία του νέου εκλογικού συστήματος. Επιπλέον, δεν προέβλεψε την ετερογονία των σκοπών, δηλαδή τις δυσκολίες στη συγκρότηση ανταγωνιστικής και ξεκάθαρης κυβερνητικής πρότασης, πολλαπλασιάζοντας τις φυγόκεντρες δυνάμεις που συνέβαλαν στον πολυκερματισμό της πολιτικής σκηνής.
Φυσικά, για την εκλογική ήττα του ΣΥΡΙΖΑ ακούγονται και θα ακουστούν και άλλες αιτίες: ο ρόλος των ΜΜΕ, οι οργανωτικές αδυναμίες, οι άστοχες δηλώσεις στελεχών, ο διμέτωπος αγώνας όμορων πολιτικών δυνάμεων, η άρνηση του Μητσοτάκη για διμερή τηλεμαχία, η αποχή, ακόμη και το γεγονός ότι ένα ποσοστό πολιτών αποφάσισε την τελευταία στιγμή (sic) κ.ά. Ωστόσο, παρά τον ρόλο που έπαιξαν, όλα αυτά δεν μπορούν να είναι τίποτα περισσότερο από «παρηγορητικές αναλύσεις» του εκλογικού αποτελέσματος. Αναλύσεις που δυστυχώς δεν μπορούν να αποτελέσουν την αφετηρία για την αναγκαία ανασυγκρότηση του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ., που θα του επιτρέψουν να ανταποκριθεί στις προκλήσεις, αλλά και τις ευκαιρίες της νέας περιόδου.
* Ο Μιχάλης Σπουρδαλάκης είναι ομότιμος καθηγητής, Τμήμα Κοινωνιολογίας, ΕΚΠΑ