Δεν υπάρχει πολιτικό κόμμα που να μην επιδιώκει τη διεύρυνση της επιρροής του, η οποία εκτός των άλλων περιλαμβάνει πρωτίστως την αύξηση του αριθμού των μελών του. Η διεύρυνση της βάσης των πολιτικών κομμάτων είναι με άλλα λόγια συνυφασμένη με τη φύση του θεσμού. Αν και όταν αυτό φαίνεται να μη συμβαίνει ουσιαστικά, ή τα «κόμματα» έχουν μεταλλαχθεί σε ομάδες πίεσης ή έχουν τόσο πολύ κρατικοποιηθεί ώστε να μπορούν να υποκαθίστανται από τους κρατικούς μηχανισμούς και άλλους ισχυρούς θεσμούς διαμόρφωσης κοινής γνώμης του ιδιωτικού τομέα.
Κατά συνέπεια η όποια συζήτηση για την προοπτική διεύρυνσης, αύξησης των μελών του ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί παρά επί της αρχής να είναι από όλους αποδεκτή. Φυσικά έχουν ήδη διατυπωθεί πολύ ενδιαφέρουσες επιφυλάξεις και φόβοι για ιστορικά λάθος κίνηση αν αυτή η διεύρυνση έχει μόνο ποσοτικά χαρακτηριστικά(1). Χαρακτηριστικά που θα υπονομεύσουν τη ριζοσπαστικότητα του ΣΥΡΙΖΑ οδηγώντας τον στο πολιτικό περιθώριο μιας άνευρης πολυσυλλεκτικής ασάφειας.
Ωστόσο η έκβαση αυτής της πρωτοβουλίας θα καθοριστεί κυρίως από τις οργανωτικές διαδικασίες που θα οδηγήσουν στο συνέδριο και όχι με δηλώσεις επιδιώξεων που εκ των προτέρων προδικάζουν κεντρώους, αριστερούς, συγκεντρωτικούς ή αρχηγικούς προσανατολισμούς.
Και τούτο γιατί η οργανωτική δομή και λειτουργία των κομμάτων είναι ένα απολύτως πολιτικό ζήτημα. Δεν είναι τυχαίο ότι οι μεγάλες ιστορικές εντάσεις, κρίσεις και διασπάσεις κομμάτων έχουν συνήθως ως αφορμή και βασικό επίδικο κάποιο οργανωτικό ζήτημα της συγκυρίας. Δεν αποτελεί λοιπόν έκπληξη ότι μέχρι σήμερα τα διαδικαστικά ζητήματα τόσο της διεύρυνσης όσο και της οργάνωσης του προγραμματισμένου συνεδρίου μονοπωλούν τη σχετική συζήτηση. Ωστόσο θα πρέπει να πούμε ότι φαίνεται να υπάρχει μια σχετική σύγχυση, καθώς συζητιούνται όλα τα ζητήματα: η εντατικοποίηση της στρατολόγησης μελών, η οργανωτική προετοιμασία του συνεδρίου και οι (αναγκαίες) οργανωτικές βελτιώσεις και προσαρμογές του κόμματος στις νέες συνθήκες. Αν και αυτονόητα όλα αυτά συνδέονται, ας προσπαθήσουμε να τα ξεχωρίσουμε και να διατυπώσουμε κάποιες κριτικές σκέψεις και προτάσεις.
Η οργάνωση και επέκταση της στρατολόγησης μελών δεν μπορεί να έχει μόνο ποσοτικές στοχεύσεις. Τα προαναγγελθέντα επιθυμητά ποσοστά στρατολόγησης δεν φαίνεται να στηρίζονται σε κάποια μελέτη και τεκμηρίωση. Επομένως μια χωρίς κριτήρια ποσοτική αύξηση μελών μόνο πρόσκαιρα συμβολικά αποτελέσματα μπορεί να έχει, αφού τα πολιτικά κόμματα δεν είναι ληξιαρχεία. Αντίθετα το ατελέσφορο της αναγκαίας ενεργού και συστηματικής εγγραφής νέων μελών στο κόμμα μπορεί να αποφευχθεί αν ο σχεδιασμός, το πλάνο και η μεθοδολογία αποτελέσουν ευθύνη των Οργανώσεων Μελών (Ο.Μ.), οι οποίες σε συνεργασία με τις Νομαρχιακές Επιτροπές θα ορίσουν τις προτεραιότητές τους. Πέρα από το αναμενόμενο όφελος από την έστω και αναγκαστική ενεργοποίηση των υπολειτουργουσών Ο.Μ., η ένταξη των νέων μελών, εφόσον συνοδευτεί από ενημέρωση για δικαιώματα συμμετοχής και υποχρεώσεις, θα είναι πιο αποτελεσματική διασφαλίζοντας το καλύτερο δέσιμο των οργανώσεων. Κάτι που πάντα αποτελεί ζητούμενο για κάθε οργάνωση και συλλογικότητα.
Η προετοιμασία του συνεδρίου θα πρέπει να γίνει αποκλειστικά από επιτροπή μελών του κόμματος. Εδώ φυσικά, με δεδομένο την αναγκαιότητα αύξησης των μελών, κανείς δεν μπορεί να περιοριστεί από λογικές επετηρίδας, αλλά θα πρέπει να συμμετέχουν σε αυτή και νέα μέλη. Δεν είναι ωστόσο δυνατόν ο ΣΥΡΙΖΑ να οργανώσει το συνέδριό του με οργανωτική επιτροπή στην οποία συμμετέχουν στελέχη που όχι μόνο δεν είναι μέλη του κόμματος, αλλά ανήκουν σε άλλη πολιτική συλλογικότητα, όσο και αν αυτή φαίνεται ότι βρίσκεται στην ίδια με αυτόν τροχιά. Εκτός εάν το κόμμα αποφασίσει να διεκδικήσει μια παγκόσμια πρωτοτυπία.
Ο σχεδιασμός μιας καινοτόμου οργανωτικής λειτουργίας πρέπει να αποτελέσει επιτέλους σημαντικό μέρος της προβληματικής του συνεδρίου. Εδώ δυστυχώς ακούγονται ιδέες και προτάσεις που είτε έχουν δοκιμαστεί και οδήγησαν σε καταστροφικά για τους εμπνευστές τους αποτελέσματα (ΠΑΣΟΚ του Γιώργου Παπανδρέου κ.ά.) είτε αντιγράφουν πρότυπα και πρωτοβουλίες από κόμματα και κομματικά συστήματα που δεν έχουν καμιά ιστορική επαφή με το ελληνικό κομματικό και πολιτειακό σύστημα και, πολύ περισσότερο, ουδεμία σχέση με την ιστορική διαδρομή του ΣΥΡΙΖΑ. Αυτές οι απόψεις παραβλέπουν ότι μια αποτελεσματική κομματική οργάνωση οφείλει αφενός να ανταποκρίνεται στον δεδομένο κοινωνικό καταμερισμό εργασίας και αφετέρου να κρίνεται ότι μπορεί να υπηρετήσει τη στρατηγική του συγκεκριμένου κόμματος. Ετσι δεν μπορεί κανείς να μιλάει για άμεση εκλογή του προέδρου από την εκλογική βάση του κόμματος που ουσιαστικά θα καταργεί τη διάκριση μελών και φίλων / μη μελών. Πρακτική που αποτελεί εδώ και τουλάχιστον είκοσι χρόνια χαρακτηριστικό της καρτελοποίησης των κομμάτων και της συμβολή τους στη μεταδημοκρατική συνθήκη.
Το αντεπιχείρημα ότι έχουμε τέτοιες πρακτικές στις ΗΠΑ είναι σαθρό, γιατί όχι μόνο έχουμε να κάνουμε με άλλη ιστορική συγκρότηση του συγκεκριμένου κομματικού συστήματος, αλλά οι προκριματικές εκλογές (primaries) δεν πραγματοποιούνται χωρίς κομματικούς κανόνες και περιορισμούς. Ούτε να σπεύσουμε στην υιοθέτηση των οργανωτικών καινοτομιών του Εργατικού Αγγλικού Κόμματος, οι οποίες στόχευαν στην αντιμετώπιση και παράκαμψη μιας συντηρητικής και σκληρής κοινοβουλευτικοποιημένης κομματικής γραφειοκρατίας, χωρίς να έχει γίνει μια κριτική αποτίμηση της υπάρχουσας οργανωτικής εμπειρίας. Ούτε φυσικά να αναβαθμίζονται τα ψηφιακά μέσα από χρήσιμα και απολύτως αναγκαία για τη λειτουργική διευκόλυνση του κόμματος σε νονούς του μεταλλάσσοντας το σύγχρονο «μαζικό κόμμα» σε «ψηφιακό».
Από την έκβαση αυτής της οργανωτικής συζήτησης θα εξαρτηθεί σε ποιο βαθμό το εγχείρημα της προσαρμογής του ΣΥΡΙΖΑ στις νέες συνθήκες της συγκυρίας θα τύχει μαζικής συμμετοχής, θα μιλήσει σε νέα νεανικά κοινωνικά στρώματα, θα επικαιροποιήσει την τόσο επιτυχημένη πολιτική στρατηγική του, ώστε να συνεχίσει να αποτελεί την πιο αποτελεσματική απάντηση στην κρίση πολιτικής εκπροσώπησης, η οποία θα ξεπερνά τα εμπόδια για υλοποίηση «μετασχηματιστικών πολιτικών».
1. Βλ. ενδεικτικά τις παρεμβάσεις των Χρ. Τάσση και Δ. Γιατζόγλου σε ημερίδα του Ινστιτούτου Εναλλακτικών Πολιτικών ΕΝΑ, «Προγραμματικές και οργανωτικές προϋποθέσεις για μια προοδευτική συμπραράταξη» (19/2/2019) και το άρθρο του τελευταίου «Ο ΣΥΡΙΖΑ μετά», «Εφ.Συν.» 10/8/2019.
Ο Μιχάλης Σπουρδαλάκης είναι Koσμήτορας Οικονομικών και Πολιτικών Επιστημών, πρ. πρόεδρος της Επιτροπής για τη Συνταγματική Αναθεώρηση – υποψήφιος ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ
Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών