Υποτίθεται ότι θα ήταν η κορωνίδα του Εμανουέλ Μακρόν, η επιβράβευση των προσπαθειών του για τη μεταρρύθμιση της Ευρωζώνης. Ωστόσο, αντί να υπογραμμίσει τον ηγετικό ρόλο του Γάλλου Προέδρου, η τελευταία ευρωπαϊκή σύνοδος των Βρυξελλών έφτασε απλώς να υποδηλώνει την εντεινόμενη απομόνωσή του.
Παρά την υποστήριξη της Γερμανίδας καγκελαρίου Άνγκελα Μέρκελ, η πρωτοβουλία του κ. Μακρόν συνάντησε ισχυρές αντιστάσεις ανάμεσα στα βόρεια κράτη – μέλη της Ε.Ε. Στο μεταξύ μια διαμάχη για το μεταναστευτικό επισκίαζε τη σύνοδο αναδεικνύοντας τα χάσματα ανάμεσα στα 28 μέλη και αυξάνοντας τις εντάσεις μεταξύ της Γαλλίας και της παραδοσιακής συμμάχου της, Ιταλίας. Η διαμάχη θα μπορούσε ακόμη και να οδηγήσει στην πτώση της γερμανικής κυβέρνησης.
Έχοντας επιτέλους κερδίσει την υποστήριξη της Μέρκελ για τις ριζοσπαστικές προτάσεις του, ο Γάλλος Πρόεδρος κινδυνεύει τώρα να δει τη 13χρονη ηγεμονία της πιο ισχυρής Ευρωπαίας πολιτικού -και στενότερης συμμάχου της Γαλλίας- να φτάνει αιφνιδιαστικά στο τέλος της. «Ο Μακρόν είναι σαν τον Σίσυφο που σπρώχνει τον βράχο του στην ανηφόρα» σημειώνει η Ιζαμπέλ Ματέος Ι Λάτο, οικονομολόγος της BlackRock. «Υπάρχουν επιτέλους προοπτικές για πρόοδο και ξαφνικά μια νέα κρίση απειλεί να τα σαρώσει όλα».
Όλα έδειχναν τόσο διαφορετικά μόλις πριν από λίγες ημέρες, όταν ο κ. Μακρόν απολάμβανε την επιτυχία της συνόδου με την κ. Μέρκελ στο Μέζεμπεργκ, την εξοχική κατοικία της καγκελαρίου σε απόσταση μιας ώρας από το Βερολίνο. Εκεί η κ. Μέρκελ τάχθηκε για πρώτη φορά υπέρ της ιδέας για κοινό προϋπολογισμό της Ευρωζώνης. Ήταν το συμβολικό σημείο καμπής που ο κ. Μακρόν αποζητούσε μετά την ομιλία του στο Πανεπιστήμιο της Σορβόννης τον περασμένο Σεπτέμβριο, μια ομιλία κατά την οποία περιέγραψε το φιλόδοξο όραμά του για το μέλλον της ευρωπαϊκής σύγκλισης.
Η ενδυνάμωση της νομισματικής ένωσης βρισκόταν στο επίκεντρο των σχεδιασμών του Γάλλου Προέδρου για την καταπολέμηση των εθνικιστικών δυνάμεων στην Ευρώπη και τις ανακατατάξεις των διεθνών συμμαχιών που απειλούν το ευρωπαϊκό εγχείρημα. Ήταν ώρα για την Ένωση να μετατραπεί σε μια «κυρίαρχη» δύναμη που θα εγγυάται την ασφάλειά της και θα τονώνει την οικονομία της, διακήρυττε το Παρίσι.
Παρ’ ότι Γάλλοι και Γερμανοί αποκλίνουν ακόμη σε μεγάλο βαθμό στο πώς θα πρέπει να μοιάζει ο προϋπολογισμός της Ευρωζώνης, το γεγονός και μόνο ότι ένας Γερμανός ηγέτης θα μπορούσε να αποδεχτεί την ιδέα μιας κοινής δεξαμενής χρημάτων αφιερωμένης στη νομισματική ένωση αναγνωρίστηκε από πολλούς αναλυτές ως ισχυρός συμβολισμός.
Εδώ και χρόνια οι Γάλλοι προωθούσαν την ιδέα ενός ανάλογου «σταθεροποιητικού εργαλείου», το οποίο θα μπορούσε να ανακουφίσει τις επιπτώσεις οικονομικών σοκ ενισχύοντας παράλληλα τη σύγκλιση. Ωστόσο το Παρίσι συναντούσε διαρκώς την απροθυμία της Γερμανίας να αναλογιστεί οτιδήποτε θύμιζε μεταφορά πόρων από τις ισχυρές οικονομίες στις πιο αδύναμες. Το Μέζεμπεργκ έδειξε ότι αυτή η αντίσταση αρχίζει να καταρρέει.
Ακόμη όμως και πριν από την τελευταία ευρωπαϊκή σύνοδο, μια ομάδα 12, κυρίως βόρειων, χωρών της Ε.Ε. επέκρινε τις προτάσεις του Μέζεμπεργκ σημειώνοντας πως ένας προϋπολογισμός της Ευρωζώνης θα έστελνε το λάθος σήμα στις χώρες της Ένωσης που παραμένουν περισσότερο επιρρεπείς στα ελλείμματα.
«Υπάρχει ένα κλίμα καταστροφής στην Ευρώπη αυτές τις μέρες» σημειώνει ο Ενρίκο Λέτα, πρόεδρος του φιλοευρωπαϊκού think tank Ινστιτούτο Ζακ Ντελόρ και πρώην πρωθυπουργός της Ιταλίας. «Το παράθυρο για τις μεταρρυθμίσεις κλείνει εξαιτίας των επτά χαμένων μηνών για τις διαπραγματεύσεις σχηματισμού του γερμανικού κυβερνητικού συνασπισμού, εξαιτίας των αυστριακών και ιταλικών εκλογών» προσθέτει.
Ίσως η μεγαλύτερη απειλή για τους γαλλογερμανικούς σχεδιασμούς να βρίσκεται στο ίδιο το Βερολίνο, όπου η διαμάχη μεταξύ των Χριστιανοδημοκρατών της κ. Μέρκελ και των Βαυαρών συμμάχων της του CSU για την πολιτική ασύλου εξελίχθηκε σε ανοιχτή κρίση που θα μπορούσε να οδηγήσει στην κατάρρευση της γερμανικής κυβέρνησης.
Προς το παρόν ο κ. Μακρόν έχει έναν σύμμαχο στο Βερολίνο, κάποια που έστω και διστακτικά αποδέχεται το όραμά του για τη μεταρρύθμιση της Ευρωζώνης. Όμως τόσο η θέση της κ. Μέρκελ ως καγκελαρίου όσο και η εξουσία της στο κόμμα και τη χώρα της δείχνουν περισσότερο επισφαλείς από ποτέ. «Μια ευάλωτη Μέρκελ δεν ήταν ποτέ στο πρόγραμμα» σημειώνει ο Ζαν Πιζανί – Φερί, οικονομολόγος και πρώην σύμβουλος του κ. Μακρόν.
Η συμφωνία του Μέζεμπεργκ είχε πάντοτε εύθραυστα θεμέλια. Η επίδειξη ενότητας στην τελευταία σύνοδο συγκάλυπτε μήνες εντάσεων και το Παρίσι έδειχνε αποφασισμένο να συγκρουστεί. Ο υπουργός Οικονομικών Μπρινό Λεμέρ γνωστοποίησε ότι ο Γερμανός ομόλογός του Όλαφ Σολτς αρνούνταν ακόμη να δεχτεί τις «δέκα λέξεις» που οι Γάλλοι θέλουν να περιληφθούν στο κοινό ανακοινωθέν: «Προϋπολογισμός της Ευρωζώνης με δικούς του πόρους για σταθερότητα και σύγκλιση».
Ο κ. Μακρόν θα προτιμούσε να συγκρουστεί με τη Γερμανίδα καγκελάριο παρά να καταλήξει σε έναν από τους μετριοπαθείς συμβιβασμούς που η Γαλλία αποδεχόταν τόσο συχνά στο παρελθόν, προειδοποίησαν αξιωματούχοι της γαλλικής κυβέρνησης.
Παρά το γεγονός ότι οι απειλές αυτές ίσως να ήταν απλώς λεονταρισμοί τις παραμονές της συνόδου, ο κ. Μακρόν έχει επίγνωση του κινδύνου που συνεπάγεται μια αδύναμη συμφωνία. Ως οικονομικός σύμβουλος του Φρανσουά Ολάντ, τον Ιούλιο του 2012 γνώρισε από πρώτο χέρι πώς ο Σοσιαλιστής πρόεδρος έκανε πίσω σε ό,τι αφορούσε την προεκλογική υπόσχεσή του να μπλοκάρει τα αυστηρά δημοσιονομικά μέτρα για την Ε.Ε. που είχε διαπραγματευτεί ο προκάτοχός του Νικολά Σαρκοζί.
Ο Ολάντ ισχυρίστηκε ότι νίκησε με το να εξασφαλίσει επιπρόσθετα «μέτρα για την ανάπτυξη» από την κ. Μέρκελ. Ομως δεν χρειάστηκε πολύ μέχρι οι ψηφοφόροι να επιρρίψουν στον Γάλλο Πρόεδρο την ευθύνη για την υποχώρηση στις απαιτήσεις του Βερολίνου. «Για τον Μακρόν εκείνη η στιγμή ήταν η αρχή του τέλους για τον Ολάντ στην Ευρώπη» θυμάται η Σανίν Βαλέ, πρώην σύμβουλος του Μακρόν.
Ορισμένοι αναλυτές, ακόμη και κάποιοι σύμβουλοί του, δείχνουν προβληματισμένοι από την επιμονή του σαραντάχρονου πολιτικού να επενδύσει ένα τόσο σημαντικό πολιτικό κεφάλαιο στη μεταρρύθμιση της Ευρωζώνης. Κύκλοι της προεδρίας επισημαίνουν ότι είναι πεπεισμένος πως ένας προϋπολογισμός θα θέσει τέρμα στις ανησυχίες των επενδυτών για το ενιαίο νόμισμα.
Λίγες εβδομάδες μετά την εκλογή του τον προηγούμενο Μάιο, ο κ. Μακρόν έθεσε ψηλά τον πήχη προτείνοντας έναν προϋπολογισμό της Ευρωζώνης που θα αξίζει «αρκετές μονάδες» Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος ή αλλιώς περισσότερο από 200 δισεκατομμύρια ευρώ.
Ωστόσο δεν μπορούσε να προβλέψει τις πολιτικές δυσκολίες της κ. Μέρκελ, σύμφωνα με τον κ. Πιζανί – Φερί. Το σχέδιο ήταν η γαλλογερμανική συμφωνία για την Ευρωζώνη να γίνει μέχρι τα τέλη του 2017, λίγους μήνες μετά τις γερμανικές ομοσπονδιακές εκλογές, και να οριστικοποιηθεί προτού οι Ιταλοί προσέλθουν στις κάλπες, προσθέτει ο ίδιος.
Ο Πρόεδρος εκτιμούσε ότι η Γαλλία και οι πρόσφατα ευθυγραμμισμένοι εκλογικοί κύκλοι στη Γερμανία θα έδιναν ορμή στη μεταρρυθμιστική προσπάθεια καθώς ο κ. Μακρόν αναμόρφωνε τη γαλλική οικονομία και η κ. Μέρκελ συνέχιζε να κυριαρχεί στην πολιτική ζωή του Βερολίνου.
Οι γερμανικές εκλογές περιέπλεξαν την κατάσταση. Η συμμαχία CDU/CSU της Μέρκελ γνώρισε το χειρότερο εκλογικό αποτέλεσμά της από το 1949 χάνοντας ένα εκατομμύριο ψήφους από την ακροδεξιά Εναλλακτική για τη Γερμανία, που κέρδισε για πρώτη φορά έδρες στο ομοσπονδιακό κοινοβούλιο. Οι προσπάθειές της να συγκροτήσει έναν συνασπισμό με τους Πράσινους και τους Φιλελεύθερους κατέρρευσαν τον Νοέμβριο αναστέλλοντας τις γαλλογερμανικές συνομιλίες για τη μεταρρύθμιση της Ευρωζώνης.
Στο τέλος η κ. Μέρκελ κατάφερε να προσελκύσει τους απρόθυμους Σοσιαλδημοκράτες προκειμένου να σχηματίσουν μαζί της έναν νέο «μεγάλο συνασπισμό». Ο φιλοευρωπαϊκός τόνος της κυβέρνησης ήταν εντυπωσιακός: υποσχόταν να φέρει μια «νέα αυγή για την Ευρώπη» και έδειχε να συμμερίζεται σημαντικό μέρος της ρητορικής του κ. Μακρόν. Η αλήθεια ήταν όμως ότι η κ. Μέρκελ ήταν αντιμέτωπη με ένα πολύ πιο ευρωσκεπτικιστικό κοινοβούλιο από ό,τι προεκλογικά.
Τον σκεπτικισμό πλαισίωνε και μια δυσπιστία απέναντι στις πρωτοβουλίες του Γάλλου Προέδρου. Ορισμένοι στο CDU τον έβλεπαν σαν έναν μεγαλομανή αποφασισμένο να μετασχηματίσει την Ευρώπη με βάση την εικόνα της Γαλλίας. «Η ατζέντα Μακρόν είναι να δημιουργήσει μια Ευρώπη που θα ηγεμονεύεται από τη Γαλλία» δήλωσε ένας βουλευτής του κόμματος λίγες εβδομάδες μετά την ομιλία στη Σορβόννη.
H λανθάνουσα αυτή γαλλοφοβία εξόργισε τον κ. Μακρόν. Στην ομιλία του στο Έσεν τον Μάιο, κατά την απονομή του Βραβείου Καρλομάγνου, έστρεψε τα πυρά του κατά των Γερμανών αρνητών -εκείνων στο Βερολίνο που ισχυρίζονται ότι η Γαλλία θέλει μια Ευρώπη «για τον εαυτό της, μια Ευρώπη που να χρηματοδοτεί τα ελλείμματά της». «Ξυπνήστε!» είπε απευθυνόμενος σε ένα κυρίως γερμανικό ακροατήριο. «Η Γαλλία έχει αλλάξει».
Έπειτα από μήνες καθυστερήσεων, η κ. Μέρκελ αποσαφήνισε στις 3 Ιουνίου τις απόψεις της πάνω στη μεταρρυθμιστική ατζέντα του κ. Μακρόν σε συνέντευξή της στην «Frankfurter Allgemeine Zeitung». Μίλησε για «βραχυπρόθεσμες πιστώσεις» προς χώρες που βρίσκονται σε ύφεση και για έναν «προϋπολογισμό επενδύσεων» που θα ανέρχεται σε «μερικές δεκάδες δισεκατομμύρια» -κάτι που φυσικά απείχε πολύ από τη δημοσιονομική δυνατότητα που οραματίζεται ο κ. Μακρόν με τα εκατοντάδες δισεκατομμύρια ευρώ.
Ο κ. Μακρόν ίσως να ήλπιζε ότι θα μπορούσε να πείσει την κ. Μέρκελ να αποδεχτεί κάτι πιο φιλόδοξο. Ωστόσο οι ελπίδες αυτές εξατμίστηκαν αυτόν τον μήνα, όταν η Γερμανία συγκλονίστηκε από μια από τις χειρότερες πολιτικές κρίσεις των τελευταίων ετών.
Μια κρίση που ξέσπασε όταν ο Χορστ Ζέεχοφερ, υπουργός Εσωτερικών και πρόεδρος της CSU, επέμεινε ότι οι πρόσφυγες που έχουν ήδη καταθέσει αίτηση ασύλου σε άλλες χώρες της Ε.Ε. θα έπρεπε να μην γίνονται δεκτοί στα γερμανικά σύνορα, μια απαίτηση που η κ. Μέρκελ απέρριψε. Η επακόλουθη διαμάχη θα μπορούσε να οδηγήσει σε διαζύγιο ανάμεσα στο CDU και τη CSU, θέτοντας τέλος σε μια συμμαχία που αποτέλεσε το λίκνο της γερμανικής πολιτικής ζωής για 70 χρόνια.
Αντιμέτωπος με παρόμοια αναταραχή στο Βερολίνο, ο κ. Μακρόν επέλεξε μια πραγματιστική λύση στο Μέζεμπεργκ: μια συμβολική πολιτική δέσμευση που σκόπιμα παρέλειπε λεπτομέρειες που, όπως είπε, θα μπορούσαν να αποδειχτούν «αντιπαραγωγικές» στην προσπάθεια εξασφάλισης της συναίνεσης άλλων μελών της Ευρωζώνης.
«Η συμφωνία είναι ελλειπτική στην ουσία της και αυτό είναι μέρος της τακτικής, ήταν ο μοναδικός τρόπος να μείνουν ικανοποιημένοι και οι δύο ηγέτες» τονίζει η κ. Ματέος Ι Λάγο. «Δίνει στη Μέρκελ περισσότερο χρόνο να πείσει την εσωτερική κοινή γνώμη. Για τον Μακρόν αφήνει χώρο για διαπραγματεύσεις».
Όμως η συμφωνία συγκαλύπτει ένα δίλημμα. «Ηταν οι φυγόκεντρες δυνάμεις στην Ευρώπη που ανάγκασαν τη Γερμανία και τη Γαλλία να προσεγγίσουν η μία την άλλη» σημειώνει η Κλερ Ντεμεσμέ, πολιτική αναλύτρια του Γερμανικού Συμβουλίου Διεθνών Σχέσεων. «Ομως είναι ακριβώς οι ίδιες φυγόκεντρες δυνάμεις που θα κάνουν τον γαλλογερμανικό συμβιβασμό τόσο δύσκολο να εφαρμοστεί».
Οι πρώτες αντιδράσεις στη διακήρυξη του Μέζεμπεργκ έδειξαν τον βαθμό της δυσκολίας. Το CSU διαμαρτυρήθηκε ότι δεν είχε ενημερωθεί ενώ ο πρωθυπουργός της Βαυαρίας Μάρκους Σέντερ σχεδόν κατηγόρησε την κ. Μέρκελ ότι εξαγοράζει την υποστήριξη άλλων ευρωπαϊκών χωρών για την πολιτική της για το άσυλο. Στο μεταξύ, οι 12 χώρες προειδοποιούσαν ότι ο προϋπολογισμός της Ευρωζώνης δημιουργεί «ηθικούς κινδύνους».
Το Παρίσι επιμένει ότι ο προϋπολογισμός της Ευρωζώνης δεν θα περιλαμβάνει χρηματοοικονομικά δώρα ή μεταφορές προς πιο αδύναμες οικονομίες, αλλά μόνο βραχυπρόθεσμα δάνεια εκτάκτου ανάγκης. Το Μέγαρο των Ηλυσίων ήταν επίσης σαφές ότι το σχέδιο δεν θα υπονομεύσει τον προϋπολογισμό της Ε.Ε. ή την Κομισιόν.
Ορισμένοι, όμως, Γάλλοι διπλωμάτες αναγνωρίζουν ότι η ελπίδα τους είναι ότι, όταν υπάρξει προϋπολογισμός, έστω και περιορισμένος, το Βερολίνο και άλλα μέλη της Ευρωζώνης θα συνειδητοποιήσουν ότι μια πραγματική νομισματική ένωση απαιτεί περισσότερες μεταφορές πόρων. Σημειώνουν επίσης ότι μετά την αποχώρηση της Βρετανίας η Ευρωζώνη θα αποτελέσει ουσιαστικά τον πυρήνα του ευρωπαϊκού εγχειρήματος.
«Είναι μια παλιά γαλλική ιδέα το ότι η Ευρωζώνη είναι εκείνη που έχει σημασία. Οι Γάλλοι δεν χώνεψαν ποτέ τη διεύρυνση» δηλώνει ο Πιζανί – Φερί. «Αυτό κάνει τα άλλα μέλη καχύποπτα». Ωστόσο η γαλλογερμανική μηχανή ίσως έχει αρχίσει και πάλι να λειτουργεί, σημειώνει ο Γιόζεφ Γιάνινγκ, καθηγητής του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Διεθνών Σχέσεων. «Βλέπουμε όμως ότι η μηχανή αυτή δεν παράγει πλέον μεγάλα σχέδια» λέει. «Έχει γίνει περισσότερο πραγματιστική και αντανακλά την αδυναμία της Μέρκελ».
Αν – Σιλβέν Σασανί (Παρίσι) και Γκάι Τσέιζαν (Βερολίνο)
Πηγή: Η Αυγή από Financial Times