Macro

Μερόπη Τζούφη: Πώς θα πάμε από την κλιματική αλλαγή στην αλλαγή για το κλίμα;

Η κλιματική κρίση και οι συνέπειές της στη φύση και την κοινωνία αποτελούν μια αδιαμφισβήτητη πραγματικότητα. Οι υψηλές θερμοκρασίες, οι ξηρασίες, οι καύσωνες, οι δασικές πυρκαγιές, οι πλημμύρες, η απώλεια βιοποικιλότητας αποτελούν μερικές μόνο από τις επιπτώσεις στην περιοχή της Μεσογείου. Δεδομένου ότι η ανθρώπινη δραστηριότητα παραμένει λίγο έως πολύ η ίδια, το κλίμα συνεχίζει να αλλάζει και οι προβλέψεις κάνουν λόγο για περαιτέρω επιδείνωση.
 
Η συζήτηση για το περιβάλλον έχει ανοίξει τουλάχιστον εδώ και τρεις δεκαετίες. Ωστόσο, τα αποτελέσματα δεν είναι τα επιθυμητά παρά τις όποιες δράσεις, τα μέτρα και τις αποφάσεις που κινούνται στη σωστή κατεύθυνση. Στον πυρήνα της συζήτησης εντοπίζεται η ανάγκη για αλλαγή του ενεργειακού μίγματος, περιορίζοντας δραστικά τη χρήση ορυκτών καυσίμων και αύξηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (ΑΠΕ). Πρόκειται για αυτό που ονομάζουμε ενεργειακή ή πράσινη μετάβαση.
 
Το κρίσιμο ερώτημα είναι πως θα υλοποιηθεί η συγκεκριμένη μετάβαση. Η νεοφιλελεύθερη πολιτική την αντιμετωπίζει ως ένα ακόμη πεδίο κερδοφορίας των επιχειρηματικών συμφερόντων. Στο πλαίσιο αυτό, τα κόστη της μετάβασης τοποθετούνται απέναντι στις ανάγκες των πολλών μέσω μιας διαδικασίας που αποφέρει υπερκέρδη και συσσωρεύει πλούτο σε συγκεκριμένους ιδιώτες.
 
Είναι κάτι που είδαμε σε πολλές περιπτώσεις κατά τη διακυβέρνηση της ΝΔ. Ενδεικτικά, η βίαια απολιγνιτοποίηση, η ιδιωτικοποίηση της (Δ)ΕΗ και το ξεπούλημα του δικτύου του φυσικού αερίου οδήγησαν στο να έχουμε την πιο ακριβή ενέργεια σε όλη την Ευρώπη. Επίσης δημιουργήθηκαν υπερκέρδη για λίγους και τα φαινόμενα αισχροκέρδειας έγιναν ο κανόνας, με την κυβέρνηση Μητσοτάκη να αρνείται να ασκήσει οποιονδήποτε έλεγχο στην αγορά ενέργειας.
 
Επιπλέον ο νόμος 4685/2022, ο «περιβαλλοντοκτόνος» νόμος Χατζηδάκη, κατεδάφισε κάθε έννοια ενεργειακής, χωροταξικής και δασικής πολιτικής – φιλικής προς το περιβάλλον και τον άνθρωπο. Αποδόμησε την περιβαλλοντική διάσταση στην αδειοδότηση έργων και δραστηριοτήτων, αποδυνάμωσε την προστασία των προστατευόμενων περιοχών, ενώ κατήργησε τους Φορείς Διαχείρισής τους.
 
Οι προοδευτικές και ριζοσπαστικές δυνάμεις, τόσο στη χώρα μας όσο και παγκοσμίως, καλούνται να σηκώσουν το βαρύ φορτίο της προστασίας του περιβάλλοντος, της καταπολέμησης της ενεργειακής φτώχειας και της προώθησης της ενεργειακής δικαιοσύνης. Οι δράσεις αυτές συνδέονται άμεσα με ένα βιώσιμο μοντέλο παραγωγής και κατανάλωσης, μέσω δημόσιων πολιτικών που διατρέχουν όλες τις πτυχές της κοινωνικής ζωής και διευκολύνουν την πράσινη μετάβαση.
 
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη παρέδωσε το συντονισμό και την υλοποίηση της περιβαλλοντικής και κλιματικής πολιτικής στην αγορά και τους επιχειρηματικούς ομίλους. Στο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ υποστηρίζουμε πως το υπουργείο Περιβάλλοντος & Ενέργειας πρέπει να ανακτήσει το ρόλο του, ιδίως σε θέματα χωροταξίας/πολεοδομίας, προστασίας της βιοποικιλότητας, περιβαλλοντικής αδειοδότησης, επιθεώρησης και ελέγχου, κλιματικής ανθεκτικότητας και προσαρμογής.
 
Η κατάργηση του αντιπεριβαλλοντικού νόμου Χατζηδάκη είναι κομβικής σημασίας, θωρακίζοντας το πλαίσιο για τις προστατευόμενες περιοχές, επεκτείνοντας το υπάρχον Εθνικό Δίκτυο και συστήνοντας τους Φορείς Διαχείρισής τους εκ νέου, με μόνιμο προσωπικό και πόρους. Παράλληλα, κρίνουμε ως αναγκαία την κατοχύρωση του δημόσιου χαρακτήρα των υπηρεσιών νερού, της διαχείρισης υδατικών πόρων, της διαχείρισης αποβλήτων, των απορριμμάτων και της ανακύκλωσης, με ενίσχυση του ρόλου των Δήμων και των Περιφερειών.
 
Επιτακτική είναι και η ολοκλήρωση των Δασικών Χαρτών, του Κτηματολογίου και των Προεδρικών Διαταγμάτων των περιοχών NATURA, χωρίς κενά, εξαιρέσεις και κυρίως μεθοδεύσεις. Επίσης απαραίτητη είναι η κωδικοποίηση της πολεοδομικής νομοθεσίας και η πλήρης ψηφιοποίηση των διαδικασιών ώστε να αποκλείεται κάθε αυθαιρεσία.
 
Στο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ θέτουμε ως στόχο την κλιματική ουδετερότητα και τη σταδιακή απεξάρτηση από το λιγνίτη και από το φυσικό αέριο. Προκρίνουμε την αναθεώρηση του χωροταξικού πλαισίου για τις ΑΠΕ και τις ενεργειακές κοινότητες, ενώ διαφωνούμε με τις βιομηχανικές ΑΠΕ. Ταυτόχρονα υποστηρίζουμε την επαναφορά του δικτύου ηλεκτρισμού και της (Δ)ΕΗ υπό δημόσιο έλεγχο προκειμένου να μειώσουμε το κόστος της ενέργειας.
 
Όσον αφορά τους υδρογονάνθρακες και τις εξορύξεις, θεωρούμε πως δεν έχουν θέση σε ένα «πράσινο» παρόν και μέλλον. Είναι γνωστό πως το ζήτημα μας απασχόλησε κατά την κυβερνητική μας περίοδο, κυρίως σε επίπεδο γεωφυσικών ερευνών και χαρτογράφησης των ορυκτών πόρων. Διαπιστώσαμε πως η αξιοποίηση των πιθανών κοιτασμάτων δε μπορεί να δώσει λύσεις για την ενεργειακή επάρκεια της Ελλάδας, όπως και απαντήσεις στην κατεύθυνση της κλιματικής ουδετερότητας και της περιβαλλοντικής προστασίας.
 
Η περίπτωση της Ηπείρου είναι χαρακτηριστική. Ο φυσικός πλούτος, τα οικοσυστήματα, η μεγάλη βιοποικιλότητα και οι περιοχές NATURA πρόκειται να απειληθούν από τις εξορύξεις και την ενδεχόμενη εκμετάλλευση υδρογονανθράκων. Όπως και ο οικοτουρισμός και κάθε βιώσιμη δραστηριότητα που έχει αναπτυχθεί στην περιοχή.
 
Είναι σαφές πως χρειαζόμαστε μια καθαρή στρατηγική για την πράσινη μετάβαση, αξιοποιώντας τις καλές ευρωπαϊκές πρακτικές, με την Πολιτεία και την κοινωνία παρούσες. Την τελευταία τετραετία αποδείχθηκε πως το ξεπούλημα των φυσικών πόρων σε ιδιωτικά συμφέροντα αμφισβητεί βασικά δικαιώματα των πολιτών, όπως στην περίπτωση του άθλιου νόμου για την ιδιωτικοποίηση του νερού.
 
Την επόμενη κιόλας μέρα των εκλογών πρέπει να προχωρήσουμε γρήγορα σε αλλαγές και μεταρρυθμίσεις που θα δώσουν λύση στην κλιματική και ενεργειακή κρίση, ενώ θα διασφαλίσουν την ουσιαστική προστασία του περιβάλλοντος. Μια παροιμία λέει πως «δεν κληρονομούμε τη γη από τους προγόνους μας, τη δανειζόμαστε από τα παιδιά μας». Για αυτό πρέπει να δράσουμε άμεσα, έχουμε ήδη καθυστερήσει.

Μερόπη Τζούφη

ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ