Πλησιάζουμε στις ευρωεκλογές με την εθνική ατζέντα να φαίνεται να κυριαρχεί και να παρακάμπτεται η Ευρώπη ως επίδικο. Είναι έτσι;
Πράγματι, άλλωστε συνηθίζεται οι ευρωεκλογές να είναι εκλογικές αναμετρήσεις δεύτερης τάξης. Πρώτον, έχω την αίσθηση ότι, μετά την μεγάλη τριβή της ελληνικής κοινωνίας με την Ευρώπη την δεκαετία της κρίσης και των μνημονίων, το ενδιαφέρον της χώρας μας για την Ευρώπη έχει ατροφήσει, ενώ η τελευταία δεν εντάσσεται πλέον σε κάποιο εγχώριο πολιτικό σχέδιο, όπως παλιότερα στον εκσυγχρονισμό. Δεύτερον, όλοι οι σχηματισμοί -ειδικά της αντιπολίτευσης- επιχειρούν να χρησιμοποιήσουν αυτή την εκλογή για καταγραφή των δυνάμεών τους και τη διαμόρφωση μιας εικόνας αντίπαλου δέους της κυβέρνησης. Τρίτον, υπάρχει μια μέριμνα -ιδιαίτερα στις δυνάμεις της Αριστεράς και του Κέντρου- να δουν με τι συσχετισμούς θα αρχίσουν οι διαπραγματεύσεις ως προς την τακτική που θα ακολουθήσουν με ορίζοντα τις εθνικές εκλογές. Για αυτούς τους τρεις λόγους θεωρώ ότι τα θέματα της Ευρώπης, κακώς κατά τη γνώμη μου, έχουν υποχωρήσει σε αυτή τη χρονική περίοδο.
Ποια θα θεωρούσες κομβικά σημεία μιας καμπάνιας ευρωεκλογών;
Η Ευρώπη φτιάχτηκε πάνω στην υπόθεση εργασίας ότι οι κυβερνήσεις της θα εστιάσουν στην οικονομία και θα εκχωρήσουν τα ζητήματα άμυνας σε έναν υπεροργανισμό, το ΝΑΤΟ, υπό τη σφραγίδα των ΗΠΑ. Έχτισαν έτσι μια οικονομία ειρήνης, την οικονομία της αγοράς, και τα αμυντικά θέματα μπήκαν πίσω από μια ασπίδα προστασίας της Ευρώπης και του ΝΑΤΟ. Το πρόβλημα που έχει να αντιμετωπίσει τώρα η Ευρώπη είναι ότι όλοι οι θεσμοί της έχουν σχεδιαστεί πάνω στη λογική ότι το διεθνές εμπόριο φέρνει ειρήνη. Η επιστροφή του ζητήματος της άμυνας και της ασφάλειας, με το ουκρανικό, δείχνει ότι τα πράγματα πηγαίνουν προς τη διαμόρφωση μιας πολεμικής οικονομίας, με το υφιστάμενο ευρωπαϊκό πλαίσιο να μην μπορεί να την υποστηρίξει. Επιπλέον, αυτή η μετατόπιση στην άμυνα και την ασφάλεια γίνεται ενώ η ακροδεξιά είναι πια διάχυτη σε όλη την Ευρώπη και αποτελεί σοβαρή πολιτική δύναμη. Το δεύτερο θέμα που θα έπρεπε να απασχολεί την ατζέντα των ευρωεκλογών είναι το οικολογικό και η πράσινη μετάβαση. Είδαμε τα προβλήματα με τη μεταρρύθμιση της αγροτικής πολιτικής που χτυπά πολύ δυνατά καμπανάκια. Και το τρίτο θέμα είναι αν θα συνεχίσει να υπάρχει ο κανόνας της ομοφωνίας στις αποφάσεις ή θα θεσπίσουν πλειοψηφία στα ευρωπαϊκά όργανα. Αυτά τα τρία ζητήματα είναι κομβικά στην Ευρώπη και επηρεάζουν και εμάς εδώ. Αλλά δεν βλέπω να συζητιούνται στο δημόσιο διάλογο.
Η Νέα Δημοκρατία προτάσσει τη σταθερότητα ως το επίδικο των εκλογών και μοιάζει να καταφέρνει να στρέφεται η συζήτηση γύρω από αυτό.
Παίζει το χαρτί της σταθερότητας σε μια περιοχή, η οποία αρχίζει να μυρίζει πλέον μπαρούτι, ενώ ακόμα το εκλογικό σώμα δεν έχει δει μια εναλλακτική πολιτική απέναντι στον Κ. Μητσοτάκη. Ο αντίπαλός του είναι ο κανένας.
Γιατί δεν μπορεί να βγει μπροστά κάποιο κόμμα της αντιπολίτευσης; Μήπως έχουν χαθεί στις εσωτερικές τους αντιθέσεις;
Το ΠΑΣΟΚ έχει φτάσει ένα ταβάνι και δεν θεωρείται εναλλακτικό κόμμα εξουσίας. Έχει να μπει σε κυβέρνηση σχεδόν δέκα χρόνια. Επομένως, πλέον μιλάμε για ένα κόμμα χωρίς κυβερνητική εμπειρία που δεν μπορεί να πείσει ένα κεντροαριστερό ψηφοφόρο ως κυβερνητικό. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει στελέχη, με τον κύριο κορμό των κυβερνήσεών του να έχει αποχωρήσει, ενώ ο νυν πρόεδρός του δεν αναφέρεται στο κυβερνητικό έργο του ΣΥΡΙΖΑ. Επίσης, στον ΣΥΡΙΖΑ υπάρχει πρόβλημα γραμμής και επομένως αυτό το νεφελώδες προφίλ που έχει διαμορφώσει εντείνει το πρόβλημα αξιοπιστίας που ούτως ή άλλως αντιμετώπιζε. Το ΚΚΕ αυτοαπομονώνεται και η Νέα Αριστερά θα μπορούσε να είναι στρατηγικός παίκτης, καθώς φαίνεται να έχει μια δυναμική στις θέσεις της, χωρίς αυτή να αποτυπώνεται στο εκλογικό σώμα. Φαίνεται να έχει περιοριστεί εντός της κεντροαριστεράς και ακόμα να περιδινίζεται στα απόνερα του ναυαγίου ΣΥΡΙΖΑ. Το στοίχημα είναι να βρει ευρύτερα ακροατήρια.
Το State Department σε έκθεσή του αναδεικνύει όχι μόνο την παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και την καταπάτηση του κράτους δικαίου από την ελληνική κυβέρνηση, αλλά την έκπτωση του κοινωνικού κράτους, ακόμα και στην εργασία, την παιδεία, κ.λπ. Η κυβέρνηση απαξιώνει και αυτή την καταδικαστική έκθεση, όπως έκανε με τις ευρωπαϊκές. Γιατί το κάνει;
Γιατί έχει έναν πολύ προσεκτικό σχεδιασμό: καταπάτηση του κράτους δικαίου και των κοινωνικών δικαιωμάτων. Αυτή είναι η σκοτεινή προϋπόθεση του εύθραυστου αναπτυξιακού μοντέλου του Μητσοτάκη. Αυτό όμως έχει τα όριά του και έχει αρχίσει να τα εξαντλεί, αφήνοντας ένα σαφές αποτύπωμα στο πολιτικό σύστημα και το κράτος συνολικά. Τα θεμέλια του κράτους είναι βραδυφλεγείς βόμβες και σε αυτές τις μακροπρόθεσμες συνέπειες χτυπούν πια τα καμπανάκια.
Και τι θα μείνει, όταν η κυβέρνηση θα έχει διαλύσει πλήρως το κοινωνικό συμβόλαιο;
Η κυβέρνηση προσπαθεί να δημιουργήσει ένα λεόντειο σύμφωνο, που θα υποκαταστήσει το κοινωνικό συμβόλαιο της μεταπολίτευσης, και θα οργανώνει την κοινωνία πάνω στην αγορά, όπως η ίδια την έχει διαμορφώσει. Ο στόχος που προσπαθεί να ολοκληρώσει είναι η απίσχναση θεσμών του κράτους, έτσι ώστε να είναι περισσότερο ευάλωτοι στην εκάστοτε πολιτική εξουσία. Το όραμά της είναι μια κοινωνία ομόλογη της πρώτης περιόδου των μετασοσιαλιστικών κρατών της ανατολικής Ευρώπης. Έχει καταφέρει ήδη να πείσει ένα κομμάτι των μεγαλύτερων ότι όσα κάνει είναι υπεύθυνα και δεν θιγούν τα δικαιώματά τους, αφού είναι εντός του κοινωνικού κράτους και έχει καταφέρει να πείσει παράλληλα τους νεότερους ότι το κοινωνικό κράτος με τη μορφή που έχει θα τους περιορίσει τις επιλογές αν το συντηρήσουν και μάλιστα τους δίνει και κίνητρα για να το εγκαταλείψουν, μέσα από το δημόσιο προϋπολογισμό.
Είναι σαφές ότι εδώ και χρόνια επιχειρείται η απαξίωση του κράτους και μάλιστα έχει πείσει μεγάλη μερίδα του κόσμου ότι τελικά είναι άχρηστο. Η Αριστερά δεν πρέπει να επαναφέρει στο λόγο της και τις διεκδικήσεις της την επανασύστασή του;
Η Αριστερά πρέπει να συγκροτήσει ένα συγκεκριμένο πλαίσιο αιτημάτων πάνω στην ομπρέλα του κοινωνικού κράτους. Πώς αυτή η λογική της ιδιώτευσης και της ιδιωτικής αντιμετώπισης των κινδύνων δεν πρόκειται να λειτουργήσει ευνοϊκά προς το σύνολο του πληθυσμού. Και αυτά πρέπει να τα διατυπώσει πολύ συστηματικά και να τα συζητήσει με τον κόσμο. Ποια ιδιωτική εταιρεία ασφάλισης μπορεί να αντιμετωπίζει το ζήτημα στη Θεσσαλία; Καμία. Το κοινωνικό κράτος πρέπει να αναδειχθεί σε ηγεμονικό σχέδιο της Αριστεράς. Και για να το κάνεις αυτό πρέπει να συζητήσεις μέσα στην κοινωνία το ρόλο του κράτους και πώς πρέπει να ενδυναμωθεί και ειδικά το πώς το κοινωνικό κράτος οργανώνεται για να αντιμετωπίσει τους κοινωνικούς κινδύνους. Το δεύτερο βήμα είναι να αρχίσεις να ζυμώνεις κινηματικά και προγραμματικά αυτή την ιδέα. Να δείξεις έτσι πόσο κρίσιμος είναι ο ρόλος του κράτους μέσα στην αναπαραγωγή της κοινωνίας.
Πέρα από το κοινωνικό κράτος είναι και το κράτος δικαίου που πρέπει να ενισχυθεί, κάτι που ιδεολογικά δεν έχει παλέψει με όλες της τις δυνάμεις η Αριστερά, υπό το φόβο του «κράτους πατερούλη»…
Προϋπόθεση για να έχεις ουσιώδη κοινωνικά δικαιώματα τα οποία να λειτουργούν σε μία κατεύθυνση ελευθερίας και χειραφέτησης των πολιτών, είναι να έχεις πλήρη ατομικά δικαιώματα. Δεν μπορείς να απολαύσεις το κοινωνικό δικαίωμα, αν δεν έχεις συνθήκες ελευθερίας. Και η Χούντα έκανε κοινωνική πολιτική, και μπορούσε ενδεχομένως ένας αγρότης να ήταν σε καλύτερη κατάσταση από ότι ήταν στην μεταπολεμική περίοδο. Ήταν, όμως, ελεύθερος να το απολαύσει; Όχι. Όταν μιλάμε για κράτος δικαίου, μιλάμε για έναν κομβικό πυρήνα ελευθερίας μέσα στην κοινωνία. Το κράτος δικαίου είναι ο τρόπος με τον οποίο τα κράτη περιορίζουν τις εξουσίες τους για να αφήσουν χώρο στα άτομα να αναπτύξουν τις ελευθερίες τους. Αυτό είναι που τίθεται εν αμφιβόλω σήμερα. Και δεν πρόκειται για δίλημμα, ή κοινωνικό κράτος ή κράτος δικαίου. Είναι οι δύο αμφίπλευρες διαστάσεις του κράτους, που αν αποσπάσεις τη μία από την άλλη, θα έχεις μια δημοκρατία εν κινδύνω.
Η καθημερινότητα εξοβελίζει πλήρως τη συνείδηση αυτών των προταγμάτων: ακρίβεια, ανεργία, ανασφάλεια. Έχω την αίσθηση ότι η ΝΔ επενδύει σε αυτή τη μάχη για την καθημερινότητα και μέχρι στιγμής της βγαίνει.
Οριακά νομίζω, θα δούμε τι θα δείξουν οι ευρωεκλογές. Στην λογική Μητσοτάκη υπάρχει αυτή η εξαγορά με ψίχουλα, η υποκατάσταση δηλαδή του κοινωνικού κράτους με περιστασιακά επιδόματα, επάνω στην οποία θυσιάζεται το κράτος δικαίου. Πρόκειται για μια στρατηγική χωρίς βάθος. Διότι αν δένεις τη μοίρα σου με τον οικονομικό κύκλο θα βρεθείς μοιραία σε σκαμπανεβάσματα. Και πώς θα βγεις από αυτή την παγίδα; Μόνο με καταστολή, επειδή έχεις υπονομεύσει το κράτος δικαίου. Ήδη με την καταστολή, το ζούμε, υπάρχει μια ιδιότυπη λογοκρισία. Έτσι, τα όρια της κριτικής είναι στενά και περιορίζονται στα πιο παράλογα όσων επιβάλλει η κυβέρνηση, χωρίς να τα ανάγει ο κόσμος στις αβελτηρίες του συστήματος. Αυτό, όμως, είναι ευμετάβλητο πιστεύω και περιμένει να αναδειχθεί, αρκεί η Αριστερά να βγει πιο ηγεμονικά. Έχει κλειστεί στο φαύλο κύκλο ότι η κοινωνία έχει συντηρητικοποιηθεί και να μην ανοιγόμαστε σε πολύ προοδευτικά ή αριστερά αιτήματα γιατί θα χάσουμε το κοινό που μας στηρίζει. Αυτή ήταν και η στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ από τη θέση της αντιπολίτευσης, την προηγούμενη τετραετία. Νομίζω ότι ισχύει το ακριβώς αντίθετο. Αυτή η χώρα μπορεί να πάει μπροστά μόνο προοδευτικά, ιστορικά μιλώντας. Πρέπει να ειπωθεί ότι αυτή η τακτική που χρησιμοποιεί η κυβέρνηση είναι που θα οδηγήσει στην αστάθεια. Σταθερές κοινωνίες μπορεί να είναι μόνο κοινωνίες με δημοκρατία, κοινωνικό κράτος και κράτος δικαίου. Αλλιώς πας σε κοινωνίες που είναι σε σπειροειδή αστάθεια. Και τότε σε σώζει πολιτικά μονάχα η ανασφάλεια από κάποια πολεμική απειλή, που είναι και η προμετωπίδα του Κ. Μητσοτάκη αυτές τις μέρες.
Ιωάννα Δρόσου, Παύλος Κλαυδιανός