Με το ζήτημα των στρατηγικών επιλογών του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού, διεθνώς αλλά και στην Ελλάδα, όσον αφορά τη σκόπιμη απαξίωση της δημόσιας τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, έχω ασχοληθεί κατ’ επανάληψη στο παρελθόν (βλ. ιδίως «Πανεπιστήμιο και νεοφιλελεύθερη στρατηγική» – «Εφ.Συν.», 27/11/2018). Η θέσπιση της ειδικής πανεπιστημιακής αστυνομίας όμως, που εισάγεται με τον οργουελικής έμπνευσης ευφημισμό Ομάδα Προστασίας Πανεπιστημιακών Ιδρυμάτων (ΟΠΠΙ), απαιτεί εκ νέου διερεύνηση του ζητήματος με αναφορά στην ιδιαιτερότητα της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας.
Πάντοτε με ενοχλούσε ένα «ανιστόρητο» σύνθημα που ακουγόταν τα τελευταία χρόνια στις διαδηλώσεις: «Ψωμί, Παιδεία, Ελευθερία – Η χούντα δεν τελείωσε το ’73». Πίστευα ότι δεν μπορεί η Αριστερά προς χάριν ομοιοκαταληξίας να διαστρεβλώνει το πολύ σημαντικό γεγονός ότι το χουντικό καθεστώς δεν έπεσε μετά την εξέγερση του Πολυτεχνείου (Νοέμβριος 1973), αλλά μετά το πραξικόπημα που διοργάνωσε (η χούντα του Ιωαννίδη) εναντίον του Μακαρίου και την τουρκική εισβολή στην Κύπρο που επακολούθησε (Ιούλιος 1974). Σκέφτομαι όμως ότι τούτη η ενοχλητική ιστορική ανακρίβεια υποδηλώνει ένα ιδεολογικό γεγονός με τεράστια σημασία.
Στη συνείδηση του πολλού κόσμου, μεταδικτατορικά, έχει επικρατήσει μια αφήγηση για την πτώση της χούντας, η οποία, παρά τον ιδεολογικό της χαρακτήρα, έχει ισχυρό έρεισμα στην ιστορική πραγματικότητα. Η χούντα μπορεί να μην έπεσε αμέσως μετά την εξέγερση του Πολυτεχνείου, αλλά είναι διάχυτη η εντύπωση ότι η αντιδικτατορική αντίσταση ήταν κυρίως φοιτητική – και αυτό, τουλάχιστον όσον αφορά τους μαζικούς χώρους και τα κινήματα, όντως ισχύει σε μεγάλο βαθμό. Στη συλλογική συνείδηση από τη Μεταπολίτευση κι έπειτα, η αντιπαλότητα «δικτατορικό καθεστώς/αντιδικτατορικός αγώνας» συμπυκνώνεται κυρίως στην εικόνα της αντιπαράθεσης μεταξύ του εισβάλλοντος τεθωρακισμένου από τη μια και των εξεγερμένων φοιτητών/ριών από την άλλη.
Το αντιδικτατορικό φοιτητικό κίνημα, όπως μαζικοποιήθηκε και όπως κορυφώθηκε με την εξέγερση του Πολυτεχνείου, λειτούργησε, σε επίπεδο συμβολικό-ιδεολογικό, κατά τρόπο ανάλογο με τον γαλλικό Μάη του ’68 στις Δυτικοευρωπαϊκές χώρες. Το δεύτερο γεγονός, χωρίς το ίδιο να συμβάλει σε κάποια άμεση καθεστωτική αλλαγή, αποτέλεσε σημείο αναφοράς για τα περισσότερα αριστερά ριζοσπαστικά κινήματα που αναπτύχθηκαν κατά τις δεκαετίες του ’60 και του ’70. Ηταν ένα από τα ιδρυτικά γεγονότα της κινηματικής Αριστεράς, που είχε ως σταθερή αφετηρία τον δυνάμει επαναστατικό χαρακτήρα της πανεπιστημιακής ζωής.
Η σημασία του «Πολυτεχνείου» για την ελληνική κοινωνία των πρώτων μεταδικτατορικών δεκαετιών συνίστατο στη νοηματοδότηση των δημόσιων ελληνικών Πανεπιστημίων ως χώρων ελευθερίας και δημοκρατίας. Και τούτο δεν περιοριζόταν μόνο στη συμβολική σφαίρα. Τα αιτήματα για αποχουντοποίηση, η δυναμική παρουσία των αριστερών φοιτητικών παρατάξεων, ο συνδυασμός επιστημονικής έρευνας και διδασκαλίας με ζωντανή πολιτιστική δραστηριότητα και με την έντονη πολιτικοποίηση της σπουδάζουσας νεολαίας, ήταν ίσως η πιο απτή απόδειξη ότι η Μεταπολίτευση είχε όντως συμβεί, και ότι μαζί της δεν είχε καταρρεύσει μόνο η δικτατορία αλλά και σύσσωμη η αντικομμουνιστική τρομοκρατία του μετεμφυλιακού κράτους. Στα Πανεπιστήμια, η Ελλάδα «ζούσε» τη νεοαποκτηθείσα δημοκρατία της ίσως πιο έντονα από οπουδήποτε αλλού.
Είναι γνωστό ότι κεντρικός στρατηγικός στόχος της σημερινής Δεξιάς είναι η ματαίωση της Μεταπολίτευσης. Με αυτήν ακριβώς τη δεύτερη έννοια – δηλαδή όχι (κατ’ ανάγκην) η επιβολή ενός νέου δικτατορικού καθεστώτος, αλλά η επιστροφή στο «παλιό, καλό» καθεστώς του κουτσουρεμένου κοινοβουλευτισμού του παρακράτους, της αστυνομοκρατίας και της θεσμικής περιθωριοποίησης της Αριστεράς. Η σκληρή Δεξιά ποτέ δεν είχε συναινέσει στην αναίρεση του μετεμφυλιακού καθεστώτος – απλώς φρόντιζε να συγκαλύπτει τη δυσαρέσκειά της όπου και όποτε έκρινε πως ήταν απαραίτητο. Μετά την απειλητική για το καθεστώς –παρά τα μνημόνια- εμπειρία της τετραετούς αριστερής διακυβέρνησης όμως, αποφάσισε πως «αρκετά κράτησε το καλαμπούρι της Μεταπολίτευσης, έχουν σοβαρέψει πλέον τα πράγματα».
Υπ’ αριθμόν ένα στόχος λοιπόν, το κορυφαίο σύμβολο της Μεταπολίτευσης, το πιο «προκλητικό» φυτώριο δημοκρατικής ζωής και ανάπτυξης προοδευτικών ιδεών: το ελεύθερο, δημοκρατικό, ανοιχτό στην κοινωνία δημόσιο Πανεπιστήμιο. Αν παρακολουθήσει κανείς τις δηλώσεις των στελεχών της Δεξιάς, από χρόνια πριν επανέλθει στην κυβερνητική εξουσία, αλλά και τις θεσμικές παρεμβάσεις της με το που επανήλθε, θα καταλάβει πως πρόκειται για καλοδουλεμένο σχέδιο στρατηγικής εξόντωσης.
Πρώτο στάδιο: η χυδαία και συστηματική κατασυκοφάντησή του, η εξομοίωσή του με τόπο όπου οργιάζει ανεξέλεγκτα η πάσης φύσεως εγκληματική δραστηριότητα, ούτως ώστε να υποδεχτεί ο κόσμος θετικά την κατάργηση του πανεπιστημιακού ασύλου. Δεύτερο (τελικό;) στάδιο, η εγκαθίδρυση πανεπιστημιακής αστυνομίας, ώστε να αποκατασταθεί «επί τέλους» η τάξη και να παταχθεί η «ανομία». Η οποία «ανομία» στην οργουελική διάλεκτο της σύγχρονης (Ακρο-)Δεξιάς σημαίνει: δημοκρατία που γεννήθηκε στη Μεταπολίτευση.
Ο Κύρκος Δοξιάδης είναι καθηγητής της Κοινωνικής Θεωρίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών
Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών