Το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας άνοιξε τον δρόμο στην ισόβια διακυβέρνηση του Προέδρου Σι Τζινπίνγκ ενισχύοντας παράλληλα τον έλεγχο του κράτους πάνω στη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του πλανήτη. Αυτή η χωρίς προηγούμενο εξουσία του κυρίου Σι θεωρητικά του επιτρέπει να προωθήσει επώδυνες μεταρρυθμίσεις, ειδικότερα απέναντι σε κατεστημένα συμφέροντα στους τομείς της οικονομία όπου κυριαρχεί το κράτος. Το ερώτημα είναι κατά πόσο σκοπεύει να το κάνει.
Όταν ο κύριος Σι ανέλαβε την ηγεσία του Κομμουνιστικού Κόμματος το 2012, οι γραφειοκράτες έσπευσαν να διαβεβαιώσουν τους ξένους επιχειρηματίες και διπλωμάτες ότι ο Πρόεδρος θα σταθεροποιούσε την εξουσία και θα ξεκινούσε τις οικονομικές μεταρρυθμίσεις. Μέχρι σήμερα η φιλελευθεροποίηση της οικονομίας αργεί να υλοποιηθεί.
«Ο Σι πιστεύει ότι είναι ο ιδανικός άνθρωπος για να διατηρήσει την Κίνα ισχυρή, πολιτικά και οικονομικά, τις επόμενες δεκαετίες και προσπαθεί να εξασφαλίσει ότι θα έχει την εξουσία που χρειάζεται για να ανταποκριθεί σε αυτό το καθήκον», λέει ο Άντριου Κόλιερ, διευθυντής της εταιρείας συμβούλων Orient Capital Research. Οι σύμβουλοι του Κινέζου Προέδρου Σι γνωρίζουν ότι η χώρα φτάνει στο τέλος της δημογραφικής έκρηξης και ότι βρίσκεται αντιμέτωπη με το πρόβλημα του διογκούμενου χρέους, προσθέτει.
Ο κύριος Σι υποσχέθηκε ότι θα εξαλείψει τη φτώχεια και θα εκτοξεύσει την Κίνα από βιομηχανική δύναμη που είναι σήμερα σε ηγέτιδα του κλάδου της προηγμένης τεχνολογίας, ώστε να γίνει το Πεκίνο ο ρυθμιστής της μελλοντικής παγκόσμιας βιομηχανικής ανάπτυξης.
Η κατάργηση των ανωτάτων ορίων στην προεδρική θητεία θα μπορούσε να έχει ως αποτέλεσμα μια μακροπρόθεσμη πολιτική σταθερότητα, υποστηρίζει ο Άι Τανγκμίν, επικεφαλής οικονομολόγος της Sina Finance. «Στο παρελθόν υπήρξαν ορισμένες περιπτώσεις που δεν υλοποιήθηκαν στόχοι μεταρρυθμίσεων. Στο μέλλον, οι πολιτικές θα εφαρμόζονται με μεγαλύτερη δύναμη. Για τους επενδυτές, αυτό θα βοηθούσε στη σταθεροποίηση των προσδοκιών της αγοράς».
Εκείνο που πιθανώς θα ξεθωριάσει θα είναι η εκτόξευση των κυκλικών δαπανών κατά την έναρξη της κάθε πενταετούς θητείας, καθώς οι νεοδιορισμένοι τοπικοί αξιωματούχοι έσπευδαν να προωθήσουν με ζήλο τα σχέδια. Η αφοσίωση αποτελεί το σημαντικότερο εφόδιο για την ανέλιξη σε ένα σύστημα όπου το μοναδικό δίκτυο που μετράει είναι το πελατειακό.
Οι μελλοντικές πολιτικές πιθανώς θα στηρίξουν τις κρατικές επιχειρήσεις και έναν περισσότερο κεντρικό ρόλο του Πεκίνου από πάνω προς τα κάτω. Κατά την πρώτη θητεία του κυρίου Σι απομακρύνθηκαν πολλά θεσμικά και δομικά εργαλεία που επέτρεψαν την ευημερία του ιδιωτικού τομέα. Οι ιδιωτικές κινεζικές εταιρείες υπακούουν τώρα στις εντολές και διοχετεύουν το ρευστό τους σε κρατικά επενδυτικά σχήματα τα οποία υπολειτουργούν, θυμίζοντας τον «γάμο» μεταξύ του ιδιωτικού κεφαλαίου και του κράτους που σηματοδότησε τη λειτουργία του Κομμουνιστικού Κόμματος κατά τη δεκαετία του πενήντα.
«Οι οικονομικές μεταρρυθμίσεις δεν ισοδυναμούν απαραίτητα με ανοίγματα στην οικονομία» λέει η Έιμι Γιουάν Ζουάνγκ, αναλυτής της εταιρείας συμβούλων Nordea Markets. Η ίδια προβλέπει ότι θα συνεχιστούν οι προσπάθειες για την αντιμετώπιση της βιομηχανικής υπερπαραγωγής και κάποια φιλελευθεροποίηση. «Δεν προβλέπουμε σημαντική βελτίωση στη λειτουργία των επιχειρήσεων στην Κίνα, οι οποίες θα εξακολουθούν να εξαρτώνται από τις καλές σχέσεις με τις αρχές».
Το όραμα του Λιου Χε, του επικεφαλής οικονομικού συμβούλου του Προέδρου Σι, «εξακολουθεί να περιλαμβάνει μια επιλεκτική φιλελευθεροποίηση και έναν πολύ ισχυρό ρόλο για το κράτος, όπως φάνηκε κατά την πρώτη θητεία του κυρίου Σι», λέει ο Άντριου Γκίλχολμ, αναλυτής για τα θέματα της Κίνας στην εταιρεία συμβούλων Control Risks. «Η ισχυρή παρέμβαση θα παραμείνει πιθανώς το πιο χαρακτηριστικό γνώρισμα» παρά τα λίγα μέτρα για τη διαχείριση του δημοσιονομικού κινδύνου.
«Δεν βλέπω καμία ένδειξη για επιτάχυνση αυτού που ορισμένοι στη Δύση το λένε οικονομικές μεταρρυθμίσεις, ενώ οι Κινέζοι το θεωρούν ως μπάλωμα στο δικό τους υβριδικό οικονομικό μοντέλο» συμφωνεί ο Ρίτσαρντ Μακγκρέγκορ, συνεργάτης του ινστιτούτου Lowy και συγγραφέας του βιβλίου “The Party”.
Η κινεζική προεδρία μπορεί να έχει λιγότερη σημασία στο πλαίσιο του κομμουνιστικού συστήματος από τον έλεγχο του κόμματος ή του στρατού, αλλά είναι ο πιο ορατός ρόλος τόσο για τους Κινέζους πολίτες όσο και για τις ξένες χώρες. «Με τα συχνά ταξίδια του στο εξωτερικό δείχνει ότι θέλει να βάλει την προσωπική του σφραγίδα στην εξάπλωση της κινεζικής επιρροής παγκοσμίως», λέει ο Τζόναθαν Φένμπι, επικεφαλής του ομίλου ερευνών TS Lombard για την Κίνα.
Στο εσωτερικό της χώρας, ο κύριος Σι κινήθηκε ώστε να ενώσει το κόμμα και το κράτος κατά την πρώτη θητεία του, υποβαθμίζοντας τις προσπάθειες δεκαετιών για τη δημιουργία ενός επαγγελματικού δημόσιου τομέα. Δημιούργησε μια νέα εποπτική αρχή, η οποία «δένει» τον εσωτερικό πειθαρχικό μηχανισμό του κόμματος με τη Δικαιοσύνη. Η χρησιμοποίηση, από τον ίδιο, «μικρών ομάδων» για την εφαρμογή πολιτικής παρακάμπτει τη θεσμική γραφειοκρατία. «Η προσπάθεια για τη μετάβαση από την ανεπίσημη προσωπική εξουσία στην εξουσία που συνδέεται με θεσμικούς ρόλους είχε πάρει σάρκα και οστά» λέει η Σούζαν Σιρκ, πρόεδρος του προγράμματος Κίνα του 21ου Αιώνα στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια, στο Σαν Ντιέγκο. «Αλλά τώρα τη βλέπουμε να ξεφτίζει».
Η καλύτερη ιστορική αναλογία είναι τα τελευταία χρόνια του Μάο, όταν είχε απαλλαγεί από ανταγωνιστικές φράξιες μέσω της Πολιτιστικής Επανάστασης, λέει ο Βίκτορ Σιχ, επίσης από το Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια. Έμπιστα, αφοσιωμένα άτομα με μικρή κυβερνητική εμπειρία θα ανέλθουν σε υψηλές θέσεις, ειδικά εάν η εξουσία του κυρίου Σι παραταθεί για μια τρίτη και τέταρτη θητεία. «Η λήψη αποφάσεων θα μοιάζει ολοένα περισσότερο με αντηχείο» λέει. «Αν ο πρόεδρος Σι πάρει μια λάθος απόφαση, θα είναι μεγάλη και δεν θα αντιδράσει κανένας στο εσωτερικό». Παρότι θα είναι συνεπές από πολιτικής πλευράς βραχυπρόθεσμα, αυξάνονται οι πιθανότητες αστάθειας μακροπρόθεσμα, λέει η Σούζαν Σιρκ. «Το πιο σημαντικό πράγμα είναι ότι το επίτευγμα της ειρηνικής μετάβασης στην κορυφή, που κερδήθηκε με μεγάλο κόπο, τώρα έχει διαλυθεί. Είναι αυτό που όλοι πίστευαν ότι αποτελούσε το κλειδί για την αυταρχική αντοχή της Κίνας».
Lucy Hornby
Πηγή: Η Αυγή