η συνέντευξη πήρε ο Παύλος Κλαυδιανός
Ας ξεκινήσουμε με τις περιπτώσεις διορισμών διοικητών σε νοσοκομεία, και ιδιαίτερα την περίπτωση του νοσοκομείου Καρδίτσας. Ήταν ένα συμβάν ή ένα σύμπτωμα της νοοτροπίας της ΝΔ;
Προφανώς και είναι σύμπτωμα. Ωστόσο, αυτό που πρέπει να μας προβληματίσει, σε σχέση με όσα δημόσια είπε ο κ. Πατέρας για το διορισμό του, είναι αυτό που κατέθεσε δημόσια ως κάτι αυτονόητο, το ότι δεν δίστασε, δηλαδή, να μιλήσει για τη συναλλαγή που έκανε με τον πρωθυπουργό της χώρας. Δυστυχώς, λοιπόν, μια λογική ανταλλαγής ψήφων με κέρδος μια θέση στο δημόσιο βλέπουμε να ακουμπάει σταθερά στην αντίληψη της ΝΔ, διότι δεν είναι μοναδική η περίπτωση στην Καρδίτσας. Αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίο έχει επιλέξει να στελεχώσει τη δημόσια διοίκηση. Είναι στη λογική του «παλιού συστήματος», με την οποία πολιτεύτηκαν η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ στο παρελθόν, και το οποίο καταδίκασε ο κόσμος το 2015. Βρισκόμαστε μπροστά στην παλινόρθωση αυτού του καθεστώτος.
Δόθηκε, εντούτοις, ιδιαίτερη έμφαση από τη ΝΔ στη δημιουργία ενός επιτελικού κράτους.
Τα χαρακτηριστικά του φάνηκαν από την πρώτη στιγμή. Έχουμε ένα κράτος, το οποίο κυβερνά ο κ. Μητσοτάκης με τους υφυπουργούς του, οι οποίοι είναι κατά πλειοψηφία υπάλληλοι κάποιων συμφερόντων, ενώ οι υπουργοί του κατέχουν διακοσμητική θέση. Άρα το επιτελικό κράτος έχει κυρίαρχη τη λογική που είπαμε πριν.
Η μεγάλη ευκαιρία παρέμβασης
Φαίνεται, όμως, προς το παρόν, ο κόσμος να δείχνει ανοχή στην ολική επαναφορά του παλιού συστήματος. Πώς εξηγείται;
Ο κόσμος είναι σε αμηχανία. Ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να αναδείξει τα όσα συμβαίνουν, γιατί έχει και μια σαφή πολιτική ευθύνη να το πράξει. Επομένως, οφείλει να απευθυνθεί στην κοινωνία ανοιχτά, αν θέλει να διεκδικήσει την ηγεμονία, και να βάλει τους όρους και τις προϋποθέσεις. Οφείλουμε να σταθούμε ξεκάθαρα απέναντι στην πολιτική της «παλινόρθωσης» και να αναδείξουμε ταυτόχρονα πως η ΝΔ -με τη βοήθεια των ΜΜΕ- χρησιμοποίησε ως όχημα το δόγμα «τάξη και ασφάλεια» για να δηλητηριάσει -και συνεχίζει να το κάνει- συνειδήσεις ανθρώπων, ενώ την ίδια στιγμή αναδεικνύει την ταξική της αντίληψη, όπως είδαμε και τελευταία με τον προϋπολογισμό.
Πράγματι είναι καταφανές αυτό. Γιατί πιστεύεις ότι τράβηξε, αυτή τη διαχωριστική γραμμή, τόσο σύντομα;
Πρώτον, η ΝΔ προεκλογικά είχε έναν απίστευτο βερμπαλισμό, υποσχόμενη τα πάντα. Ειδικότερα, εστίασε στην εναντίωσή της στη Συμφωνία των Πρεσπών, στην προστασία των μεσαίων στρωμάτων -χωρίς φυσικά να καθορίζει τι εννοεί ως «μεσαία τάξη», ώστε όλοι να αισθάνονται ότι εντάσσονται ή θα ενταχθούν μελλοντικά σε αυτή- και στην προσέλκυση επενδύσεων. Ήταν αναμενόμενο, λοιπόν, να αποδειχθεί πολύ σύντομα ότι δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις δεσμεύσεις της. Δεύτερον, πίστευε ενδεχομένως ότι πράγματι η καταστρατήγηση των εργασιακών δικαιωμάτων, που από την πρώτη στιγμή επεδίωξε, θα στείλει ένα «μήνυμα ανάπτυξης», μέσω των επενδύσεων. Τρίτον, δέχεται πίεση από τους δανειστές, αφού δεν έχουμε βγει από το καθεστώς επιτήρησης. Επομένως, έκανε την ταξική επιλογή να εξυπηρετήσει κατά προτεραιότητα τα συμφέροντα των μεγάλων επιχειρήσεων και του πλούτου και αυτό δεν άφηνε δημοσιονομικό περιθώριο να στραφεί και στα μεσαία στρώματα που είχε υποσχεθεί ότι θα ελαφρύνει. Πιστεύω, λοιπόν, πως σύντομα θα απογοητευτεί ένα μέρος των ανθρώπων που στήριξαν τη ΝΔ, αφού δεν βλέπουν τον «παράδεισο» που τους υποσχέθηκε. Εδώ είναι και η μεγάλη ευκαιρία παρέμβασης του ΣΥΡΙΖΑ.
Η αντιπολίτευση του ΣΥΡΙΖΑ
Ποιο είναι, λοιπόν, το σχέδιο παρέμβασης της αντιπολίτευσης;
Πρέπει να εξηγήσουμε στον κόσμο πώς επέλεξε να πολιτευτεί η ΝΔ και τι θα είχε κάνει η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, σύμφωνα με τις προγραμματικές εξαγγελίες του, που ήταν πράγματι στην κατεύθυνση του να δώσει μία ανάσα στον κόσμο, αξιοποιώντας τον δημοσιονομικό χώρο που είχε δημιουργήσει από τη θέση της κυβέρνησης. Η αντιπολίτευση του ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να κινηθεί κυρίως στην ανάδειξη της διαφορετικής μας πρότασης, που ήταν και είναι η προστασία του κόσμου της εργασίας και των στρωμάτων που έχουν πληγεί από την κρίση, η δημιουργία θέσεων εργασίας με όρους αξιοπρέπειας, η προστασία των κοινωνικών και ατομικών δικαιωμάτων και ελευθεριών, η ανάδειξη μιας άλλης αντίληψης για την επόμενη μέρα που θα εμπνεύσει και θα βάλει σε κίνηση τον κόσμο που επιδιώκουμε να εκπροσωπήσουμε. Να πούμε με σαφήνεια ότι δεν έχουμε πρόβλημα να συγκρουστούμε με τα συμφέροντα των λίγων που υπερασπίζεται η ΝΔ. Και στο παρελθόν, μέσα σε ένα δύσκολο περιβάλλον, επιδιώξαμε να κάνουμε τέτοιες τομές, προτάσσοντας σε όλες τις επιλογές μας το στοιχείο της αναδιανομής. Για μένα αυτό είναι το πιο κομβικό, δηλαδή ποιους επιλέγεις να στηρίξεις και απέναντι σε ποιους να στραφείς.
Διεθνώς αναδεικνύονται κινήματα, όπως αυτό της αντιμετώπισης της κλιματικής κρίσης και της προστασίας του περιβάλλοντος. Πώς αυτά θα επηρεάσουν τον ΣΥΡΙΖΑ;
Προφανώς, η πρότασή του, το πρόγραμμά μας, πρέπει να διαπνέεται οριζόντια από αυτή την αναγκαιότητα. Μιλάμε μεν για ανάπτυξη, ώστε να δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας, αλλά η ανάπτυξη αυτή δεν γίνεται χωρίς τους αναγκαίους όρους προστασίας του περιβάλλοντος. Και θέλω να πω κάτι πάνω σε αυτό. Αν και ήμασταν κυβέρνηση συνεργασίας, όχι μόνο με τους ΑΝΕΛ –με ό,τι αυτό δημιούργησε- αλλά και με τους Οικολόγους Πράσινους, δεν πετύχαμε να αφήσουμε ισχυρό, θετικό, οικολογικό αποτύπωμα. Θεωρώ ότι, μολονότι η κυβέρνηση υποχρεώθηκε σε κάποιες προβληματικές επιλογές στα θέματα του περιβάλλοντος, ενδεχομένως και στο πλαίσιο των μνημονιακών δεσμεύσεων, σήμερα που συμφωνούμε όλοι ότι το ζήτημα της κλιματικής κρίσης είναι κεντρικό και θα πρέπει να βρίσκεται στην καρδιά της δικής μας αντίληψης και των προγραμματικών μας στόχων, θα πρέπει να ξαναδούμε τώρα, κατά τη διαμόρφωση του προγράμματός μας πώς θα εντάξουμε στον κορμό του την περιβαλλοντική μας πρόταση, χωρίς εκπτώσεις.
Απαραίτητη η ποιοτική αναβάθμιση
Πώς αξιολογείς την πορεία έως τώρα της καμπάνιας του ΣΥΡΙΖΑ;
Αποδεικνύεται ότι υπήρχε ένας κόσμος που ήταν έτοιμος να έρθει στον ΣΥΡΙΖΑ, γιατί όλο αυτό το διάστημα από το 2012 και το 2015 είχε διαμορφωθεί το έδαφος ώστε να ενταχθεί σε αυτόν. Όμως, νομίζω ότι παράλληλα με την καμπάνια πρέπει να διευρυνθεί η προσπάθεια για ανοιχτές εκδηλώσεις – συζητήσεις, ώστε αν είναι δυνατόν σε κάθε πόλη, σε κάθε δήμο και τελικά σε κάθε γειτονιά, να αναδειχθούν πρωτοβουλίες των οργανώσεων και των μελών -με παρουσία των στελεχών και των νυν βουλευτών- προκειμένου να απευθυνθούν συνολικά στην κοινωνία. Έτσι, η κινητοποίηση των οργανώσεων δεν θα αρκείται στη διοργάνωση κεντρικών, μόνο, εκδηλώσεων, αλλά θα καλύψει κάθε ζήτημα που αφορά τον τόπο τους.
Ο αριθμός των μελών όντως αυξάνεται, αρκεί όμως αυτό; Υπάρχει και το ζήτημα της αξιοποίησης, ο τρόπος λειτουργίας του κόμματος;
Πρέπει να μας απασχολήσει, ως βασικό θέμα, ότι δεν είναι μόνο η ποσοτική αύξηση του κόμματος, δηλαδή να γίνουμε πολλές χιλιάδες μελών, αλλά είναι απαραίτητη και η ποιοτική αναβάθμισή του. Άρα θα πρέπει να δούμε ξανά τη λειτουργία των οργανώσεών μας και το ρόλο των μελών, πώς θα έχουν ουσιαστική συμμετοχή. Τίθεται από παντού η αναγκαιότητα τα νέα μέλη να έχουν και ένα περιεχόμενο παρέμβασης και δουλειάς. Επομένως, πρέπει να συζητήσουμε με ποιο τρόπο θα μπορέσουμε ουσιαστικά να εντάξουμε αυτό τον κόσμο στη λειτουργία του κόμματος. Αν δεν δουλέψει το κόμμα τοπικά, αξιοποιώντας αυτό τον κόσμο, με ζωντανό και δημιουργικό τρόπο, δεν θα έχουμε πετύχει κάτι. Άρα, πρέπει να ανοίξει επί της ουσίας η συζήτηση για το τι κόμμα θέλουμε, ποια Αριστερά, ποια πρέπει να είναι η μορφή του κόμματος στις σημερινές συνθήκες. Να μην φοβηθούμε τη συζήτηση.
Με τις εργασίες της Κεντρικής Επιτροπής Ανασυγκρότησης μπήκαμε στην τελική ευθεία προς το συνέδριο. Με το εύρος και τον μεγάλο αριθμό τι επιδιώκεται;
Επιδιώκεται να φανεί το μέγεθος της απεύθυνσης του ΣΥΡΙΖΑ, στο πλαίσιο της καμπάνιας του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία, ενόψει του συνεδρίου μας που θα γίνει την Άνοιξη, σε όλο το φάσμα του προοδευτικού κόσμου που μας στήριξε και μας στηρίζει, που έχει επιλέξει πλευρά, απέναντι στην ακροδεξιά και τον νεοφιλελευθερισμό. Βεβαίως, παραμένει ζητούμενο να ξεκαθαριστεί ότι όλοι όσοι και όσες έρχονται στον ΣΥΡΙΖΑ, πρέπει να έχουν όχι “αριστεροσύνη”, αλλά αρχές και αξίες που ακουμπάνε στο αξιακό σύστημα της αριστεράς, άνθρωποι που θα βρεθούν μαζί μας στους αυριανούς αγώνες για τις κοινωνικές ανισότητες, την οικολογική κρίση, το προσφυγικό και υπερασπίζονται κορυφαίες κυβερνητικές επιλογές όπως η ιστορική συμφωνία των Πρεσπών. Δεν μπορεί να είναι στόχος μας ένα κόμμα με “ολίγον” από ΣΥΡΙΖΑ, αλλά ένα αριστερό, λαϊκό, ισχυρό κόμμα, που θα εκφράζει την πλειοψηφία του προοδευτικού κόσμου.
Κάθε οργάνωση και ένα τοπικό πρόγραμμα
Μίλησες για τη σημασία των τοπικών προγραμμάτων. Όμως, όπως είδαμε και στις τελευταίες αυτοδιοικητικές εκλογές, δεν είναι προτεραιότητα του κόμματος, δεν επιμένει ο λόγος της ηγεσίας. Γιατί αυτή η καθυστέρηση;
Πράγματι το ότι το κόμμα δεν λειτουργούσε σε αυτή την κατεύθυνση φάνηκε και από το αποτέλεσμα των αυτοδιοικητικών εκλογών. Έχουμε, όμως, οργανώσεις μελών σε πολλούς δήμους και τώρα επιδιώκουμε να φτιάξουμε σε μικρούς δήμους και σε χωριά, που δεν είχαμε. Μια από τις βασικές δουλειές που πρέπει να κάνουν τα μέλη τους είναι να διαμορφώσουν ένα τοπικό πρόγραμμα. Έτσι θα γειωθεί η οργάνωση στην κοινωνία. Δεν μπορεί η πρόταση να έρχεται από τα πάνω, διότι πώς θα μπορέσεις να διεκδικήσεις, να χτίσεις δεσμούς, να είσαι στην πρωτοπορία; Εμείς δεν το κάναμε αυτό και πρέπει άμεσα να προσανατολίσουμε τις οργανώσεις μας σε αυτή την κατεύθυνση. Έτσι θα έχουμε ουσιαστικά αποτελέσματα και για την αυτοδιοίκηση και για την ανάπτυξη του κόμματος.
Πηγή: Η Εποχή