Macro

Κατέ Καζάντη: Το δηλητήριο της φεγγαρόφωτης ορθότητας των αρίστων

Όταν ο πόλεμος εκλαμβάνεται ως μια υπόθεση εθελοντισμού, σαν να μαζεύεις αποτσίγαρα από τις παραλίες, όταν δείχνεις με το δάχτυλο γενιές ηττημένων και τους αναγορεύεις, μάλιστα, σε ιδεολογικά κυρίαρχους, όταν παρακάμπτεις, με νοητικά άλματα, τον φασισμό και τον αντικαθιστάς με τον απροσδιόριστο “λαϊκισμό”, όταν οι πολιτικοί σου φίλοι μιλούν για “κομμουνισμένη” ΕΡΤ, κι όλα αυτά την ίδια ώρα, η υπόθεση δεν είναι πια για γέλια.

Από τη “φεγγαρόφωτη” υφυπουργό Εργασίας, την “άριστη” υπουργό Παιδείας ως τον συγγραφέα –  οργανικό διανοούμενο της τελευταίας σελίδας της “εγκρίτου” Καθημερινής και τον “ρηξικέλευθο” ακροφιλελεύθερο επιχειρηματία δημοσιολογούντα, μια συντονισμένη αποδομητική διαδικασία συντελείται, απροσχημάτιστα, μπροστά στα μάτια του λαού. Μάλλον για να γίνει σαφές ποιος είχε και ποιος θα εξακολουθήσει να έχει το γενικό κουμάντο.

Το ζήτημα της ιδεολογικής ηγεμονίας, με την παράλλαξη και την ιδεολογική χρήση της ιστορίας, είναι μια παλιά υπόθεση. Το ψευδοαφήγημα της μεταπολιτευτικής αριστερής κυριαρχίας, που χρησιμοποιήθηκε κατά κόρον από τη σκληρή δεξιά, κυρίως για να συσπειρώσει τους οπαδούς της, επανέρχεται αντεστραμμένο: εξαφανίζεται από τον δημόσιο λόγο ό,τι μπορεί να ανασύρει στο συλλογικό συνειδητό την ιστορική συμβολή της αριστεράς στη δημοκρατία, την ελευθερία, την ισότητα κ.ο.κ. ενώ, ταυτόχρονα, υπερτονίζεται, με τους κατάλληλα νοηματοδοτημένους  όρους,  κάθε τι που ρίχνει νερό στον μύλο του καπιταλιστικού ολετήρα.

“Εθελοντισμός” και “λαϊκισμός”, ας πούμε: δεν είναι η πολιτική αβελτηρία που οδηγεί τη Μιχαηλίδου στον έναν όρο και την Κεραμέως στον άλλον, αλλά η πολιτικοϊδεολογική τους τοποθέτηση. Ο εθελοντισμός, που αντικαθιστά την κοινωνική αλληλεγγύη, τη συστράτευση σε κοινούς, ταξικούς και άλλους, αγώνες, είναι όρος από τους αγαπημένους  της νεοδεξιάς. Επιφορτίζει το κοινωνικό σύνολο με υποχρεώσεις που ανήκουν στο οργανωμένο κράτος, υποκρύπτει, συχνότατα, απλήρωτη εργασία και ξεπλένει τ’ αφεντικά – εργοδότες, που σπρώχνουν τους από κάτω σε δράσεις τάχα εθελοντικές προς το συμφέρον των από πάνω. Η δήθεν απολίτικη φιλανθρωπία, αυτή που αναπαράγει την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, εκμοντερνίζεται, τα δε εργατικά χέρια πολλαπλασιάζονται. Εθελοντικά, χωρίς να εξεγείρονται. Έτσι, με τη σχετική διεύρυνση του πράγματος, χαρούμενοι εθελοντές, και όχι στρατιώτες, πολέμησαν, και πολεμούν στα ανά τον κόσμο μέτωπα.

Επειδή, επίσης, “όποιος δεν θέλει να μιλήσει για τον καπιταλισμό δεν πρέπει να μιλάει και για τον φασισμό”, η Κεραμέως, ακολουθώντας, προφανώς εν αγνοία της, τη ρήση του Μαξ Χορκχχάιμερ παρακάμπτει το αντιφασιστικό μήνυμα της 28ης Οκτωβρίου. Αν παραδεχτούμε πως “ολοκληρωτικό καθεστώς δεν είναι παρά το προηγούμενο αστικό χωρίς τις αναστολές του” και αν συνυπολογίσουμε πως στη σύγχρονή μας δεξιά ενσωματώνεται κομμάτι της “σοβαρής” Χρυσής Αυγής, το μήνυμα της υπ. Παιδείας γίνεται περισσότερο κατανοητό. Το κοινό της μεγαλωμένης παράταξης τέτοια θέλει να ακούει. Λόγια στρογγυλεμένα και πετσοκομμένα, με συγκεκριμένο ιδεολογικό φορτίο, εκείνο του ιστορικού αναθεωρητισμού.

Από κοντά οι οργανικοί -ο θεός να τους κάνει- διανοούμενοι του συστήματος: Θεοδωρόπουλος, Μουμτζής και άλλοι διάφοροι, διαφορετικών ποιοτικών διαβαθμίσεων, καλλιεργούν τον σπερματικό λόγο μιας νέας ορθοδοξίας που επιτρέπει, αν δεν προτρέπει, σε όλα τα λουλούδια της ακροδεξιάς να ανθίσουν, έστω παρασιτικά.

Εδώ, στη διάχυση του ιδεολογικού δηλητηρίου, βρίσκεται στο μείζον πρόβλημα της εποχής: πάνω, ίσως, και από τα αντιδραστικά νομοσχέδια που περνούν από τη Βουλή, πάνω και από τις αντεργατικές ρυθμίσεις, πάνω και από τις ενισχύσεις στις “ιδιωτικές πρωτοβουλίες”, βρίσκεται η προσπάθεια να διασυρθεί η κοινωνία προς τη χειρότερη, μεταπολιτευτικά, συντηρητικοποίηση. Διότι οι νόμοι και οι ρυθμίσεις αλλάζουν. Η μαυρίλα όμως της λησμονιάς, η απανθρωποποίηση που επιφέρει η, τάχατε τεχνική, παράλειψη της ναζιστικής θηριωδίας είναι η νέα πολιτική ορθότητα, μια νέα κανονικότητα, στην οποία ο λαός οφείλει να εθιστεί.

Ο δυτικός κόσμος αλλάζει επί τα χείρω. Οι ‘Ελληνες της “αριστείας” είναι ένα τυπικό δείγμα ενός νέου πολιτικού προτύπου που απέναντι του οφείλει να σταθεί, με κάθε τρόπο, η αριστερά. Για χάρη της ελπίδας εκείνων που δεν ελπίζουν πια, για χάρη της ελπίδας των ηττημένων.

Κατέ Καζάντη

Πηγή: Left