Να καταπιάνεσαι συγγραφικώς με τις γυναικοκτονίες, θεωρείται μια ασφαλής προοδευτική επιλογή, σε μια εποχή μάλιστα όπου ο αστικός δικαιωματισμός τείνει να συμπεριλαμβάνει, ξεπλένοντας τον εαυτό του, κάθε είδους κίνημα για τις ατομικές ελευθερίες. Εξαιρώντας βεβαίως εμφατικά ό, τι μπορεί να έχει σχέση με ταξικές αντιθέσεις, εξεγέρσεις, κοινωνικούς μετασχηματισμούς βάθους και άλλες παρόμοιες, επικίνδυνες για το σύστημα, καταστάσεις.
Ο συστημικός φεμινισμός που φέρει τη σφραγίδα της νέας εποχής παραχωρεί, προσχηματικά, παμπόνηρα και φαινομενικά, στη γυναίκα σχεδόν τα πάντα. Εκτός από το βασικό, να μπορεί να μεταβάλει τις συνθήκες της ύπαρξης της καθεμιάς -και του καθενός-, υπερβαίνοντας τη βασική αντίθεση που παράγει την εκμετάλλευση.
Οπότε, δίδεται το δικαίωμα σε μια γυναίκα να μπαινοβγαίνει στα χωράφια των αντρών, να γίνει ας πούμε αστυνομική διευθύντρια. Κι αν, για παράδειγμα, έχει εκρήξεις νεύρων, – βασικό χαρακτηριστικό της ηρωίδας στις “Καρυάτιδες”- το σύστημα μπορεί να κάνει και σκόντο.
Αλλά ταυτόχρονα κανενός είδους κριτική δεν ασκείται, και δεν πρέπει να ασκείται, στο εξουσιαστικά δομημένο, όλως πατριαρχικό, σύστημα.
Στον κόσμο του Πέτρου Μάρκαρη, η γυναίκα αστυνομικίνα μπαίνει σε ένα φιλικό περιβάλλον: όπου δεν υπάρχουν ρατσιστικές συμπεριφορές και όπου, όπως έχει ήδη παρατηρηθεί και στα προηγούμενα αναγνώσματα του συγγραφέα, ο Χρυσαυγιτισμός είναι ένα άγνωστο, ανύπαρκτο μάλλον, φαινόμενο. Οι φασιστικοί θύλακες στα Σώματα Ασφαλείας δεν αποτελούν πλευρά του κοινωνικού σώματος άξιο να καταγραφεί. Το αυτό και οι υπερβάσεις εξουσίας ένστολων, εποχούμενων ή μη, σε περαστικές/ούς, το αυτό και τα βασανιστήρια των μεταναστών, το ίδιο και τα “αμαρτωλά”, τύπου Ομόνοιας τμήματα.
Στον οικογενειακό μικρόκοσμο της νέας ηρωίδας, της Αντιγόνη Φερλέκη, που λαμβάνει τη θέση και τον βαθμό εξουσίας του γνωστού αστυνόμου Χαρίτου, ο οποίος και προάγεται, οι κακοί δεν είναι τίποτα κλέφτες ή λωποδύτες ή άντρες πατριάρχες. Ποιοι/ες την τραυμάτισαν; “…τα τραύματα μου άφησε η σχέση μου με τους γονείς μου…”. Όπου οι γονείς είναι εγγράμματοι διανοούμενοι: “… οι μόνες συζητήσεις που άκουγα στο σπίτι ήταν για διανοούμενους, καλλιτέχνες ή για αρχαίους. Οι γονείς μου ήθελαν να γίνω και εγώ διανοούμενη ή καλλιτέχνης (…) Δεν άκουσα ποτέ καλό λόγο για την αστυνομία… ”
Κι όταν αποφάσισε να καταταγεί, “..πρώτα έπαθαν σοκ, μετά τους έπνιξε η οργή και στο τέλος άρχισαν την καταπίεση για να με αναγκάσουν να αλλάξω γνώμη.
Με έδιωξαν απ το σπίτι και με έστειλαν να ζήσω με τη γιαγιά μου. Σκέφτηκαν ότι θα ήμουν η ρετσινιά της οικογένειας και δεν ήθελαν να ζήσουν με τη ρετσινιά…”.
” Μπήκε στην αστυνομία για να εκδικηθεί τους γονείς της “, λέει ο Χαρίτος, η δε “οικογενειακή καταπίεση συμπληρώθηκε από την καταπίεση που δέχτηκε ως γυναίκα”.
Αυτό λοιπόν αναδεικνύεται σε πρωταρχικό, σε κύριο καταπιεστικό μοχλό: το γονεϊκό περιβάλλον των διανοουμένων, κατά τους οποίους “για τα πάντα φταίει η αστυνομία”. Αυτό, αυτοί οι γονείς, και όχι ο περιβάλλων πατριαρχικά δομημένος καπιταλιστικός κόσμος φταίει για τα βάσανα της γυναίκας. Η αστυνομία, σε αντίθεση με τους καλλιτέχνες – διανοούμενους, μοιάζει βασίλειο της ελευθερίας: εκεί είναι προφανής και η αναγνώριση και η αποδοχή.
Ξέρει ο Μάρκαρης την άποψη πως ο κατεξοχήν μηχανισμός καταστολής του κράτους, η Αστυνομία, ενισχύει ταυτόχρονα και κάθε υπερσυντηρητικό στερεότυπο, γι ‘ αυτό και τα μέλη του τυγχάνουν ευεπίφορα σε εθνικιστικά – ρατσιστικά αφηγήματα; Προφανώς ναι, αλλά διαφωνεί. Καμία κριτική, ούτε καν υπαινικτικά ούτε καν πίσω από τις γραμμές. Η κοινωνία του είναι μια κοινωνία κατάφασης. Συμμόρφωσης. Από τον παλαιό επαναστάτη, αριστερό Ζήση, ως τους καταληψίες και τις, υποτίθεται, εξεγερμένες φεμινίστριες, Καρυάτιδες του παρόντος μυθιστορήματος, ένας κόσμος πλασματικής ειρήνης, χωρίς αντιφάσεις, αντιθέσεις, ταξικές και άλλες, και κοινωνικές συγκρούσεις, ένας κόσμος αγγελικά πλασμένος, δίκαιος, πάρα τα εγκλήματα, είναι εδώ και δεν πρέπει να αλλάξει.
“… Δεν έχω καμία σχέση με την αριστερά κ. Λάμπρο (…) το έμαθα από τη φτωχή γιαγιά μου, όχι από την αριστερά… “, λέει η νεόκοπη μυθιστορηματική ηρωίδα.
Αλλά χωρίς μια επί του συνόλου αμφισβήτηση νόμων και θεσμών, χωρίς να μιλάς για τη βασική αντίθεση κεφαλαίου – εργασίας και τις βαθιές ανισοτιμίες που γεννά, ούτε εξεγέρσεις είναι δυνατόν να συμβούν ούτε, φυσικά, να εγκαθιδρυθεί η κοινωνία την όντως ισότητας.
Στον κόσμο του Χαρίτου και της Φερλέκη, στο κόσμο των χοντροειδώς καλών και συμπαθητικών φρουρών του συστήματος, οτιδήποτε επαναστατικό απορρίπτεται. Πάλι καλά που τουλάχιστον ο όρος γυναικοκτονία επαναλαμβάνεται διαρκώς για να επικυρωθεί, έστω συστημικά και αστυνομευμένα.
Κατέ Καζάντη