Τι άλλο μπορεί να είναι ο αριστερός ιδεότυπος εκτός από εκείνον που, με τις αλτουσεριανού τύπου θεωρητικές πράξεις, μικρές ή μεγάλες σημειολογικές κινήσεις, μάχεται αδιάληπτα για την ελευθέρωση από το καπιταλιστικό «βασίλειο της ανάγκης»; Τι άλλο, εκτός από εκείνον που βδελύσσεται τον πλουτισμό, την αέναη διαδικασία της συσσώρευσης με το αίμα του εργάτη, τι άλλο εκτός από εκείνον που περιφρονεί τη χλιδή, αποστρέφεται την υπερκατανάλωση, αρνείται να υποταχτεί στη γοητεία του φετιχισμού των εμπορευμάτων;
Τι άλλο μπορεί να είναι ένας αριστερός εξόν αντάρτης σε πόλεις και βουνά, επαναστάτης; Να πολεμά, δίχως να λογαριάζει το τομάρι του, για την ισότητα και τη δικαιοσύνη, να στέκει αλληλέγγυος στους καταφρονημένους; Τι άλλο, αν όχι πρωτοπόρος την ώρα που θα βρεθεί να ασκεί διακυβέρνηση; Τολμητίας εκεί που άλλοι δειλιάζουν, μπρος στον φόβο του συστημισμού, μην τυχόν και χάσουν τα γαλόνια τους;
Τι άλλο μπορεί να είναι εξόν κομμάτι από τη σάρκα του λαού, όχι μονάχα από καταγωγή αλλά από επιλογή ζωής; Να ζει με τα ολίγιστα, κομμουνιστής που μοιράζεται τα υπάρχοντα με τους αναγκεμένους;
Αν όλα τα παραπάνω ήταν μια νοητική κατασκευή, φλερτ με την ουτοπία, περιγραφή όχι εμπειρικών αλλά εξιδανικευμένων προτύπων, τότε ο Χοσέ Μουχίκα, ο σύντροφος Πέπε, δεν θα υπήρχε.
Αλλά υπήρξε, κάρφος στους οφθαλμούς όλων εκείνων που θεωρούν πως για να ‘σαι πρόεδρος μιας χώρας οφείλεις να υπακούς σε συγκεκριμένα καλούπια: από τον τρόπο που δίνεις τους αγώνες ως τους ενδυματολογικούς κώδικες του αστικού τρόπου ζωής και το γενικό λάιφ στάιλ. Να ζεις, δηλαδή, αλλιώς από τον λαουτζίκο, μονίμως ατσαλάκωτα, και να το βουλώνεις, μη λες και πολλά πολλά και παρεξηγηθείς.
Αλλά ο Χοσέ – Πέπε Μουχίκα, ο σύντροφος, ο αντάρτης, ο ιδανικός κομμουνιστής, δεν ήταν τέτοιος. Περήφανος για την ταξική του καταγωγή ως τέκνο της φτωχολογιάς, από μικρός στο αντάρτικο μαθητών και εργατών, μέλος των θρυλικών Τουπαμάρος –κίνημα που, ανάμεσα στα άλλα, έκλεβε τράπεζες κι επιχειρήσεις και μοίραζε τα τρόφιμα στους φτωχούς– πέρασε πάνω από 10 χρόνια στη φυλακή, τα δύο απ’ αυτά στην απομόνωση, στον πάτο ενός πηγαδιού. Έφτασε στο ανώτατο αξίωμα κι έγινε πρόεδρος της Ουρουγουάης απαράλλακτος: η αλλοτρίωση δεν τον άγγιξε. Έζησε αποτυπώνοντας υλικά τις ιδέες του, ως ένας από τους πολλούς με τον βασικό μισθό, επιστρέφοντας σχεδόν το 90% των αποδοχών του στην κοινωνία. «Ο πιο φτωχός πρόεδρος του πλανήτη» αυτο-οριζόταν ως απλός δημόσιος υπάλληλος στην υπηρεσία του λαού.
«Η ζωή μου είναι το αποτέλεσμα των τραυμάτων μου. Είμαι ο γιος της ιστορίας μου. Υπήρχαν εποχές όπου για να είμαι χαρούμενος δεν χρειαζόμουν τίποτα παραπάνω παρά ένα στρώμα για να κοιμηθώ», έλεγε. Και θεωρούσε την οικολογική κρίση «συνέπεια του θριάμβου της ανθρώπινης φιλοδοξίας» που οδηγεί στην ήττα του ανθρώπινου είδους. Αηδιασμένος με τον καταναλωτισμό, πίστευε πως «θα μπορούσε να είναι το τελικό στάδιο στον ανθρώπινο πολιτισμό, αν συνεχίσουμε να επιτιθέμεθα στη φύση».
Ο πρόεδρος Μουχίκα υπήρξε πρωτοπόρος: αύξησε τον κατώτατο μισθό κατά 250%, νομιμοποίησε τις εκτρώσεις, τον γάμο των ομοφυλόφιλων ζευγαριών και την κάνναβη για προσωπική χρήση, περιόρισε δραστικά τη διαφθορά, στήριξε τη δημόσια παιδεία και, το κυριότερο, έσπασε το ταμπού της φορολόγησης των μεγάλων επιχειρήσεων.
Αν όσοι και όσες προασπίζονται τη δημοκρατία, βρίσκονται στον κόσμο για να διασφαλίσουν ότι κανείς και καμιά δεν είναι πιο «ίσος» από τους άλλους», όπως έλεγε, τότε η αυτοπραγμάτωση του αριστερού πολιτικού εμπεδώνεται στο υπόδειγμά του. Η απομείωση των πλασματικών αναγκών και η στηλίτευση της υπερκατανάλωσης, μαζί με τη βαθιά, προσωπική και υπαρξιακή, ανάγκη, να ζει όπως ακριβώς τα κοινωνικά στρώματα που εκπροσώπησε, τον καθιστούν μοναδική περίπτωση μεταξύ και των αριστερών πολιτικών προσώπων.
Υπήρξε το υποκείμενο της ιστορίας που αποδόμησε, μεθοδικά και εμπράγματα, όλα εκείνα χάριν των οποίων πολλές και πολλοί παραδίδουν την ψυχή τους: διότι, άθεος ων, κατανοούσε τη ματαιότητα της κατοχής υλικών πραγμάτων και, αριστερός ων, πρότασσε τον διαμοιρασμό και την αναδιανομή από την κατοχή. Πόσο μεγαλύτερη κοινωνική επιδραστικότητα θα είχε η εγχώρια και εξωχώρια Αριστερά αν οι άνθρωποι που την εκπροσωπούν στα κοινοβούλια άφηναν ακριβά αμάξια, ιδιωτικά σχολεία και βίλες στα ορεινά, για να κατέλθουν ως κομμάτι του λαού στον λαό, δεν θα το μάθουμε ποτέ.
Ο Πέπε, συν τοις άλλοις, αντιμετώπισε την επίγνωση του θανάτου του με παρρησία, όπως ακριβώς και τη ζωή. Το ανθρωπολογικό του πρότυπο μένει να εμπνέει όσες και όσους μείναν πίσω.
Τώρα πια, «ο πολεμιστής έχει δικαίωμα στην ξεκούραση».