Ο Covid-19 εξαπλώνεται ραγδαία παγκοσμίως. Από πλευράς πολιτικής θεωρίας, παρουσιάζει ενδιαφέρον η ανάλυση των πολιτικών που εφαρμόζονται για να περιορίσουν τις οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες του ιού. Οι πολιτικές που προωθούν συντηρητικές κυβερνήσεις ‒ όπως η Νέα Δημοκρατία στην Ελλάδα ή οι συντηρητικοί στο Ηνωμένο Βασίλειο‒ είναι ξένες προς την ιδεολογική ταυτότητά τους και τους φέρνουν σε αντίθεση με όσα μέχρι πρότινος υποστήριζαν. Για παράδειγμα, ο Μπόρις Τζόνσον ανέστειλε τις υπάρχουσες συμφωνίες με τις ιδιωτικές σιδηροδρομικές εταιρείες, κρατικοποιώντας ‒έστω προσωρινά‒ το δίκτυο αμαξοστοιχιών στη Μεγάλη Βρετανία. Οι Ευρωπαίοι ηγέτες μεταφέρουν βιαστικά κονδύλια στα δημόσια συστήματα υγείας. Οι ίδιοι, ρητορικά τουλάχιστον, νομοθετούν για να αποτρέψουν τις απολύσεις και δεσμεύονται να καλύψουν μέρος των χαμένων εισοδημάτων. Η Ευρωπαϊκή Ένωση έθεσε σε αναστολή τους αυστηρούς δημοσιονομικούς κανόνες της, προσφέροντας πρωτόγνωρη δημοσιονομική ευελιξία. Προφανώς, δεν ενστερνίστηκαν όλοι οι Ευρωπαίοι πολιτικοί ηγέτες προσεγγίσεις κεϋνσιανής καταγωγής ή εκ νέου έλκονται από πρακτικές της σοσιαλδημοκρατίας προ της νεοφιλελεύθερης συναίνεσης. Αντιθέτως, θεωρούν ότι αυτές οι πολιτικές συνιστούν τη μόνη προσωρινή λύση στο εξωγενές πρόβλημα του ιού.
Θα επιχειρηματολογήσω υπέρ της αντίθετης θέσης: αν οι κοινωνίες μας ήταν βασισμένες σε ένα δημοκρατικό σοσιαλιστικό μοντέλο διακυβέρνησης θα αντεπεξέρχονταν καλύτερα στην κρίση που βιώνουμε σήμερα. Οι κεϋνσιανές ή και «αριστερόστροφες» σε ορισμένες περιπτώσεις πολιτικές που σπεύδουν οι Ευρωπαίοι ηγέτες να υλοποιήσουν, μετά το ξέσπασμα της κρίσης COVID-19 και της αδυναμίας των υφιστάμενων εργαλείων πολιτικής να την αντιμετωπίσουν, θα ήταν προτιμότερο να είναι ο κανόνας και όχι η εξαίρεση. Η ανθρωπότητα θα είναι σε καλύτερη θέση να αντιμετωπίσει μελλοντικές προκλήσεις εάν υιοθετήσει μια σειρά από αξίες και πρακτικές της σοσιαλιστικής, αριστερής και προοδευτικής παράδοσης.
Εύχομαι να υπάρξει ένα αίσιο τέλος σε αυτήν την κρίση με όσο το δυνατόν λιγότερες απώλειες. Το μόνο σίγουρο είναι ότι η πραγματικότητα θα είναι αρκετά διαφορετική στην εποχή μετά τον κορονοϊό.
Σύμφωνα με τον John Rawls (1971), ένας από τους ρόλους της πολιτικής φιλοσοφίας είναι να αναδεικνύει τα όρια του δυνατού. Με αυτή τη σύντομη θεωρητική ανάλυση θα προσπαθήσω να προβάλω τα δομικά χαρακτηριστικά του καπιταλισμού που αφήνουν την ανθρωπότητα ευάλωτη σε τέτοιου τύπου κρίσεις. Η αποδοχή του καπιταλισμού ως το ιδανικό μοντέλο οργάνωσης της κοινωνίας δεν μπορεί να βρίσκεται στο απυρόβλητο. Σε περίπτωση που το καπιταλιστικό μοντέλο δεν συνάδει με τις υπόλοιπες κοινωνικές μας αξίες οφείλουμε να το μεταρρυθμίσουμε ριζικά1. Υπάρχει ανάγκη να υιοθετήσουμε ένα πιο δίκαιο και βιώσιμο μοντέλο πολιτικής οικονομίας που θα μας οπλίσει απέναντι στις προκλήσεις που θα αντιμετωπίσουμε στο μέλλον.
Καπιταλισμός και Κορονοϊός
Οι περισσότερες μελέτες πολιτικής φιλοσοφίας ασχολούνται με τους διαφορετικούς τύπους του καπιταλισμού και όχι με τον ορισμό του καπιταλιστικού μοντέλου. Οι αναφορές στις «ποικιλίες του καπιταλισμού» βασίζονται στο γεγονός ότι όλα τα καπιταλιστικά μοντέλα έχουν κάποια κοινά δομικά χαρακτηριστικά. Εδώ παραθέτω έναν ορισμό του καπιταλισμού με τρία διακριτά δομικά στοιχεία2. Πρώτον, η ιδιωτική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής που είναι το πιο χαρακτηριστικό γνώρισμα των καπιταλιστικών κοινωνιών3. Στις καπιταλιστικές κοινωνίες τα μέσα παραγωγής ανήκουν κυρίως σε ιδιώτες (άτομα, εταιρείες και συνεταιρισμούς). Αυτοί οι ιδιώτες έχουν το δικαίωμα να αξιοποιήσουν τα μέσα παράγωγης για να ικανοποιήσουν το προσωπικό τους συμφέρον. Όπως σημειώνει ο John Christman (1994:5) «μια κυρίαρχη συνθήκη στις καπιταλιστικές κοινωνίες είναι ότι οι ιδιοκτήτες έχουν κατά κάποιον τρόπο απόλυτη κυριαρχία πάνω στην περιουσία τους».
Ο Γιάννης Κουρής είναι Διδάκτορας Φιλοσοφίας του King’s College London