Η Κίνα ηγείται πλέον του παγκόσμιου τομέα καθαρής ενέργειας, στρεφόμενη μαζικά προς τα ηλεκτρικά οχήματα, την αιολική και την ηλιακή ενέργεια.
Οι παγκόσμιες εκπομπές από την καύση ορυκτών καυσίμων αναμένεται να φτάσουν σε ένα ακόμη ιστορικό ρεκόρ φέτος, όπως ανακοίνωσαν επιστήμονες στη Διάσκεψη του ΟΗΕ για το Κλίμα COP30 στο Μπελέμ της Βραζιλίας. Ωστόσο, υπάρχουν ενδείξεις ότι ο κόσμος πλησιάζει σε ένα σημείο καμπής. Μερικοί ερευνητές υποστηρίζουν ότι οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα μπορεί ήδη να έχουν αρχίσει να μειώνονται, ενώ πολλοί εκτιμούν ότι οι συνολικές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου –συμπεριλαμβανομένων του μεθανίου, του υποξειδίου του αζώτου και των φθοριούχων αερίων– θα μπορούσαν να αρχίσουν να μειώνονται μέχρι το τέλος αυτής της δεκαετίας.
Σύμφωνα με στοιχεία που δημοσιεύθηκαν στις 13 Νοεμβρίου από το Global Carbon Project, οι εκπομπές από την καύση ορυκτών καυσίμων και την παραγωγή τσιμέντου αναμένεται να αυξηθούν κατά 1,1%, φτάνοντας τους 38,1 δισεκατομμύρια τόνους CO₂ μέσα στο 2025. Το Global Carbon Project είναι ένα διεθνές δίκτυο ερευνητών που παρακολουθεί τις εκπομπές άνθρακα παγκοσμίως.
Αν ληφθεί υπόψη μια πιθανή μείωση της αποψίλωσης και άλλων αλλαγών στη χρήση γης, οι συνολικές εκπομπές άνθρακα ίσως παρουσιάσουν μικρή πτώση. Ωστόσο, οι επιστήμονες προειδοποιούν ότι είναι ακόμη νωρίς για να πούμε πως ο κόσμος έχει απεξαρτηθεί από τα ορυκτά καύσιμα. «Δυστυχώς, δεν προβλέπουμε το παγκόσμιο σημείο καμπής πριν από το 2030», λέει ο φυσικός Μπιλ Χερ, επικεφαλής του οργανισμού Climate Analytics στο Βερολίνο, που μελετά τις επιπτώσεις των πολιτικών για το κλίμα. «Όμως φαίνεται ότι οι εκπομπές αρχίζουν να σταθεροποιούνται».
Σήμερα, οι παγκόσμιες εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου είναι περίπου 10% υψηλότερες από ό,τι πριν από δέκα χρόνια, όταν υπογράφηκε η Συμφωνία του Παρισιού — μια εξέλιξη πολύ μακριά από αυτό που απαιτείται για να περιοριστεί η υπερθέρμανση του πλανήτη στους 1,5°C πάνω από τα προβιομηχανικά επίπεδα.
Στις μεγάλες βιομηχανικές χώρες, που ευθύνονται για το μεγαλύτερο μέρος των ιστορικών εκπομπών, οι ρύποι μειώνονται εδώ και πάνω από δύο δεκαετίες. Αντίθετα, σε πολλές αναπτυσσόμενες χώρες συνεχίζουν να αυξάνονται, καθώς οι οικονομίες τους επεκτείνονται και οι ενεργειακές ανάγκες μεγαλώνουν.
Ο μεγαλύτερος παράγοντας αύξησης τα τελευταία είκοσι χρόνια είναι η Κίνα, που πλέον ευθύνεται για σχεδόν το ένα τρίτο των παγκόσμιων εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Ο κύριος λόγος είναι ο τεράστιος και διαρκώς αναπτυσσόμενος στόλος εργοστασίων παραγωγής ενέργειας από άνθρακα. Σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας, η Κίνα κατανάλωσε σχεδόν 2,3 δισεκατομμύρια τόνους άνθρακα πέρυσι.
Ωστόσο, υπάρχουν και ενδείξεις αλλαγής. Η Κίνα ηγείται πλέον του παγκόσμιου τομέα καθαρής ενέργειας, στρεφόμενη μαζικά προς τα ηλεκτρικά οχήματα, την αιολική και την ηλιακή ενέργεια. Η κυβέρνηση έχει δεσμευτεί να μειώσει τις συνολικές εκπομπές της τουλάχιστον κατά 7% από τα επίπεδα κορύφωσης έως το 2035. «Όταν οι εκπομπές της Κίνας φτάσουν στο ανώτατο σημείο τους, τότε θα κορυφωθούν και οι παγκόσμιες εκπομπές», προβλέπει ο Χερ.
Άλλοι επιστήμονες, ωστόσο, θεωρούν ότι οι εκπομπές άνθρακα της Κίνας έχουν ήδη αρχίσει να μειώνονται. Τα δεδομένα της βάσης Carbon Monitor, η οποία καταγράφει καθημερινά τις παγκόσμιες εκπομπές από την εποχή της πανδημίας, δείχνουν ότι οι κινεζικές εκπομπές έφτασαν στην κορύφωσή τους το 2024 και θα μειωθούν κατά 1,2% φέτος. Παρόμοια ευρήματα παρουσιάζουν και οι αναλυτές του Centre for Research on Energy and Clean Air (CREA), που εδρεύει στο Ελσίνκι.
Σύμφωνα με τον Ζου Λιου, επιστήμονα περιβαλλοντικών συστημάτων στο Πανεπιστήμιο Τσινγκχουά του Πεκίνου, η σημαντικότερη αιτία της μείωσης αυτής δεν είναι μόνο η άνοδος της καθαρής ενέργειας, αλλά κυρίως η κατάρρευση της αγοράς ακινήτων στην Κίνα, η οποία μείωσε τη ζήτηση για τσιμέντο και χάλυβα. «Θα έλεγα ότι αυτό είναι το αποκορύφωμα των εκπομπών άνθρακα της Κίνας», δηλώνει ο Λιου.
Αν αυτό επιβεβαιωθεί, το ερώτημα που απομένει είναι αν θα ακολουθήσουν την ίδια πορεία και τα υπόλοιπα αέρια του θερμοκηπίου.