Macro

Ιωάννα, το όνομα όλων μας

Η βαρβαρότητα στο κατώφλι μας: ότι το μακρύ χέρι του συστήματος, την εποχή της τεχνολογικής υπερανάπτυξης, της τεχνητής νοημοσύνης και άλλων παρόμοιων ηχηρών, ξεσπιτώνει ανθρώπους και καταστρέφει ζωές, όχι σε εμπόλεμες ζώνες αλλά σε καιρούς ειρήνης, είναι μια διαπίστωση με την οποία οφείλει να αναμετρηθεί η καθεμιά και ο καθένας. Και να ξανασκεφτεί την τοποθέτησή του απέναντι σε διάφορα, δήθεν, αυτονόητα. Διότι όταν τα απαραίτητα για τη διαβίωση αφαιρούνται ενώ η κοινωνία παρατηρεί περίπου ατάραχη, τότε η απανθρωποποίηση είναι η νέα κατάσταση στην οποία όλ@ έχουμε περιέλθει.
 
Ο ληστρικός καπιταλισμός κάνει καλά τη δουλειά του: χάριν των πυλώνων του –βλέπε τράπεζες- δημιουργεί νέου τύπου περιφράξεις κι εκδιώκει τα φτωχαδάκια από τις περιουσίες τους. Η ιερότητα της ιδιοκτησίας αφορά μοναχά τις εκμεταλλεύτριες τάξεις και όσ@ τις στηρίζουν. Τούτ@ μπορούν να χρωστούν και τα δάνεια να τους χαρίζονται, μπορούν και να υφαρπάζουν με νόμιμους, φυσικά, τρόπους, αφού στα δικά τους μέτρα φτιάχνεται η νομιμότητα.
 
Αλλά η νομιμότητα και η δικαιοσύνη είναι, συχνότατα, έννοιες απολύτως αντιθετικές. Όπως σήμερα. Τα ΜΑΤ συνέλαβαν την Ιωάννα Κολοβού και τον γιο της, αφού, με δικαστικό επιμελητή, την έβγαλαν από το σπίτι της, που πια νομικά δεν της ανήκει. Κοράκια των πλειστηριασμών, μια εταιρεία περίπου φάντασμα χωρίς γραφεία, το είχε ήδη υφαρπάξει. Και την πετάει στο δρόμο.
 
Η κανονικοποίηση της φρικαλεότητας, αυτό είναι το σπουδαιότερο μεγάλο έργο που τώρα αποπερατώνει το σύστημα: να βλέπεις αγγελίες πωλήσεων ακινήτων σε πασίγνωστα σάιτ και η αναγραφόμενη τιμή να είναι η τιμή εκκίνησης του πλειστηριασμού. Και να τσιμπάει ο μεροκαματιάρης. Και να βλέπει συνανθρώπους να ξεσπιτώνονται και να τους κολλά τη ρετσινιά του «κακοπληρωτή», καταπίνοντας το δηλητήριο μιας εξατομικευμένης ενοχής, η οποία, φυσικά, ποτέ δεν αφορά τους πλούσιους και τους καταφερτζήδες.
 
Η Ιωάννα Κολοβού, η προλετάρια συνταξιούχα δημοσιογράφος, που δεν επέλεξε να έχει τις λεγόμενες «άκρες» ώστε, κατά πως λένε, να τη βγάλει, καθαρή, αποτελεί το πρόπλασμα εκείνων των ανθρώπων, των πολλών, που όσο ζουν θα βρίσκονται στη διακριτική ευχέρεια της μπότας του συστήματος. Η οποία, κατά τα κέφια της, ενίοτε θα τους ποδοπατά κι ενίοτε θα τους χαρίζει μια στάλα ευζωίας.
 
«…Ακόμα και η λέξη ανισότητα ηχεί σαν ευφημισμός που αποκρύπτει την αλήθεια, την ωμή βία της εκμετάλλευσης…», γράφει ο Ντιντιέ Εριμπόν (Επιστροφή στη Ρενς). Διότι εάν ως ανισότητα μπορούν να νοηθούν οι διαφορές, μικρές και μεγάλες, στα εισοδήματα, το ξεσκαρτάρισμα μεταξύ εκείνων που μπορεί να πεθάνουν, ξεσπιτωμένοι και γυμνοί, και εκείνων που μπορούν, χαλαρά κι ωραία, να κερδοσκοπούν διά των νομίμων εταιρειών τους, δεν είναι ανισότητα. Είναι η κόλαση επί γης. Που γίνεται απείρως σκοτεινότερη όταν θεωρείται μια αυτονόητη κατάσταση κυρίως από εκείν@ που κινδυνεύουν να βρεθούν εντός της.
 
Πρόταγμα είναι η αφύπνιση. Όλων μας.
 
Να οικοδομείς τις απαραίτητες κοινωνικές συμμαχίες, να καλλιεργείς την αλληλεγγύη των από κάτω ως αντίρροπη δύναμη στον ανταγωνισμό, τον ατομισμό και, κατ’ επέκταση, την ιδιοτελή εγωικότητα, στα στοιχεία δηλαδή που συντηρούν και αναπαράγουν τον υπάρχοντα κοινωνικό σχηματισμό, είναι ιστορική αναγκαιότητα.
 
Να βρίσκονται οι από κάτω νυχθημερόν στους δρόμους, διεκδικώντας, είναι χρέος πολιτικό που αφορά την ίδια την ύπαρξη του ανθρώπινου όντος.
 
Σήμερα, Ιωάννα είναι το όνομα όλων μας.
 
Κατέ Καζάντη