Μαρία Καραμεσίνη «Γυναίκες, φύλο και εργασία στην Ελλάδα», εκδόσεις νήσος, Αθήνα, 2021
Το βιβλίο «Γυναίκες, φύλο και εργασία στην Ελλάδα», προϊόν μακροχρόνιας και επίπονης ερευνητικής εργασίας που τροφοδοτήθηκε από την κριτική ματιά της Μαρίας Καραμεσίνη στη ζώσα καθημερινότητα, αλλά και τη σχολαστική της ενασχόληση σε πολιτικό και ακαδημαϊκό επίπεδο με την κοινωνιο-οικονομική έρευνα, αποτελείται από τρία μέρη. Το πρώτο πραγματεύεται την ιστορική εξέλιξη της συμμετοχής των γυναικών και των ανισοτήτων φύλου στην ελληνική αγορά εργασίας από το 1960 μέχρι το 2008, το δεύτερο αναλύει τις έμφυλες διαστάσεις και επιπτώσεις της δωδεκαετούς κρίσης στην Ελλάδα, στην οικονομία και την εργασία, ενώ το τρίτο εξετάζει τον έμφυλο καταμερισμό της αμειβόμενης και μη αμειβόμενης εργασίας και τις έμφυλες επιπτώσεις της κρίσης του κορονοϊού. Θα επικεντρωθώ στα κεφάλαια του βιβλίου που μιλούν για το φύλο, την ισότητα και τις οικονομικές κρίσεις.
Η συγγραφέας ξεκινάει παρουσιάζοντας τη συμβολή της φεμινιστικής θεωρίας και έρευνας στην ανάδειξη των έμφυλων επιπτώσεων των μεγάλων κρίσεων και στις αλλαγές που αυτές επιφέρουν στο συμβόλαιο/καθεστώς φύλου, ξεκινώντας από τη Μεγάλη Ύφεση του 1930, περνώντας στη διεθνή κρίση της δεκαετίας του 1970 και φθάνοντας στην παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 και την κρίση του κορονοϊού. Κατά τη διάρκεια των δύο τελευταίων, οι φεμινίστριες οικονομολόγοι εμπλούτισαν τις προτάσεις εξόδου από αυτές μέσω εναλλακτικών μοντέλων ανάπτυξης με τη φεμινιστική οπτική. Ταυτόχρονα εισήγαγαν στις καπιταλιστικές κρίσεις μια πρόσθετη κρίσιμη διάσταση – αυτήν της κρίσης φροντίδας, αναδεικνύοντας τη φροντίδα ως βασικό συστατικό στοιχείο της ανθρώπινης ευημερίας και προτείνοντας τη «μωβ οικονομία» ως απάντηση.
Η Καραμεσίνη παραθέτει σημαντικές θεωρητικούς που αμφισβητούν την άποψη ότι οι γυναίκες αποτελούν εφεδρικό στρατό εργασίας στη σύγχρονη εποχή. Από το πλήθος των έργων που αναφέρονται στο κεφάλαιο θα σταθώ στον συλλογικό τόμο που επιμελήθηκαν οι Karamessini & Rubery (2014),1 στον οποίο μέσω εθνικών μονογραφιών γίνεται συστηματική καταγραφή των επιπτώσεων της οικονομικής κρίσης και των πολιτικών λιτότητας στις γυναίκες και την ισότητα των φύλων σε οκτώ χώρες της Ευρώπης και στις ΗΠΑ την περίοδο 2008-2012. Το θεωρητικό και πολιτικό στίγμα του βιβλίου αποτυπώνεται στο πεδίο όπου διασταυρώνονται η κρίση του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού με τις έμφυλες σχέσεις και τα διαφορετικά καθεστώτα φύλου.
Στο ερώτημα κατά πόσον η κρίση του 2008 και η λιτότητα συνιστούν καμπή για τις έμφυλες σχέσεις και το καθεστώς / συμβόλαιο φύλου, οι Karamessini & Rubery καταλήγουν σε τρία συμπεράσματα: Α) Η ένταξη των γυναικών στην αγορά εργασίας είναι μη αναστρέψιμη εξέλιξη και άρα οι αρνητικές επιπτώσεις της κρίσης είναι παροδικές. Β) Η μείωση των έμφυλων ανισοτήτων στην αγορά εργασίας, που σημειώθηκε σε όλες τις αναπτυγμένες χώρες, είναι παραπλανητικός δείκτης προόδου, αφού δεν προήλθε από τη βελτίωση της κατάστασης των γυναικών, η οποία αντίθετα χειροτέρεψε, αλλά από τη συγκριτικά μεγαλύτερη επιδείνωση αυτής των ανδρών (εξίσωση προς τα κάτω). Γ) Η περαιτέρω επέκταση και εμβάθυνση του νεοφιλελευθερισμού σημαίνει ότι αναπόδραστα θα οδηγηθούμε σε κοινωνίες με μεγαλύτερη ταξική και εθνοτική πόλωση, σε εξίσωση των οικονομικών και εργασιακών συνθηκών για άνδρες και γυναίκες χαμηλού εκπαιδευτικού επιπέδου και σε διεύρυνση των έμφυλων διαφορών για τα άτομα με υψηλό εκπαιδευτικό επίπεδο.
Κοινωνική οπισθοδρόμηση από τα μνημόνια
Στο δεύτερο κεφάλαιο του β’ μέρους η συγγραφέας αναδεικνύει κριτικά και ερμηνεύει όσα καταπάτησε και εξάλειψε η νεοφιλελεύθερη κρίση στην Ελλάδα σε επίπεδο δικαιωμάτων και κεκτημένων σε κάθε τομέα της ζωής (εργασία, υγεία, εκπαίδευση, πρόνοια, φροντίδα). Εξετάζει τη δριμύτατη κοινωνική οπισθοδρόμηση που επέφεραν η κρίση του 2008 και τα δύο πρώτα Μνημόνια και τις δραματικές τους επιπτώσεις στις γυναίκες σε μια χώρα που βρισκόταν ήδη στις τελευταίες θέσεις της Ε.Ε. ως προς τις ανισότητες φύλου. Την περίοδο 2008-2014 ανακόπηκε και αντιστράφηκε βίαια η μακροχρόνια τάση αυξανόμενης συμμετοχής των γυναικών στην αμειβόμενη εργασία και εκτινάχθηκε η γυναικεία ανεργία, αν και οι απώλειες θέσεων εργασίας ήταν αναλογικά περισσότερες στους άνδρες. Παράλληλα, οι γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας αντιμετώπισαν μεγάλες διακρίσεις στις προσλήψεις στον ιδιωτικό τομέα και καταστρατήγηση της νομοθεσίας για την προστασία της μητρότητας, ενώ η δραματική μείωση των κατώτατων μισθών οδήγησε πολλές χιλιάδες εργαζόμενες γυναίκες που βρίσκονταν στο κατώτερο τμήμα της μισθολογικής κλίμακας, στη φτώχεια. Οι γυναίκες επιβαρύνθηκαν επίσης πολύ στο πλαίσιο της οικογένειας και επωμίστηκαν ευθύνες, ψυχικά και συναισθηματικά βάρη, ενώ αυξήθηκε και ο χρόνος της απλήρωτης οικιακής εργασίας, με την κατάρρευση του δημόσιου συστήματος υγείας και τη φτωχοποίηση των μεσαίων στρωμάτων που μέχρι τότε αγόραζαν τις κατ’ οίκον υπηρεσίες καθαριότητας και φροντίδας. Όμως, παρόλο που το κοινωνικό κράτος βρέθηκε στο επίκεντρο της δημοσιονομικής προσαρμογής, η παιδική φροντίδα ήταν το μόνο τμήμα που διασώθηκε χάρη σε ευρωπαϊκούς πόρους.
Η αντιμετώπιση της αριστερής διακυβέρνησης
Στο τέταρτο κεφάλαιο του β’ μέρους η Καραμεσίνη εξετάζει τον τρόπο αντιμετώπισης της κρίσης από την αριστερή διακυβέρνηση. Η γενική αποτίμηση είναι θετική από τη σκοπιά της έμφυλης ισότητας, παρότι η πρόοδος που σημειώθηκε είχε και αρνητικές όψεις όπως και ελλείμματα πολιτικής. Η αριστερή διακυβέρνηση έδωσε πολύ καλά δείγματα γραφής στις πολιτικές απασχόλησης, εκπαίδευσης και συμφιλίωσης εργασιακής και οικογενειακής ζωής και στο νομοθετικό επίπεδο. Η γυναικεία απασχόληση αυξήθηκε εντυπωσιακά, αν και η ψαλίδα φύλου στις ευέλικτες μορφές εργασίας και στο ποσοστό ανεργίας διευρύνθηκε. Πολύ σημαντικές ήταν οι βελτιώσεις στην επίσημη παιδική φροντίδα και οι εξελίξεις στην προσχολική αγωγή, ενώ οι νόμοι για την έμφυλη βία και την ουσιαστική ισότητα των φύλων άφησαν παρακαταθήκες. Από την άλλη, η συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση χειροτέρευσε τη θέση πολλών χαμηλοσυνταξιούχων μεταξύ των οποίων υπερεκπροσωπούνται οι γυναίκες.
Έμφυλες επιπτώσεις της πανδημικής κρίσης
Στο Επίμετρο του βιβλίου, η συγγραφέας σκιαγραφεί τις έμφυλες επιπτώσεις της πανδημικής κρίσης στην ελληνική αγορά εργασίας, την εκθετική αύξηση της απλήρωτης οικιακής εργασίας και την εργασιακή εξουθένωση των γυναικών κατά τη διάρκεια των λοκντάουν, τις ανισότητες σε βάρος τους και υπέρ των ανδρών στις προσλήψεις στις φάσεις ανοίγματος της οικονομίας. Από την άλλη, η πανδημία κατέδειξε τη σημασία της φροντίδας για την κοινωνική αναπαραγωγή και του αναντικατάστατου ρόλου του δημόσιου συστήματος υγείας και του κοινωνικού κράτους και ανέδειξε το φεμινιστικό αίτημα για την ανάπτυξη μιας «οικονομίας της φροντίδας» που θα βασίζεται στην αναγνώριση ενός καθολικού δικαιώματος στην φροντίδα.
Τα δώδεκα κεφάλαια που συνθέτουν το βιβλίο εξετάζουν κριτικά τις έμφυλες διαστάσεις και επιπτώσεις των πολιτικών και των κυρίαρχων προσεγγίσεων για την οικονομία, την εργασία, την κοινωνική πολιτική και την ισότητα των φύλων, φωτίζοντας όψεις που συχνά μένουν αθέατες. Η έκδοση του βιβλίου είναι η αφορμή όχι μόνο για να αναλογιστούμε τη «σιωπηλή επανάσταση» των γυναικών στη χώρα μας και τις κατακτήσεις τους τα τελευταία σαράντα χρόνια, αλλά και για να θυμηθούμε πόσο «ευάλωτη» ή εύθραυστη είναι η ισότητα όταν, σε χαλεπούς καιρούς όπως η σημερινή συγκυρία, υπονομεύεται η ίδια η νομιμότητα των διεκδικήσεών μας, μιας και αυτό που επιδιώκεται από την εξουσία είναι να υπακούουμε «αυθόρμητα» στην αρχή της «ίσης ανισότητας» για όλους, όλες και όλα.
Σημείωση
1. Ελληνική μετάφραση: Καραμεσίνη, Μ., & Rubery, J., (επιμ), (2015), «Γυναίκες και Λιτότητα: Η οικονομική κρίση και το μέλλον της ισότητας των φύλων», Αθήνα: Εκδόσεις Νήσος/ Εργαστήριο Σπουδών Φύλου – Πάντειο Πανεπιστήμιο.
Η Άννα Βουγιούκα είναι κοινωνική επιστήμονας – ερευνήτρια.
Πηγή: Η Εποχή