Το σχέδιο για την ολική μεταμόρφωση της ευρωπαϊκής οικονομίας προκειμένου να αντιμετωπιστεί η «κατάσταση παγκόσμιας κλιματικής έκτακτης ανάγκης» αναμένεται να αρχίσει να παίρνει σάρκα και οστά αυτήν την εβδομάδα. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σχεδιάζει να δημοσιεύσει έναν «οδικό χάρτη» για την πολυδιαφημιζόμενη Πράσινη Συμφωνία της, την ερχόμενη Τετάρτη, μία ημέρα πριν τη σύνοδο κορυφής, όπου οι ηγέτες αναμένεται να δεσμευτούν στον στόχο για επίτευξη κλιματικής ουδετερότητας (ολικής απεξάρτησης από τον άνθρακα) μέχρι το 2050.
Την ίδια στιγμή, όσο ελπιδοφόρα και φιλόδοξα μπορεί να ακούγονται τα σχέδια της Επιτροπής, είναι σημαντικό να διευκρινιστεί το κατά πόσο η όποια μετάβαση θα είναι βιώσιμη με όρους κοινωνικούς και οικονομικούς.
Από τις πρώτες εξαγγελίες της κυβέρνησης της Ν.Δ. ήταν η σταδιακή απεξάρτηση από τον λιγνίτη μέχρι το 2028, ενώ την ίδια στιγμή έχουν δρομολογηθεί επενδύσεις δισεκατομμυρίων σε ορυκτά καύσιμα που θα «εγκλωβίσουν για δεκαετίες» τη χώρα σε μη φιλική προς την ανάπτυξη ενέργεια, όπως προειδοποιούν ελληνικές και ευρωπαϊκές περιβαλλοντικές οργανώσεις. Επιπλέον, με δεδομένη τη μετάβαση κατά κύριο λόγο σε ιδιωτικής πρωτοβουλίας μονάδες (φυσικού αερίου και Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας), είναι αναγκαίο να ξεκαθαριστεί πώς θα προστατευθούν οι καταναλωτές από δυσβάσταχτες αυξήσεις. Η κυβέρνηση κάνει λόγο για «δίκαιη μετάβαση», όπως και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία αναμένεται να ανακοινώσει μεταξύ άλλων την Τετάρτη και τη δημιουργία ενός ταμείου που θα χρηματοδοτήσει τη μετάβαση. Ένα κονδύλι δισεκατομμυρίων για την πλήρη μεταμόρφωση των ευρωπαϊκών οικονομιών, σε όλους τους τομείς, από την ενέργεια μέχρι τις μεταφορές και την αγροτική πολιτική, με ταυτόχρονη πρόβλεψη για την απώλεια των σχετικών θέσεων εργασίας.
Σύμφωνα με τις μέχρι στιγμής πληροφορίες, η Επιτροπή αναμένεται να προτείνει τη δημιουργία ενός “Ταμείου Δίκαιης Μετάβασης”, της τάξης μερικών δεκάδων δισεκατομμυρίων από τον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό αλλά και ελπίζοντας σε νέες συνεισφορές από τα κράτη-μέλη. Το τελικό μέγεθος συνδέεται, φυσικά, με τις ήδη δύσκολες διαπραγματεύσεις για το επόμενο πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο 2021-2027. Πάντως, όπως έγινε σαφές από τις δηλώσεις της νέας προέδρου της Επιτροπής, Ούρσουλα Φον Ντερ Λάιεν, την περασμένη εβδομάδα, στόχος είναι τα ευρωπαϊκά χρήματα να κινητοποιήσουν πράσινες επενδύσεις εκατοντάδων δισεκατομμυρίων προκειμένου να χρηματοδοτηθεί η φιλόδοξη μετάβαση.
«Η Ευρώπη μπορεί και πρέπει να είναι πρωτοπόρος σε αυτό το θέμα. Αλλά προφανώς, υπάρχουν επίσης ανησυχίες για το πώς θα το χρηματοδοτήσουμε αυτό – κυρίως τη μετάβαση. Και είναι αλήθεια ότι δεν ξεκινάμε όλοι από το ίδιο σημείο», δήλωσε η ίδια την Τετάρτη, μετά την πρώτη συνεδρίαση των νέων επιτρόπων στις Βρυξέλλες, κάνοντας λόγο για ένα «φιλόδοξο» σχέδιο κινητοποίησης δημόσιων και ιδιωτικών επενδύσεων 100 δισ. ευρώ την επόμενη επταετία με τη στήριξη της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων. Τον προηγούμενο μήνα, η ΕΤΕπ ανακοίνωσε ότι θα σταματήσει τη χρηματοδότηση επενδύσεων σε ορυκτά καύσιμα σταδιακά μέχρι τα τέλη του 2021, ενώ προανήγγειλε επενδύσεις ύψους ενός τρισεκατομμυρίου ευρώ σε δράσεις για το κλίμα μεταξύ 2021 και 2030, στην ίδια γραμμή με προηγούμενες δηλώσεις της Φον Ντερ Λάιεν.
Η Φον Ντερ Λάιεν, η οποία επέλεξε να κάνει μια από τις πρώτες της επίσημες εμφανίσεις στην έναρξη της Διάσκεψης των Ηνωμένων Εθνών για το Κλίμα (COP25) την περασμένη εβδομάδα στη Μαδρίτη, εξέφρασε την πεποίθηση ότι «η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής δεν είναι μόνο απαραίτητη, είναι μια τεράστια ευκαιρία για την Ευρωπαϊκή Ένωση». «Εάν το κάνουμε σωστά, εάν επενδύσουμε στην έρευνα και την καινοτομία, στις πράσινες τεχνολογίες, στις βιώσιμες λύσεις και στις νέες επιχειρήσεις, θα μπορέσουμε να αποδείξουμε ότι μπορεί να αποτελέσει για την Ευρωπαϊκή Ένωση μια νέα αναπτυξιακή στρατηγική».
«Αντίσταση» από Πολωνία, Τσεχία, Ουγγαρία
Στη σύνοδο κορυφής της ερχόμενης εβδομάδας, το κλίμα θα βρεθεί για πρώτη φορά στο επίκεντρο των συνομιλιών των ηγετών, μετά και τη διακήρυξη από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο της «κατάστασης έκτακτης κλιματικής ανάγκης» με πρόσφατο ψήφισμα. Η Επιτροπή θα θέσει επί τάπητος την Πράσινη Συμφωνία της, με στόχο να πειστούν και οι τρεις χώρες (Πολωνία, Τσεχία, Ουγγαρία) να δεσμευτούν στην κλιματική ουδετερότητα μέχρι το 2050. Οι εν λόγω χώρες μέχρι στιγμής αντιστέκονταν επικαλούμενες κοινωνικούς και οικονομικούς λόγους, καθώς οι οικονομίες τους είναι απόλυτα εξαρτημένες από τον άνθρακα.
Σύμφωνα με δημοσίευμα του Bloomberg, το Πολωνικό Οικονομικό Ινστιτούτο εκτίμησε ότι, για να είναι αποτελεσματικό, το Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης χρειάζεται τουλάχιστον 10 έως 20 δισ. ευρώ ετησίως για την περίοδο 2021-2027. Σε ένα σενάριο μεσαίας κλίμακας ύψους 15 δισ. ευρώ, η Πολωνία θα είναι ο μεγαλύτερος δικαιούχος της με 2,1 δισ., ενώ ακολουθούν η Ελλάδα και η Γαλλία με 1,7 δισ. ευρώ και 1,6 δισ. ευρώ αντίστοιχα.
Εξάλλου, η Πράσινη Συμφωνία της Επιτροπής, περιλαμβάνει προτάσεις όπως τη μείωση των περιορισμών στις κρατικές ενισχύσεις για τις επιχειρήσεις, την αλλαγή των κανόνων για τις δημόσιες συμβάσεις, καθώς και νέο στόχο για τη μείωση των εκπομπών του διοξειδίου του άνθρακα για το 2030 (σίγουρα 50% και ενδεχομένως 55%).
Η Επιτροπή αναμένεται να προαναγγείλει επίσης την κατάθεση πρότασης ευρωπαϊκής νομοθεσίας τον ερχόμενο Μάρτιο, η οποία θα κάνει τη μετάβαση στην κλιματικά ουδέτερη οικονομία «μη αναστρέψιμη», καθώς και την αναθεώρηση του συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών άνθρακα (ETS).
«Ανησυχία» περιβαλλοντικών οργανώσεων: «Τα ωραία λόγια δεν συνάδουν με ικανοποιητική δράση»
Την ώρα που η νέα πρόεδρος της Επιτροπής προσπαθεί να «πείσει» τις χώρες που αντιστέκονται να δεσμευτούν στους στόχους που θέτει, περιβαλλοντικές οργανώσεις προειδοποιούν ότι το ευρωπαϊκό σχέδιο δεν συνοδεύεται από ικανοποιητικό βαθμό άμεσης δράσης.
“Έχουμε την αίσθηση ότι η Πράσινη Συμφωνία δεν θα δώσει αρκετή προσοχή στη βραχυπρόθεσμη δράση και θα επικεντρωθεί μάλλον μόνο σε μακροπρόθεσμα έργα” σχολιάζει στην “Α” της Κυριακής ο Βέντελ Τρίο, διευθυντής του Ευρωπαϊκού Δικτύου Δράσης για το Κλίμα (Climate Action Network Europe), μιας συμμαχίας περιβαλλοντικών οργανώσεων στην Ευρώπη. Ο ίδιος φέρνει ως παράδειγμα τις “φήμες” ότι η αναθεώρηση του στόχου της Ε.Ε. για τη μείωση των εκπομπών στο 55% το 2030, θα καθυστερήσει μέχρι τον Οκτώβριο του επόμενου έτους, “γεγονός που θα καθιστούσε αδύνατον για τα κράτη – μέλη της Ε.Ε. να συμφωνήσουν για έναν νέο στόχο του 2030 πριν από τη COP26 του Νοεμβρίου 2020”.
Σχολιάζοντας τις “αντιστάσεις” κάποιων ευρωπαϊκών χωρών, υπογραμμίζει ότι “οι δυνάμεις που επωφελούνται από το status quo εμποδίζουν τις κυβερνήσεις να λάβουν τη σωστή απόφαση”. “Οι ηγέτες μας πρέπει να κάνουν μια επιλογή, είτε να πουν ότι στέκονται πίσω από τη Συμφωνία του Παρισιού και αναγνωρίζουν ότι οι επιστημονικές εκθέσεις δείχνουν ότι θα χρειαστεί πρωτοφανή δράση είτε ότι δεν θέλουν / τολμούν να το κάνουν και να αρχίσουν να προετοιμάζουν τους πολίτες τους για καταστροφικές επιπτώσεις που θα προκύψουν με αύξηση θερμοκρασίας 3° C ή ακόμα και 4° C”.
“Η αλλαγή θα πρέπει να έρθει ούτως ή άλλως και οι κυβερνήσεις έχουν την επιλογή να την κατευθύνουν και να διασφαλίσουν ότι η μετάβαση είναι δίκαιη και προσφέρει τα βέλτιστα κοινά οφέλη ή να το αφήσουν και να βρεθούμε αντιμέτωποι με ακραία καιρικά φαινόμενα και άλλες επιπτώσεις, που θα επηρεάσουν τους ανθρώπους με άνισο τρόπο και επομένως θα είναι πιο δύσκολο για τους φτωχούς, ενώ παράλληλα θα επιφέρουν οικονομική καταστροφή”, προειδοποιεί ο Β. Τρίο.
Πηγή: Η Αυγή