Συνεντεύξεις

Η «Κομμούνα» ως «επανάσταση του Δήμου των Παρισίων»

Τι ήταν «ουσιαστικά» η «Κομμούνα», αν όχι μια «κυβέρνηση της εργατικής τάξης»; Ή, «τελικώς», η «πολιτική μορφή που ανακαλύφθηκε», μέσω της οποίας «μπορούσε να συντελεσθεί η οικονομική απελευθέρωση της εργασίας»;

«Commune de Paris»: πριν από εκατόν πενήντα χρόνια… Ρώτησα οικείο μου –που συνέθεσε και το εξής δίστιχο:

«Τον παππού μου έχω θαμμένο στην Κατούνα / και την καρδιά μου δοσμένη στην Κομμούνα!»– αν μπορεί να με πληροφορήσει πώς ο Mαρξ (και ο Ενγκελς) την αντιμετώπισαν. Ετσι λοιπόν μου στοιχειοθέτησε τις εξής ερωταποκρίσεις:

● Το κράτος πότε δεν «καταργείται», αλλά «απονεκρώνεται»;

Ηταν μια αναπόφευκτη παραχώρηση του Fred (1878: 261/262) για την κατανόηση της ιστορικής περιόδου, κατά την οποία θα έχει «αρθεί» η «ταξική κυριαρχία» και επομένως δεν θα χρειάζεται καμιά «ειδική καταπιεστική εξουσία». Ποια άλλη διατύπωση θα ήταν ορθότερη, δηλαδή σύμφωνη με το διαλεκτικό μας οπλοστάσιο;

● Επομένως, να εγκαταλείψουμε «όλη αυτή τη φλυαρία για το Κράτος»;

Οντως: «ιδιαίτερα μετά την Κομμούνα που δεν υπήρξε πια Κράτος με την κυριολεξία του όρου» (18.-28.3.1875: 128). Εχει δίκαιο ο Fred να υποδεικνύει πως πρόκειται για «πληγή» που κληροδοτείται στο προλεταριάτο, ώσπου να έλθει μια «κοινωνία ελεύθερων συνθηκών» που θα μπορούσε να απαλλαγεί από «κάθε κρατικό ερείπιο» (18.3.1891: 625).

● Η «παρισινή Κομμούνα» υπήρξε η «μοναδική είσοδος προς τη νέα κοινωνία»;

Πρόκειται για μια μονοκόμματη απόφανση του Fred (18.12.1889: 326): η «πολιτική εξουσία» της εργατικής τάξης κατά τη φευγαλέα παρουσία της παρισινής «Commune». Οσο για την εκφραστική μου, θα μπορούσες να συναγάγεις τη μετακίνηση από την «bürgerliche Gesellschaft» στην «Bourgeoisgesellschaft»; Ή να συμβουλευθείς τον ορισμό του Fred (30.1.1888: 357);

● Τι ήταν για σένα η «παρισινή Κομμούνα»;

Ας το συζητήσουμε αμέσως παρακάτω, μέσω επιμέρους παραμέτρων…

● Πώς συντελείται η επανεκτίμηση του γεγονότος της εργασίας;

Η διεργασία «υποτίμησης του ανθρώπινου κόσμου» μέσω της «αξιοποίησης του κόσμου των πραγμάτων» (Απρ.-Αύγ. 1844: 511) αφορούσε, χωρίς να διευκρινίζεται, τη μισθωτή εργασία, όπως άλλωστε και οι συναφείς αναλύσεις στις οποίες αντιδιαστέλλεται γενικά η εργασία προς τη «Selbstbetätigung» του ανθρώπου και υποτίθεται ότι η προσωπική σου επιβεβαίωση θα επιτευχθεί στους κόλπους της κομμουνιστικής κοινωνίας, με την εξαφάνιση του καταμερισμού της εργασίας και την «άρση» της ίδιας της εργασίας (1845/6: 54, 65-70, 77, 486). Αφού αποφεύγεται η ολίσθηση στον φουριερισμό (1857/8: 599), η εργασία ορίζεται «ως γενική συνθήκη» της επικοινωνίας του ανθρώπου με τη φύση, «αιώνια φυσική συνθήκη» της ανθρώπινης ζωής και επομένως «ανεξάρτητη από τη μορφή αυτής της ζωής, ορθότερα, κάτι εξίσου κοινό για όλες τις μορφές της κοινωνίας» (1867: 148, 57).

Οταν είναι πρόσφατη η εμπειρία της παρισινής Commune (που δεν είχε να εφαρμόσει κάποιες «έτοιμες ουτοπίες», αλλά να ελευθερώσει απλώς τα «στοιχεία της νέας κοινωνίας» που είχαν κιόλας αναπτυχθεί στους κόλπους της «καταρρέουσας αστικής κοινωνίας»), θα συναρτηθεί η «χειραφέτηση της εργασίας» με το γεγονός ότι «κάθε άνθρωπος γίνεται εργάτης και η παραγωγική δουλειά παύει να αποτελεί ταξική ιδιότητα» (1871: 343). Αυτή άλλωστε η συλλογιστική διαθλάται και στον οραματισμό της «ανώτερης» φάσης της κομμουνιστικής κοινωνίας, οπότε θα έχει εξαλειφθεί απλώς η «δουλική υποταγή των ατόμων» στον καταμερισμό της εργασίας και η εργασία θα έχει γίνει «όχι μόνο μέσο ζωής, αλλά πρωταρχική ανάγκη της ζωής» (1875: 21).

● Η «Commune» πώς θα μπορούσε να μεταφραστεί στη Γερμανική;

Ο Fred (18./28.3.1875: 129) πρότεινε μια «καλή παλαιά γερμανική λέξη»: «Gemeinwesen».

● Η «Κομμούνα» καταγράφεται ως «αντίγραφο των μεσαιωνικών κοινοτήτων»;

Πρόκειται για «παρεξήγηση» (1871: 340/341) που στρέφει τον «ανταγωνισμό» της προς την «κρατική εξουσία» σε μορφές του «παλαιού αγώνα εναντίον του υπερσυγκεντρωτισμού» (βλ. και Ενγκελς 1891: 622-625).

● Αν είχε εδραιωθεί η «Κομμούνα» θα σου επέτρεπε το «απομεσήμερο» να ψαρεύεις, το «βραδάκι» να βγάζεις τα «ζωντανά για βοσκή» και μετά το φαγητό να κάνεις «κριτική»;

«…nach dem Essen zu kritisieren»; Χωρίς να γίνομαι «ψαράς, βοσκός ή κριτικός»; Δηλαδή, στην «κομμουνιστική κοινωνία», όπου ο «καθένας» δεν έχει «έναν αποκλειστικό κύκλο δραστηριότητας» και η «κοινωνία ρυθμίζει τη γενική παραγωγή», έτσι ώστε να έχει τη δυνατότητα να «μορφωθεί σε όποιο κλάδο του αρέσει» (1845/6: 32/33).

Αν αυτά τα γράφαμε στη Γερμανική ιδεολογία, με την εμπειρία έστω της «Κομμούνας» σημειώνω ότι «με την εργατική τάξη απελευθερωμένη, κάθε άνθρωπος γίνεται ένας εργαζόμενος και η παραγωγική εργασία παύει να ’ναι ένα ταξικό χαρακτηριστικό» (1872: 292/294).

● Ποια θα μπορούσαν να καταστούν «όργανα της ελεύθερης συντροφικής εργασίας»;

Η «Commune» έκανε τα αρχικά βήματα να «μετατραπούν σ’ αυτά τα μέσα παραγωγής» (1871: 342-343, 357).

● Την ίδια κριτική της «ιδεολογίας» θα ασκούσες αν η εργατική τάξη είχε εγκαθιδρύσει την εξουσία της;

Στο παράδειγμα της «Κομμούνας», η οποία «ουσιαστικά» («wesentlich») ήταν μια «κυβέρνηση της εργατικής τάξης» (1871: 342), δεν υπήρξα φειδωλός στην κριτική μου.

● Τι σε έκανε να οδηγηθείς από τη «δικτατορία του προλεταριάτου» σε μια «πέρα για πέρα ευλύγιστη πολιτική μορφή»;

Δεν είχε κι αυτή το «μυστικό» της; Τι ήταν «ουσιαστικά» η «Κομμούνα», αν όχι μια «κυβέρνηση της εργατικής τάξης»; Ή, «τελικώς», η «πολιτική μορφή που ανακαλύφθηκε», μέσω της οποίας «μπορούσε να συντελεσθεί η οικονομική απελευθέρωση της εργασίας»; Δεν αποτελούσε κι αυτή μια «καθορισμένη μορφή της κοινωνικής δημοκρατίας»; Ακόμη ακριβέστερα, δεν ήταν «γνήσιος εκπρόσωπος όλων των υγιών στοιχείων της κοινωνίας» και επομένως «πραγματική εθνική κυβέρνηση» (1871: 338, 346); Για να σε προλάβω συνέλεξα τα «στερεότυπα» της συλλογιστικής μου, από τα οποία πάντως επιχειρώ να συναγάγω όλα τα «αντισώματα» που αφορούν την αντιμετώπιση όσων συζητήσαμε στην προηγούμενη ερώτηση…

● Τι θα μπορούσε να διαδεχθεί τη «revolutionäre Diktatur»;

Για να δούμε πρώτα τι η ίδια θα διαδεχόταν: τη «δικτατορία της αστικής τάξης» (1872/3: 300). Επομένως, θα ήταν η «πολιτική περίοδος μετάβασης» («Übergangsperiode») ανάμεσα στην κεφαλαιοκρατική και την κομμουνιστική κοινωνία (1875: 28).

● Μπορεί κανείς να προεξοφλήσει ποιες «κοινωνικές λειτουργίες» θα διατηρηθούν που θα είναι «ανάλογες προς τις τωρινές λειτουργίες» του κράτους;

Εχει προηγηθεί το παράδειγμα της «Κομμούνας», όταν θέτω (1875: 28) αυτό το ερώτημα με αφορμή τη συζήτηση για το πρόγραμμα της Gotha. Σ’ αυτό, λοιπόν, το ζήτημα επέμεινα πως πρέπει να «απαντήσουμε μόνον επιστημονικά». Ετσι δεν μπορούμε να αγνοήσουμε την ανάγκη κραταίωσης της «επαναστατικής δικτατορίας του προλεταριάτου». Προφανώς άλλο είναι το «μελλοντικό κράτος της κομμουνιστικής κοινωνίας».

● Μια πρώτη συνόψιση;

Από τη συνεξέταση των αντιλήψεών μου, που καλύπτουν τέσσερις περίπου δεκαετίες (βέβαια ο χρόνος της συγγραφής, σε ορισμένα έργα, δεν ταυτίζεται με τον χρόνο δημοσίευσης) και προϋποθέτουν καίρια γεγονότα της ευρωπαϊκής ιστορίας (πριν από την επανάσταση του 1848 και μετά την παρισινή Κομμούνα), καθώς και από τα ομόλογα συμφραζόμενα, αποκαλύπτονται οι ακόλουθοι νοηματικοί αρμοί: το θεώρημα της ανθρώπινης «ουσίας» παρακάμπτεται με τη διερεύνηση της «ολότητας» των κοινωνικών σχέσεων, η κοινωνία ως αφαίρεση παραχωρεί τη θέση της στην αυτόνομα συγκροτημένη ατομικότητα, ο εργάσιμος χρόνος δεν αφορά, στην αναμενόμενη κοινωνία, τη μισθωτή εργασία, αλλά την ενσυνείδητη κοινωνικά αναγκαία εργασία που συνεχώς μειώνεται για να καταστήσει έτσι τον ελεύθερο χρόνο μέτρο του ανθρώπινου πλούτου.

Με δυο λόγια, ο «κομμουνισμός» θεμελιώνει την «κοινότητα» στην επικοινωνία των αυτόνομων ατόμων που για την κοινωνικά αναγκαία εργασία δρουν ως μέλη αυτοδιαχειριζόμενων συνεταιριστικών μονάδων και με τον ολοένα αυξανόμενο διαθέσιμο χρόνο παράγουν αυτοδύναμα την προσωπική τους «ολότητα».

● Η επίκληση του «μυστικού» έσβησε πολλά από τη φρασεολογία σου;

Μπορώ να κάνω ασκήσεις μνήμης για να οξύνω τον τόνο των ενστάσεών σου. Για παράδειγμα, ενθυμούμαι ό,τι γράφω για το «πραγματικό μυστικό» της παρισινής «Commune». Ο,τι, δηλαδή, «ήταν ουσιαστικά μια κυβέρνηση της εργατικής τάξης». Ομως προσέθετα: η τελευταία δεν «περίμενε θαύματα», ούτε την εφαρμογή «επεξεργασμένων ουτοπιών».

Το «μυστικό», λοιπόν, ήταν όχι η «πραγματοποίηση ιδανικών», αλλά «μόνο» η «απελευθέρωση» των «στοιχείων της νέας κοινωνίας» που «αναπτύχθηκαν ήδη» στους κόλπους της αστικής κοινωνίας που «καταρρέει». Κάθε φορά, μ’ ενδιέφερε το επόμενο «μυστικό», ώσπου να φτάσω στο «innerstes Geheimnis» και στην «αφανή θεμελίωση ολόκληρης της κοινωνικής κατασκευής» (1894: 799/800).


📌 « Για τα παρατιθέμενα εδώ κείμενα βλ. O Μαρξ στον καθρέφτη (2014: 385, passim). Για την αρχική ελληνική πρόσληψη της «Κομμούνας» βλ. Η σοσιαλιστική σκέψη στην Ελλάδα, τ. Α’, Αθήνα 1990, 357, passim.

Ο Παναγιώτης Νούτσος είναι ομότιμος καθηγητής Κοινωνικής και Πολιτικής φιλοσοφίας του Παν/μίου Ιωαννίνων

Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών