Macro

Γιώργος Μπουγελέκας: Το Κέντρο και ο ταξικός μας προσανατολισμός

Σε σχετικά πρόσφατο άρθρο του στην εφημερίδα Καθημερινή ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία Αλέξης Τσίπρας έκανε σαφές ότι η διαφορά μεταξύ Αριστεράς και Δεξιάς εξακολουθεί να υπάρχει και έγκειται στη στάση τους απέναντι στις ανισότητες. Η Δεξιά θεωρεί τις ανισότητες «ιερές ή απαραβίαστες, φυσικές ή αναπόφευκτες», ενώ η Αριστερά θεωρεί ότι πρέπει και μπορεί να περιοριστούν και εντέλει να εξαλειφθούν.

Στην αναγκαστικά μακρά πορεία εξάλειψης των ανισοτήτων το κόμμα της Ανανεωτικής και Ριζοσπαστικής Αριστεράς έχει ανάγκη από συμμάχους και συμμαχίες, ανεξαρτήτως εκλογικού συστήματος. Πρώτα κοινωνικές και στη συνέχεια πολιτικές.

Το τελευταίο διάστημα και ιδιαίτερα μετά τις εκλογές του 2019 παρατηρείται σε συνδυασμό με τη διεύρυνση του κόμματος μια ιδιαίτερη σπουδή προσέγγισης του κεντρώου πολιτικού χώρου. Αυτή η προσέγγιση επιχειρείται να συνδυαστεί με μια εναγώνια προσπάθεια αποτίναξης από το σώμα του ΣΥΡΙΖΑ της «ρετσινιάς» των κυρίαρχων ΜΜΕ και της Ν.Δ., ότι δηλαδή η Αριστερά στα χρόνια της διακυβέρνησής της έβλαψε τα συμφέροντα των μεσαίων στρωμάτων, και αυτό γίνεται με τη συστηματική αναφορά στα προβλήματα «της μεσαίας τάξης», που επιχειρείται να αποτυπωθεί και στον πολιτικό και προγραμματικό λόγο του κόμματος.

Εδώ χρειάζεται να γίνει καθαρό πριν από όλα ότι οι κεντρικοί στόχοι της πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ στα χρόνια των Μνημονίων ήταν να μείνει η μεγάλη πλειοψηφία της κοινωνίας όρθια, μακριά από φαινόμενα λιμοκτονίας και υγειονομικής εγκατάλειψης, να συγκρατηθεί η ανεργία, να στηριχθούν η δημόσια Εκπαίδευση και Υγεία, να προστατευθούν τα δικαιώματα προσφύγων και μεταναστών και, βέβαια, να διασφαλιστεί η αξιοπρέπεια των εργαζομένων και των συνταξιούχων. Με αυτές τις ξεκάθαρες δεσμεύσεις ο ΣΥΡΙΖΑ κέρδισε τρεις διαδοχικές εκλογικές αναμετρήσεις και με αυτήν την πολιτική κατάφερε να βγάλει τη χώρα από την κόλαση των Μνημονίων και να την οδηγήσει στην ανάπτυξη.

Η κριτική που ακούγεται και γράφεται από αντιπάλους, αλλά και από καλοπροαίρετους φίλους της Αριστεράς, για τη συσσώρευση υπερπλεονασμάτων τα οποία προήλθαν σε μεγάλο βαθμό από τα μεσαία στρώματα, είναι λογική, αλλά αποφεύγει να σταθεί στο γεγονός ότι αυτά οφείλονται στους μνημονιακούς εκβιασμούς που σταθερά υποτιμούσαν τις προβλέψεις της κυβέρνησής μας για τα δημοσιονομικά έσοδα της χώρας, υποχρεώνοντάς μας να ανεβάζουμε διαρκώς τον πήχη των μέτρων που έπρεπε να λάβουμε, με δυσάρεστη συνέπεια την ύπαρξη των υπερπλεονασμάτων.

Θετική προοπτική

Στη σημερινή πραγματικότητα, ο Αλέξης Τσίπρας έθεσε σωστά την προοπτική που μπορεί να οδηγήσει την κοινωνία στην ελπιδοφόρα και οριστική έξοδο από την κρίση γράφοντας επί λέξει: “Γιατί η Ελλάδα δεν μπορεί και δεν πρέπει να ανταγωνιστεί άλλες χώρες στη βάση μείωσης του κόστους εργασίας, επομένως των μισθών, αλλά στη βάση αύξησης της παραγωγικότητας, ενσωματώνοντας τη συλλογική γνώση, την έρευνα και την καινοτομία”.

Τίθεται επομένως με αυτόν τον τρόπο στον πυρήνα της πολιτικής της Αριστεράς ο αγώνας για την ανάπτυξη του εργατικού κινήματος, που θα προστατεύσει τα εργατικά εισοδήματα. Κατά τη γνώμη μου, όσο αποτελεσματικότερα ο ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία υπηρετήσει τον κόσμο της μισθωτής εργασίας, τόσο περισσότερο θα κατακτά τις προϋποθέσεις για να εκφράσει τις ανάγκες και τα όνειρα της μεγαλύτερης δυνατής κοινωνικής πλειοψηφίας που ένα αριστερό κόμμα μπορεί να εξασφαλίσει.

Προφανώς το εγχείρημα είναι δύσκολο και η συνάρθρωση ακόμα και μη αντιπαραθετικών, αλλά εξαιρετικά ποικίλων συμφερόντων απαιτεί συνθετικές ικανότητες υψηλού επιπέδου, που η κυβερνώσα Αριστερά οφείλει να αποδείξει πως διαθέτει.

Η κόκκινη κλωστή που μπορεί να συνδέσει αυτά τα συμφέροντα και επιδιώξεις είναι η προσπάθεια αύξησης της ζήτησης, η οποία απετέλεσε ήδη από τα χρόνια των Μνημονίων αίτημα και των συνδικαλιστικών εκπροσώπων των μικρομεσαίων επιχειρήσεων τοποθετώντας τους -παρά τις όποιες αντιφάσεις τους- στο πλευρό όσων ήταν αντίθετοι στις περικοπές μισθών και συντάξεων.

Διακηρύσσοντας ο ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία ότι στο επίκεντρο της πολιτικής του βρίσκονται οι τρεις προτάσεις που κατέθεσε ο Ευκλείδης Τσακαλώτος για την ανακούφιση των εργαζομένων, δηλαδή α) η αύξηση του κατώτατου μισθού, β) η επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων και γ) η πιλοτική εφαρμογή του 35ωρου χωρίς μισθολογική μείωση, μπορεί πειστικά να απευθυνθεί και σε εκείνο το κομμάτι των μεσαίων στρωμάτων που είναι σε θέση να αντιληφθεί και τα δικά του οφέλη ως συνέπεια μιας τέτοιας πολιτικής.

Συνάδουν όμως όλα τα παραπάνω με την ταυτόχρονη πολιτική μετατόπισης του έντονου κομματικού ενδιαφέροντος, το τελευταίο χρονικό διάστημα, προς “τη μεσαία τάξη” και όσους εκτιμάται ότι την εκφράζουν;

Σοβαρή αντίφαση

Η απάντησή μου είναι πως στο συγκεκριμένο σημείο υφέρπει μια σοβαρή αντίφαση που γίνεται ακόμη μεγαλύτερη όταν γίνεται καθημερινή πολιτική πρακτική.

Η τακτική των κομματικών μετεγγραφών από τον λεγόμενο κεντρώο χώρο δεν απέδωσε, γιατί δεν έπεισε ούτε τα μεσαία στρώματα τα οποία υποτίθεται ότι σκόπευε να γοητεύσει και αυτό καταγράφεται με σταθερότητα στις δημοσκοπήσεις.

Συμπερασματικά, αν ο στόχος του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία είναι να κερδίσει, εκτός από τους απογοητευμένους αριστερούς -οι οποίοι λόγω της μνημoνιακής πολιτικής που αναγκάστηκε ως κυβέρνηση να εφαρμόσει βρίσκονται στον χώρο της δημοσκοπικής αποχής-, και τους κεντρώους ψηφοφόρους, ο τρόπος είναι να παραμείνει προγραμματικά και πολιτικά προσηλωμένος στο ταξικά σταθερό του ακροατήριο, που είναι οι εργαζόμενοι, οι συνταξιούχοι και οι αυτοαπασχολούμενοι μικρομεσαίοι επιχειρηματίες, και μόνο τότε θα ακολουθήσει και εκείνο το κομμάτι των μεσαίων στρωμάτων που θα πειστεί ότι η ενίσχυση των εργαζομένων θα οδηγήσει ως συνέπεια στη βελτίωση και της δικής τους θέσης.

Ο Γιώργος Μπουγελέκας είναι μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ

Πηγή: Η Αυγή