Έχουν περάσει περισσότερα από δέκα χρόνια από τότε που η οργανωμένη Πολιτεία εξαπέλυσε μια άγρια επίθεση στους εργαζόμενους αυτού του τόπου. Μισθοί και συντάξεις εξανεμίστηκαν, οδηγώντας στην απελπισία μια σειρά από επαγγελματικούς κλάδους.
Οι δημόσιοι υπάλληλοι ήταν οι πρώτοι που οι εγχώριες νεοφιλελεύθερες δυνάμεις στοχοποίησαν και, συστηματικά συνεργαζόμενες με τις αντίστοιχες ευρωπαϊκές, εξόντωσαν. Ιδιαίτερης έντασης ήταν η επίθεση που δέχτηκαν οι κατασυκοφαντημένοι εκπαιδευτικοί, οι οποίοι υπέστησαν διπλή μείωση μισθού, αφού, εκτός από την ονομαστική μείωση των αποδοχών τους, δέχτηκαν και αύξηση του εργασιακού τους ωραρίου. Ήταν η μοναδική επαγγελματική κατηγορία ανάμεσα στους δημόσιους υπαλλήλους που αντιμετώπισαν μια τέτοια επίθεση.
Σήμερα, που οι ελπίδες των εργαζομένων και των αυτοαπασχολούμενων στρέφονται προς την προοπτική μιας νέας δημοκρατικής πλειοψηφίας, η οποία θα τους ανακουφίσει από την ακρίβεια, τον αυταρχισμό και την κοινωνική υποβάθμιση που τους επιφύλαξε η κυβέρνηση Μητσοτάκη, οι εκπαιδευτικοί στρέφονται και αυτοί προς μια τέτοια εξέλιξη, ελπίζοντας στην αναβάθμιση της κοινωνικής και εργασιακής τους αξιοπρέπειας.
Και επειδή είναι διεθνώς αποδεκτό ότι οι συνθήκες εργασίας των εκπαιδευτικών είναι και συνθήκες μάθησης των μαθητών, μια τέτοια αναβάθμιση αφορά το σύνολο της κοινωνίας, αφού θα συμβάλει στη βελτίωση της εκπαιδευτικής διαδικασίας.
Η Αριστερά, όταν βρέθηκε στην εξουσία, δεν μπόρεσε λόγω των μνημονιακών της υποχρεώσεων να βελτιώσει τις οικονομικές απολαβές των εκπαιδευτικών. Βελτίωσε όμως συνολικά το κλίμα στις σχολικές μονάδες και έδωσε έτσι ένα δείγμα γραφής της πολιτικής της.
Αξίζει να θυμηθούμε τις πιο σημαντικές παρακαταθήκες αυτής της περιόδου:
* Την επαναφορά 2.500 διαθέσιμων και απολυμένων εκπαιδευτικών στα σχολεία.
* Την επανασύσταση των καταργημένων ειδικοτήτων της Δευτεροβάθμιας Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και την ουσιαστική της αναβάθμιση.
* Την ψήφιση αξιοκρατικού συστήματος προσλήψεων στην Πρωτοβάθμια και τη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, την εύρεση πόρων και τον πλήρη σχεδιασμό για την πρόσληψη 10.500 εκπαιδευτικών, για τα οποία ψευδώς επαίρεται ως δικό της έργο η Ν.Δ.
* Την επαναφορά των ιδιωτικών σχολείων στην εποπτεία του υπουργείου Παιδείας, με προστασία των εργασιακών δικαιωμάτων των ιδιωτικών εκπαιδευτικών και έλεγχο των εκπαιδευτικών τους προγραμμάτων.
* Τη θεσμοθέτηση της ελεύθερης πρόσβασης σε ορισμένες σχολές.
* Τη δυνατότητα αναβάθμισης του πτυχίου των ΕΠΑ.Λ. μέσω διετών σπουδών στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση.
* Τη δημοκρατική επιλογή στελεχών διοίκησης της Πρωτοβάθμιας και της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, αναδεικνύοντας τη γνώμη των συλλόγων διδασκόντων σε καθοριστική παράμετρο για την ανάδειξη των διευθυντικών στελεχών.
Όμως, εκτός από την αυτονόητη επαναφορά διατάξεων, όπως αυτές που αναφέρθηκαν και που όμως στη συνέχεια καταργήθηκαν από τη Ν.Δ., οι εκπαιδευτικοί, τώρα που η χώρα βρίσκεται χωρίς μνημονιακές υποχρεώσεις, περιμένουν -κατά τη γνώμη μου- από τις αριστερές και προοδευτικές δυνάμεις του τόπου να εντάξουν στην ατζέντα του προεκλογικού τους λόγου μέτρα ανακούφισης των εκπαιδευτικών, όπως:
* Η αύξηση των δαπανών του κρατικού προϋπολογισμού για την Παιδεία.
* Η μείωση του ωραρίου διδασκαλίας στα πριν των Μνημονίων επίπεδα.
* Ο περιορισμός της σχολικής γραφειοκρατίας.
* Η άρση της μισθολογικής καθήλωσης των εκπαιδευτικών. Η επαναφορά του 13ου και του 14ου μισθού.
* Η ενίσχυση των νέων συναδέλφων που κατά κανόνα υπηρετούν στις εσχατιές της επικράτειας.
* Η νομοθετική κατοχύρωση σταθερών εργασιακών σχέσεων στα ιδιωτικά σχολεία, με ταυτόχρονο έλεγχο της Πολιτείας στο καθεστώς απολύσεων των ιδιωτικών εκπαιδευτικών.
* Η μαζική πρόσληψη ψυχολόγων και κοινωνικών λειτουργών, ώστε να διασφαλιστεί η καθημερινή τους παρουσία σε κάθε σχολείο.
* Η μείωση του αριθμού των μαθητών ανά τμήμα.
* Η επαναφορά των εκπαιδευτικών αδειών για την εντελώς απαραίτητη συνεχή επιστημονική και παιδαγωγική επιμόρφωση δασκάλων και καθηγητών.
* Η πλήρης σύνταξη στα 30 χρόνια εργασίας, χωρίς καμία μείωση των κύριων και επικουρικών συντάξεων.
* Η θέσπιση της δωδεκάχρονης υποχρεωτικής εκπαίδευσης.
Με δεδομένο ότι οι ανάγκες του παραγωγικού μετασχηματισμού της Ελλάδας καθιστούν την Παιδεία πρωταρχικό παράγοντα της επιθυμητής βιώσιμης ανάπτυξης, η ικανοποίηση των παραπάνω εκπαιδευτικών και κοινωνικών αναγκών είναι βέβαιο ότι θα δώσει ώθηση τόσο στην ελληνική εκπαίδευση όσο και στη βελτίωση της παραγωγικής βάσης της χώρας.
Οι εκπαιδευτικοί μέσω των συνδικάτων τους καταθέτουν τα αιτήματά τους. Οι αριστερές και δημοκρατικές δυνάμεις του τόπου θα κριθούν από την υιοθέτηση αυτών των αιτημάτων από όλη την ελληνική κοινωνία. Ο επερχόμενος προεκλογικός αγώνας τελικά θα μας κρίνει όλους και όλες.
Ο Γιώργος Μπουγελέκας είναι εκπαιδευτικός και μέλος της Κ.Ε. του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ.