Από όταν εξελέγη η Νέα Δημοκρατία και ίσως και πιο πριν, είχε εξαπολύσει μια λυσσασμένη επίθεση στην Κοινωνιολογία και στην Ιστορία. Και ως επιστήμες και ως μαθήματα που διδάσκονται στα σχολεία και στα πανεπιστήμια. Και η επίθεση δεν αφορούσε την αγγλοσαξονική υποχώρηση των «άχρηστων» κοινωνικών και ανθρωπιστικών σπουδών. Για τη Ν.Δ., ήταν κάτι βαρύτερο, ήταν επικίνδυνες, γιατί, όπως είχε πει και ο Γεωργιάδης για την Κοινωνιολογία, «κάνουν τα παιδιά μας κομμουνιστές».
Το νομοσχέδιο για τις επικουρικές συντάξεις που ψηφίστηκε χθες στη Βουλή και η επιχειρηματολόγησή του μας επιτρέπει, ως παράδειγμα, να καταλάβουμε γιατί οι δύο αυτές επιστήμες έπρεπε να εξοβελιστούν.
Είναι προφανές ότι αν θέλεις θατσερικά να πείσεις ότι δεν υπάρχει κοινωνία παρά μόνο άτομα και οικογένειες, η κοινωνιολογία ως κλάδος που προσφέρει και άλλες θεωρήσεις, πιο κοινωνιοκεντρικές, δεν προσφέρεται. Αν, για παράδειγμα, θες να πουλήσεις την ιδέα του «ατομικού κουμπαρά», είναι πολύ πιο βολικό να μένεις σε μια ατομοκεντρική θεώρηση. Η ψευδαίσθηση ότι εσύ θα επιπλεύσεις όταν οι άλλοι θα πνίγονται είναι μεν αφελής, αλλά βολική: Ο καθένας για την πάρτη του.
Το ίδιο, φυσικά, ισχύει για όλες τις μορφές συλλογικής δράσης, όπως π.χ. για τον συνδικαλισμό και το πόσο πιο καλή είναι η συνεννόηση σε ατομική βάση ανάμεσα στον εργοδότη και τον εργαζόμενο. Μας τα εξηγούσε προ ολίγου καιρού ο Κ. Χατζηδάκης.
Αλλά και με την Ιστορία ισχύει ακριβώς το ίδιο. «Τι τον ενδιαφέρει τον δεκαπεντάχρονο τι έγινε το 1965» αναρωτιόταν κουτοπόνηρα προ ετών ο σημερινός πρωθυπουργός. Προφανώς, αν είσαι η ελληνική Δεξιά και ακόμα περισσότερο αν σε λένε Μητσοτάκη, καλό είναι ο δεκαπεντάχρονος να μην ξέρει και να μη νοιάζεται, να θεωρεί ότι δεν τον αφορά και δεν τον επηρεάζει το τι έγινε στο παρελθόν. Κάτι τέτοιο είναι πολύ χρήσιμο αν θέλεις να του πουλήσεις το κεφαλαιοποιητικό σύστημα σύνταξης. Αν ξέρει ο νέος τι έγινε το 2000 με το Χρηματιστήριο, ενδεχομένως να μην είναι και τόσο θετικός στο να παίξει υποχρεωτικά τις κρατήσεις του στον χρηματιστηριακό τζόγο. Αν ξέρει τι έγινε με τις ασφαλιστικές το 2008, που φαλήρισαν και ανέλαβαν οι φορολογούμενοι, δηλαδή οι γονείς του, να τις σώσουν, ίσως να τον έπαιρνε και να τον σήκωνε τον Κ. Χατζηδάκη.
Γιώργος Κυρίτσης
Πηγή: Η Αυγή