ΣΥΡΙΖΑ

Φωτεινή Βάκη: “Και να αδερφέ μου που μάθαμε να κουβεντιάζουμε ήσυχα, ήσυχα κι απλά”

Δεν με εξέφρασε η ανάρτηση του Α. Τσίπρα για τον Δεκαπενταύγουστο. Ο απόηχος και τα “απόνερα” της ανάρτησης με ενόχλησαν όμως περισσότερο. Από πότε η ενότητα ενός κόμματος που επιμένει αριστερά και δεν έχει απολέσει την “ψυχή” του βλέποντας τα μέλη του ως ενοχλητικές “αριστερίζουσες εκκρεμότητες” εκλαμβάνεται ως νεκρική ομο(μονο)φωνία, πλήρης σύμπλευση με τη βούληση/γνώμη του “αρχηγού,” και όχι ως ενότητα εν τη διαφορά και διαμέσου αυτής; (εκτός αν ο ασαφής όρος “πληθυντική” Αριστερά χρησιμοποιείται κατά το δοκούν για να δικαιολογήσει ετερόκλητα συνονθυλεύματα και όχι δημιουργικές συνθέσεις).

Στην Αριστερά πλείστες όσες-οι ενταχθήκαμε γιατί πιστεύαμε στην ειρήνη, την αλληλεγγύη -αντί φιλανθρωπίας- στην ισότητα και στον διεθνισμό -αντί του φιλελεύθερου κοσμοπολιτισμού που αφορά μόνο το εμπόριο και το κεφάλαιο και αυτοαναιρείται εις ό,τι αφορά τους “άλλους” και τα δικαιώματά τους. Ενταχθήκαμε για να αντισταθούμε στον εθνικισμό και την πατριδοκαπηλεία. Ναι, σύντροφοι, δεν είναι “ενδοτισμός” και ‘προδοσία” η έκκληση σε διάλογο στα πολύπαθα εθνικά μας θέματα, η καλή πρόθεση να απεκδυθούμε τη στολή του “τουρκοφάγου” και η προσπάθεια να σιγήσουν τα τύμπανα του πολέμου για την υπόθεση των εξορύξεων που καταστρέφουν το περιβάλλον και ωφελούν μόνο τα συμφέροντα των πολυεθνικών, της Total και της Εxon Mobil. Κάποιες και κάποιοι από μας “μεγαλώσαμε” πολιτικά με το σύνθημα “πόλεμο στον πόλεμο των ιμπεριαλιστών,” ωριμάσαμε σε αντιεθνικιστικά φόρα τότε που οι Βουκεφάλες και οι περικεφαλαίες πλημμύριζαν τους δρόμους και όχι με το “βυθίσατε το Χόρα” (που ειρήσθω εν παρόδω, το ακολούθησε το “μεγαλοπρεπές” mea culpa), με τα εμπάργκο στην σημερινή Β. Μακεδονία και τον εθνικιστικό παροξυσμό.

Ας πούμε όμως ότι η εθνικιστική “γραμμή” είναι η ορθή. Ας πούμε ότι η διεύρυνση του κόμματος νοούμενη μονοσήμαντα ως μετατόπιση στον χώρο του κέντρου είναι προτιμητέα και εχέγγυο νίκης. Ας πούμε ότι ο σκοπός αγιάζει τα μέσα ακόμα και αν τα τελευταία είναι η ομολογία πίστης στον Θεό και την Υπέρμαχο Στρατηγό. Ποιος αποφασίζει; Πότε συζητήθηκαν τα παραπάνω; Μα, θα αντιτείνουν πολλοί σύντροφοι, είναι τώρα ώρα για τέτοια; Είναι σοβαρά πράγματα να αντιδικούμε στα διαδικτυακά καφενεία για την δήλωση του αρχηγού της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης όταν η κοινωνία μαστίζεται από την οικονομική κρίση και την πανδημία; Όταν έχει βυθιστεί στην απελπισία και ζει με τον φόβο; Έχει νόημα να ζούμε “τρώγοντας τις σάρκες μας” και να εγκλωβιζόμαστε σε ένα πολιτικό αυτισμό όταν η κοινωνία είναι εν αναμονή και εν κινδύνω;

Ναι, έχει νόημα. Διότι αν ο ΣΥΡΙΖΑ ξαναβγεί κυβέρνηση θα πρέπει να κυβερνήσει με πρόγραμμα και όραμα. Δεν είναι μόνο ο πόλεμος κατά της διαφθοράς και της διαπλοκής που -φευ- είναι συστατικό στοιχείο αναπαραγωγής του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού καπιταλισμού αλλά και τα εθνικά θέματα, η Παιδεία, το περιβάλλον, ο διαχωρισμός εκκλησίας και κράτους. Και εκεί απαιτούνται διαυγείς θέσεις που εκφεύγουν τα ειωθότα “και με τον αστυφύλαξ και με τον χωροφύλαξ”-, ισχυρή βούληση και επεξεργασμένες πολιτικές. Οι τελευταίες όμως θα πρέπει να συζητούνται από τα μέλη και όχι να επιβάλλονται ερήμην τους διότι διαφορετικά έχει αφαιρεθεί και το τελευταίο φύλλο συκής εσωκομματικής δημοκρατίας που για τους “συστημικούς” “φίλους” μας θεωρείται εμφύλιος, διάσπαση, αμφισβήτηση, υπονόμευση κοκ. αλλά για την Αριστερά οφείλει να είναι η πεμπτουσία και το οξυγόνο της.

Τελειώνω με τα περί θρησκείας και τους “μελό” μανιχαϊσμούς που κατέκλυσαν τον διαδίκτυο και γίναν “καύσιμα” στον φεισμπουκικό μας “εμφύλιο”. Προφανώς και η Αριστερά οφείλει να είναι ανεξίθρησκη και ουδέποτε μισαλλόδοξη. Αυτά είναι και δάνεια της παράδοσης του πολιτικού φιλελευθερισμού. Επίσης οι περισσότεροι έχουν ταυτίσει την στάση της Αριστεράς με την πασίγνωστη ρήση του Μαρξ, “η θρησκεία είναι το όπιο του λαού” και λίγοι γνωρίζουν την συνέχεια: “είναι [ενν. η θρησκεία] ο στεναγμός του καταπιεσμένου και η καρδιά ενός άκαρδου κόσμου.” Το στοίχημα συνεπώς για τον Μαρξ δεν είναι η εχθρότητα προς τη θρησκεία αλλά η δημιουργία ενός κόσμου που δεν θα τη χρειάζεται γιατί δεν θα είναι απελπισμένος και φοβισμένος. Εκεί λοιπόν στο πολύ μακρινό πλέον 2010, όταν άρχισε η βαρβαρότητα και βιαιότητα των μνημονίων, μια μικρή ρωγμή φωτός και ελπίδας άνοιξε στο συμπαγές του ζόφου όχι από την πίστη αλλά από κάποιους αγωνιστές εκείνου του 3% και συλλογικότητες που άνοιξαν κοινωνικά ιατρεία, φαρμακεία, κουζίνες και έστερξαν τους ηττημένους της κρίσης, συνδέθηκαν με κινήματα και εκτίναξαν τον ΣΥΡΙΖΑ σε ύψη δυσθεώρητα κάνοντάς τον κυβέρνηση. Γιατί; Γιατί άρθρωσαν όραμα και πρόσφεραν ελπίδα ότι “ένας άλλος κόσμος είναι εφικτός”, για να ανακαλέσουμε ένα παμπάλαιο πλέον αλλά αγαπημένο σύνθημα μιας άλλης εποχής. Κι αν όλα τα παραπάνω κάποιοι θεωρούν ότι παρήλθαν ανεπιστρεπτί και αφορούν κάποιους “αμόρφωτους, κομπλεξικούς μηδενιστές” ή κάποια “θηλαστικά του ΣΥΡΙΖΑ” -λυπάμαι πραγματικά για τους χαρακτηρισμούς- τότε ας καταφύγουμε σε εκείνο το αγαπημένο ποίημα:

“Και να αδερφέ μου που μάθαμε να κουβεντιάζουμε ήσυχα, ήσυχα κι απλά”

Φωτεινή Βάκη