Ως γνωστόν, ο Dr. Pangloss, ήρωας του Βολτέρου στο «Candide», πίστευε ότι ζούμε στον καλύτερο από όλους τους δυνατούς κόσμους. Πολλοί νεοφιλελεύθεροι, του σημερινού πρωθυπουργού συμπεριλαμβανομένου, δεν πιάνουν την ειρωνική προδιάθεση του Γάλλου φιλοσόφου του 18ου αιώνα και πιστεύουν ότι με τους νεοφιλελεύθερους στο τιμόνι όλοι ζούμε στον καλύτερο από όλους τους δυνατούς κόσμους.
Το βασικό αφήγημα της Νέας Δημοκρατίας είναι το εξής: Η νεοφιλελεύθερη ατζέντα είναι ό,τι καλύτερο μπορεί να εφαρμοστεί οπουδήποτε και άρα και στη χώρα μας – γι’ αυτόν τον λόγο ψηφίστηκε από τον ελληνικό λαό. Μέχρι τον Μάρτη του 2020 όλα πήγαιναν πρίμα και βάσει σχεδίου. Και μετά όμως, κατά τη διάρκεια της πανδημίας, λύσεις δόθηκαν και ο κόσμος προστατεύτηκε όσο πιο πολύ γινόταν. Ετσι, σε λίγο θα αφήσουμε πίσω την παρένθεση της πανδημίας και θα επιστρέψουμε στη νεοφιλελεύθερη τροχιά.
Είναι δύσκολο να επιλέξει κανείς ποιο είναι το πιο προβληματικό σημείο του παραπάνω αφηγήματος.
Πριν
Δεν θα έπρεπε να έχει διαφύγει την προσοχή μας ότι τα τελευταία 25 χρόνια της καπιταλιστικής οικονομίας δεν είναι και τα πιο ένδοξα. Χαμηλοί ρυθμοί ανάπτυξης και επενδύσεων, στάσιμοι μισθοί, ολοένα διευρυνόμενες ανισότητες κάθε είδους, αύξηση του χρέους κάθε μορφής. Και φυσικά παγκόσμιες και περιφερειακές κρίσεις, μεγάλες και μικρές. Λίγο πριν από τον Covid οι πολιτικές που εφάρμοσε η Ν.Δ. επέσπευσαν αντί να ανακόψουν τις αρνητικές εξελίξεις στη χώρα μας, αντιστρέφοντας μάλιστα τη θετική τροχιά που υπήρχε πριν από την εκλογή της.
Οι ταξικές επιλογές της οδήγησαν σε αναδιανομή πλούτου και εισοδημάτων προς τους ισχυρούς και σε εντονότερη αναπροσαρμογή των προσδοκιών προς την ίδια κατεύθυνση. Το αποτέλεσμα ήταν μείωση των ρυθμών ανάπτυξης και επιδείνωση των προοπτικών της οικονομίας.
Ισως ακόμη πιο σοβαρό είναι ότι τα τελευταία 25 χρόνια του παγκόσμιου νεοφιλελευθερισμού είχαμε από τη μια μεριά ένα σύστημα ευάλωτο σε σοκ και κρίσεις και από την άλλη αποδυνάμωση των θεσμών της Πολιτείας και απαξίωση του δημόσιου τομέα, συμπεριλαμβανομένων των δημόσιων συστημάτων υγείας. Είχαμε έτσι πολλούς ανθρώπους που ήταν φτωχοί και κοινωνικά αποκλεισμένοι, πολλούς που ήταν σε κίνδυνο φτώχειας και πολλούς που ήταν πάνω από το όριο της φτώχειας αλλά χωρίς αποταμιεύσεις και χωρίς πρόσβαση στο δημόσιο σύστημα υγείας. Είχαμε όμως και μια νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση που οδήγησε σε κινδύνους στην τροφική αλυσίδα, αλλά και σε κλιματική κρίση. Με άλλα λόγια, η αναποτελεσματικότητα του συστήματος είναι ενδογενής, καθώς το ίδιο το σύστημα όχι μόνο δημιουργεί κρίσεις αλλά και αποδυναμώνει τις δομές εκείνες που θα μπορούσαν να τις αντιμετωπίσουν.
Τώρα
Κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης η Ν.Δ. βρέθηκε παραδόξως σε μια πολύ ευνοϊκή συγκυρία. Εν μέρει λόγω των επιλογών της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, εν μέρει λόγω της εγχώριας και παγκόσμιας συγκυρίας. Παρέλαβε το «μαξιλάρι» από την προηγούμενη κυβέρνηση, είχε ρυθμισμένο χρέος, η Ε.Ε. χαλάρωσε τους κανόνες, η ΕΚΤ στάθηκε -σχεδόν- στο ύψος των περιστάσεων, η αντιπολίτευση κράτησε στάση ευθύνης. Αρα είχε τον δρόμο ανοιχτό για να εφαρμόσει βιώσιμες πολιτικές, που δεν μας επιτρέπονταν στα χρόνια των μνημονίων.
Και αντί να εκμεταλλευτεί αυτή τη συγκυρία η κυβέρνηση έκανε δύο βασικά λάθη: πρώτον, προσπάθησε με θεμιτούς και -κυρίως- αθέμιτους τρόπους να πείσει ότι τα έκανε όλα καλά, βιάστηκε να σηματοδοτήσει ότι τα χειρότερα είναι πίσω μας και ότι τα κατάφερε με τον καλύτερο από όλους τους δυνατούς τρόπους και, δεύτερον, απέτυχε να απομακρυνθεί αρκετά από τις νεοφιλελεύθερες καταβολές της είτε για να στηρίξει εργαζόμενους και επιχειρήσεις όπου χρειαζόταν, είτε για να επενδύσει στο δημόσιο σύστημα υγείας με νέες προσλήψεις, με αναβάθμιση προσωπικού για θέσεις ΜΕΘ, με ενίσχυση της πρωτοβάθμιας υγείας.
Απέτυχε να μειώσει τον αριθμό μαθητών ανά τάξη (μάλιστα πρωτοτύπησε παγκοσμίως αυξάνοντάς τον εν μέσω πανδημίας), να αυξήσει τα δρομολόγια στα ΜΜΜ, να ελαχιστοποιήσει τις πιθανότητες ενός νέου, καταστροφικού lockdown. Παράλληλα δεν δείχνει κανένα ενδιαφέρον να βιαστεί ώστε να μη χαθεί το ευρωπαϊκό παράθυρο ευκαιρίας.
Μετά
Αναφορικά με το τι πρέπει να περιμένουμε από εδώ και πέρα, δυστυχώς η Ν.Δ. δεν φαίνεται να έχει τη θέληση ή -ακόμη χειρότερα- την κατανόηση της συγκυρίας για να προβάλει ένα σχέδιο που θα μπορέσει να αντιμετωπίσει τα προβλήματα ουσιαστικά και στην πηγή τους. Ετσι λοιπόν, ενώ και πάλι έχει την τεράστια ευνοϊκή συγκυρία των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης, δεν φαίνεται να είναι διατεθειμένη να απομακρυνθεί ούτε από τις νεοφιλελεύθερες αγκυλώσεις της ούτε από τις πελατειακές παραδόσεις της.
Από τη μια, βλέπουμε από την έκθεση ενισχυμένης εποπτείας να διατηρεί το σύνολο των νεοφιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων – που ενισχύουν την απορρύθμιση της οικονομίας, τη μείωση του ρόλου και ουσιαστική αποδυνάμωση του κράτους. Από την άλλη, μιλάει ήδη για επαναφορά της δημοσιονομικής πειθαρχίας (ενώ η πανδημία εντείνεται) και προτάσσει ως λύση το σχέδιο Πισσαρίδη, που είναι μια συνταγή που την ακούμε από την αρχή των μνημονίων και η οποία όπου έχει εφαρμοστεί έχει μάλλον απογοητευτικά αποτελέσματα. Αυτό που είναι χειρότερο είναι ότι στον κορμό της συνταγής Πισσαρίδη είναι η αντίληψη πως το κράτος είναι βαρίδι στην οικονομία και οι φόροι μόνο μέσω της μείωσής τους μπορούν να βοηθήσουν την οικονομία. Λες και η πανδημία δεν ήρθε να αμφισβητήσει ακριβώς αυτή τη θεώρηση της πραγματικότητας.
Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας δεν μπορεί να αναγνωρίσει τα προβλήματα (οικονομικά, κοινωνικά, θεσμικά), που υπήρχαν πριν από την κρίση και που εντείνονται κατά τη διάρκειά της. Είναι λοιπόν η πλέον αναρμόδια κυβέρνηση για να αντιμετωπίσει την τριπλή κρίση. Από την πλευρά μας οφείλουμε να συνεχίσουμε να δίνουμε τη μάχη για να αντιμετωπιστούν τα σημεία που είναι ευάλωτες η οικονομία και η κοινωνία, καθώς και να έχουμε ένα ολοκληρωμένο και συνεκτικό σχέδιο για το πού και πώς πρέπει να δοθούν τα χρήματα. Αυτό κάναμε μέχρι τώρα ως Αριστερά και αυτό θα συνεχίσουμε να κάνουμε.
Ευκλείδης Τσακαλώτος
Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών