Ο Ε. Τσακαλώτος ξεκίνησε την τοποθέτησή του στην Ολομέλεια της Βουλής διερωτώμενος ποια είναι η γνώμη του Υπουργού Οικονομικών για το πως επηρεάζει η νέα τραπεζική κρίση την Ελλάδα. Σημείωσε ειρωνικά πως όσοι είναι ενάντια στον κρατικό παρεμβατισμό, ανακαλύπτουν πόσο καλός είναι όταν τους αφορά.
Ο Κοινοβουλευτικός Εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία σημείωσε ότι υπάρχουν δομικά ζητήματα πλέον στην παγκόσμια οικονομία. Για αρκετά χρόνια, μέσω των πολιτικών νομισματικής χαλάρωσης, αγοράζονται ομόλογα και κάθε άλλου είδους χρεόγραφα – τόσο του δημοσίου όσο και του ιδιωτικού τομέα – από Κεντρικές Τράπεζες. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να διατηρούνται οι τιμές αυτών σε υψηλά επίπεδα. Ήταν ένα είδος στοιχήματος για το μέλλον πάνω στην πεποίθηση ότι η μελλοντική ανάπτυξη θα δικαιώσει τις αναβαθμισμένες τιμές στα χρεόγραφα. Όμως οι προσδοκίες δεν επιβεβαιώθηκαν, για πολλούς ενδογενείς λόγους του νεοφιλελεύθερου μοντέλου. Και όσο δεν έρχεται ανάπτυξη και οι αξίες αυτές δεν επαληθεύονται, τότε αυτές θα πρέπει να μειωθούν με κάποιον άλλο τρόπο. Για να γίνει αυτό στην Ευρωπαϊκή Ένωση αυτή τη στιγμή έχουμε δύο επιλογές. Ή υψηλά επιτόκια που θα οδηγήσουν σε ύφεση και θα οδηγήσουν σε μείωση των τιμών ή υψηλός πληθωρισμός, ο οποίος ως γνωστών διαβρώνει τις αξίες αυτές σταδιακά.
Το ερώτημα είναι ποια η στάση της Ελλάδας. Γιατί όλα αυτά θα επηρεάσουν το ζήτημα του ιδιωτικού χρέους. Κάτι που η κυβέρνηση δεν παίρνει σοβαρά.
Και έτσι στο παρόν νομοσχέδιο δεν φέρνει μια ολιστική προσέγγιση για το ιδιωτικό χρέος. Είναι αποσπασματικό. Δεν αντιμετωπίζει όλα τα χρέη. Είναι δύσκολο να υπαχθείς. Και δύσκολο να παραμείνεις.
Τι θα γίνει με το Νέο Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης;
Λαμβάνοντας υπόψη όλα τα παραπάνω, επισήμανε ότι είναι επικίνδυνο η νομισματική πολιτική να έχει τόσο μεγάλο βάρος στην διαχείριση της τρέχουσας κρίσης και άρα απαιτείται μία σοβαρή συζήτηση για τη δημοσιονομική πολιτική.
Τόνισε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έχει καταθέσει πρόταση στο δημόσιο διάλογο που περιλαμβάνει την εξαίρεση κάποιων επενδύσεων από τον κανόνα των ελλειμάτων και τη θέσπιση οικονομικο-κοινωνικών κριτηρίων για να μην γίνεται αναπροσαρμογή μέσω περιορισμού των κοινωνικών δαπανών, στις πλάτες, δηλαδή, των φτωχών.
Η παρούσα κυβέρνηση φαίνεται να έχει μια «μη επιστημονική» θεωρία για τα πάντα. Και δεν είναι επιστημονική γιατί δεν είναι διαψεύσιμη. Γιατί η κυβέρνηση δεν αλλάζει την πολιτική της όποια και να είναι τα δεδομένα που διαμορφώνονται, όσο και αν διαψεύδεται από την πραγματικότητα. Και αναφέρθηκε στα ακόλουθα παραδείγματα:
Όλοι συζητάνε για την κλιματική κρίση και η κυβέρνηση φέρνει νομοσχέδιο που επιτρέπει σε ξενοδοχειακές μονάδες να χτίσουν 30 μέτρα από τον αιγιαλό, διατηρώντας το ίδιο παραγωγικό μοντέλο.
Όλοι συζητάνε για το διαζύγιο που παρατηρείται στις ανεπτυγμένες χώρες ανάμεσα στην αύξηση της παραγωγικότητας και την αύξηση των μισθών, σε απόλυτη αντίθεση με ότι προβλέπει το νεοφιλελεύθερο μοντέλο, και η κυβέρνηση συνεχίζει την ίδια πολιτική σαν να μην συμβαίνει τίποτα, με επισφαλείς εργαζόμενους και απελευθέρωση της αγοράς εργασίας.
Όλοι αναγνωρίζουμε ότι όταν ήρθε η πανδημία, όπου υπήρχε ισχυρό δημόσιο σύστημα υγείας είχαμε καλά αποτελέσματα και όπου δεν υπήρχε είχαμε τα χειρότερα αποτελέσματα. Και η κυβέρνηση ενίσχυσε την ιδιωτική υγεία.
Έχουμε την τραγωδία στα Τέμπη. Και ποιο το συμπέρασμα της ΝΔ ; Ότι φταίει το κράτος. Όχι το κράτος που κάνει απευθείας αναθέσεις, προσλαμβάνει με μπλοκάκια κλπ. Φταίνε οι συνδικαλιστές παρόλο που είναι οι μόνοι που προειδοποίησαν.
Έχετε αποτύχει
Έχετε αποτύχει και για αυτό πρέπει να έρθει μια κυβέρνηση που θα έχει γνώμονα το δημόσιο συμφέρον. Το πρόβλημα με το δημόσιο είναι ότι οι κυβερνήσεις της ΝΔ διαχρονικά δεν του επέτρεψαν να είναι αρκετά δημόσιο. Στόχος ήταν η εξυπηρέτηση ιδιωτικών συμφερόντων.
Κάνουμε μια έκκληση στον κόσμο και ιδιαίτερα στους νέους και στις νέες να μην τσιμπάνε ότι είναι όλοι ίδιοι. Γιατί δεν είμαστε ίδιοι. Και για μας το δημόσιο συμφέρον είναι απόλυτη προτεραιότητα.