Αφού συγκρούστηκε με τον Τύπο για κάθε επικριτικό σχόλιο, με την επιστημονική κοινότητα αλλά και την κοινή λογική για την κλιματική αλλαγή και κάθε δημοκράτη συμπατριώτη του με τους “εξαιρετικούς ανθρώπους” που ανακάλυψε ανάμεσα στους νεοναζί της Σάρλοτσβιλ, ο Ντόναλντ Τραμπ βρήκε τον επόμενο αντίπαλο: τους αθλητές του αμερικανικού ποδοσφαίρου.
Αυτό το ασυνήθιστα βίαιο άθλημα, που δεν έχει καμία σχέση με αυτό που αποκαλείται ποδόσφαιρο στον υπόλοιπο κόσμο, αποτελεί ένα από τα βασικά σύμβολα της εθνικής ενότητας στις ΗΠΑ. Τα στάδια είναι τεράστια και το εισιτήριο σχετικά χαμηλό επιτρέποντάς του να παραμείνει ένα αυθεντικά λαϊκό σπορ. Με μια μικρή ιδιομορφία: οι παίκτες είναι στην πλειονότητά τους μαύροι και οι θεατές σχεδόν αποκλειστικά λευκοί.
Η πατριωτική αυτή γιορτή δέχτηκε όμως ένα σοβαρό πλήγμα τον περσινό Αύγουστο, όταν ο παίκτης του Σαν Φρανσίσκο Κόλιν Κάπερνικ έκανε κάτι πρωτοφανές. Αρνήθηκε να σταθεί προσοχή κατά την ανάκρουση του εθνικού ύμνου στην αρχή ενός αγώνα. “Δεν πρόκειται να δείξω σεβασμό στη σημαία μιας χώρας που καταπιέζει τους μαύρους και τις άλλες μειονότητες” εξήγησε αργότερα.
Και υπενθύμισε το αυτονόητο: “Υπάρχουν πράγματα πιο σοβαρά από το ποδόσφαιρο. Υπάρχουν πτώματα στους δρόμους και άνθρωποι που πληρώνονται και δεν καταδικάζονται ποτέ για τους φόνους”. Δεν χρειαζόταν να είναι κανείς ιδιαίτερα ευαισθητοποιημένος για να αντιληφθεί σε τι αναφερόταν.
Αναφερόταν στη διαρκή κλιμάκωση της αστυνομικής βίας στις ΗΠΑ τα τελευταία χρόνια. Πολύ δύσκολα συμπληρώνεται ένας μήνας χωρίς κάποιος ακόμη άοπλος μαύρος ή ισπανόφωνος να πέσει νεκρός από τα πυρά αστυνομικών στη διάρκεια κάποιου τυχαίου ελέγχου. Εξίσου συχνές είναι και οι προκλητικές απαλλαγές των θυτών αλλά και οι οργισμένες διαδηλώσεις διαμαρτυρίας με βασικό οργανωτή το κίνημα Black Lives Matter (Οι ζωές των μαύρων μετράνε).
“Απολύεστε!”
Απαρατήρητη όμως δεν πέρασε ούτε η διαμαρτυρία του Κάπερνικ που τους επόμενους μήνες βρήκε αρκετούς μιμητές. Έτσι ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ βρήκε την ευκαιρία όχι μόνο για έναν πρώτης τάξης αντιπερισπασμό για την ανεπαρκή έως ανύπαρκτη στήριξη στους πλημμυροπαθείς στο Τέξας, τη Φλόριντα και το Πουέρτο Ρίκο, αλλά και έναν ακόμη τρόπο να συσπειρώσει την όλο και πιο μουδιασμένη, σύμφωνα με τις τελευταίες μετρήσεις, εκλογική του βάση. Και θα έπαιζε στο δικό του «γήπεδο».
“Δεν θα θέλατε να δείτε τους ιδιοκτήτες των ομάδων να λένε όταν κάποιος δείχνει ασέβεια προς τη σημαία μας ‘Πέτα έξω από το γήπεδο αυτόν τον πουτάνας γιο’. Έξω! Απολύεσαι! Απολύεσαι!”* κραύγασε σε ομιλία του στην Αλαμπάμα. Και φυσικά δεν αναφερόταν στον Κάπερνικ, που ένα χρόνο μετά παραμένει στη “μαύρη λίστα” και αδυνατεί να βρει δουλειά, αλλά σε εκείνους που επέλεξαν να ακολουθήσουν το παράδειγμά του.
Κανείς όμως δεν περίμενε αυτό που θα επακολουθούσε. Οι μόλις έξι ποδοσφαιριστές που μέχρι τότε γονάτιζαν στη διάρκεια της ανάκρουσης του εθνικού ύμνου έγιναν ξαφνικά, την προηγούμενη Κυριακή, εκατοντάδες. Εκείνοι που δεν γονάτισαν ή παρέμειναν ακίνητοι με τα χέρια σταυρωμένα στο στήθος δεν βγήκαν καν από τα αποδυτήρια ενώ ακουγόταν ο εθνικός ύμνος.
Η αντίδραση ήταν τόσο μαζική ώστε ακόμη και οι λευκοί ιδιοκτήτες των ομάδων στις οποίες παίζουν οι μαύροι παίκτες να πανικοβληθούν. Ο Ρόμπερτ Κραφτ, αφεντικό των New England Patriots και ένας από τους χρηματοδότες της προεκλογικής εκστρατείας του Τραμπ, προσπάθησε να συμμαζέψει κάπως τα πράγματα δηλώνοντας “βαθιά απογοητευμένος από τα σχόλια του Προέδρου”.
Πενήντα χρόνια πολιτικής διαμαρτυρίας στα γήπεδα
Ωστόσο δεν είχαν όλες οι διαμαρτυρίες στους αγωνιστικούς χώρους στο επίκεντρό τους τις φυλετικές διακρίσεις. Στις αρχές του 2004 ο άσος της ομάδας του Τορόντο Κάρλος Ντελγκάντο παρέμεινε καθιστός όχι στη διάρκεια της ανάκρουσης του αμερικανικού εθνικού ύμνου, αλλά ενώ ακουγόταν το “πατριωτικά ισοδύναμο” “God Bless America”.
Λίγο αργότερα εξήγησε τον λόγο: “Είναι πραγματικά τρομερό αυτό που συνέβη την 11η Σεπτεμβρίου. Αλλά είναι επίσης τρομερό και αυτό που συμβαίνει στο Αφγανιστάν και το Ιράκ… Πιστεύω ότι είναι ο πιο ανόητος πόλεμος που υπήρξε ποτέ” τόνισε. Σε όλη τη διάρκεια της σεζόν συνέχισε τη διαμαρτυρία του αψηφώντας τις αποδοκιμασίες του πλήθους.
Η πιο εμβληματική διαμαρτυρία σε αθλητική διοργάνωση παραμένει όμως αναμφίβολα εκείνη που πραγματοποίησαν οι Αμερικανοί δρομείς Τόμι Σμιθ και Τζον Κάρλος στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Μεξικού το 1968. Το κίνημα για τα πολιτικά δικαιώματα στις ΗΠΑ βρισκόταν τότε, το απόγειό του και οι δύο μαύροι αθλητές σόκαραν την αμερικανική κοινή γνώμη όταν στη διάρκεια της απονομής των μεταλλείων τους, ενώ βρίσκονταν στο βάθρο, επέλεξαν τον χαιρετισμό της οργάνωσης Μαύροι Πάνθηρες για να καταγγείλουν τις φυλετικές διακρίσεις στις ΗΠΑ. Αποβλήθηκαν αμέσως από τους αγώνες και λίγο αργότερα και από τους αμερικανικούς στίβους.
Οι περισσότεροι αθλητές δεν κουράζονται να επαναλαμβάνουν τη βολική άποψη ότι “η πολιτική πρέπει να μένει εκτός γηπέδων”. Ο Μοχάμεντ Άλι ήταν από εκείνους που δεν το πίστεψαν ποτέ. Το 1967 ήταν ήδη παγκόσμιος πρωταθλητής του μποξ, χρυσοπληρωμένος και ίνδαλμα για εκατομμύρια νέους Αμερικανούς. Μπορεί να φανταστεί επομένως κανείς τι αντίκτυπο είχε η άρνησή του να συμμετάσχει στον πόλεμο του Βιετνάμ.
Νοκ αούτ στον πόλεμο
Το πιθανότερο ήταν ότι ο διάσημος μποξέρ θα έμενε μακριά από τα πεδία της μάχης διασκεδάζοντας τα στρατεύματα με μερικούς αγώνες. Και έπειτα από αρκετές προπαγανδιστικές φωτογραφίες θα επέστρεφε στη χώρα του δαφνοστεφανωμένος έχοντας πράξει το πατριωτικό του καθήκον. Αρνήθηκε όμως να το κάνει. Και, όσο και αν τα αμερικανικά ΜΜΕ επικαλούνται ακόμη και σήμερα ως βασικό λόγο τον προσηλυτισμό του στο Ισλάμ, η ενέργειά του είχε βαθιά πολιτικές ρίζες.
Η δήλωση που έκανε τότε για να δικαιολογήσει την πράξη του ακούγεται ακόμη και σήμερα συγκλονιστική. “Γιατί να μου ζητούν να φορέσω στολή και να πάω 10.000 μίλια μακριά για να ρίχνω βόμβες και σφαίρες σε σκούρους ανθρώπους στο Βιετνάμ την ώρα που οι αποκαλούμενοι νέγροι στο Λούιζβιλ αντιμετωπίζονται σαν σκυλιά χωρίς να έχουν τα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα; Όχι, δεν θα πάω 10.000 μίλια μακριά για να κάψω μια φτωχή χώρα και να συνεχίσω την κυριαρχία των λευκών δουλεμπόρων στους μαύρους του κόσμου. Ήλθε η μέρα τα δεινά αυτά να τελειώσουν.
Μου έχουν πει ότι, αν αντισταθώ, θα χάσω εκατομμύρια δολάρια. Το έχω πει και θα το ξαναπώ. Ο πραγματικός εχθρός του λαού μου βρίσκεται εδώ. Δεν θα ντροπιάσω τη θρησκεία μου, τον λαό μου ή τον εαυτό μου με το να γίνω όργανο για να σκλαβωθούν εκείνοι που αγωνίζονται για τη δική τους δικαιοσύνη, ελευθερία και ισότητα. Αν πίστευα ότι ο πόλεμος θα έφερνε ελευθερία και ισότητα στα 22 εκατομμύρια του λαού μου, τότε θα κατατασσόμουν αύριο. Δεν έχω τίποτε να χάσω αν υπερασπιστώ τις ιδέες μου. Και τι θα γίνει αν πάω φυλακή; Είμαστε στη φυλακή εδώ και 400 χρόνια”.
Από τα γκέτο στη Μέση Ανατολή
Ίσως τελικά τα λόγια του Μοχάμεντ Άλι να αποτελούν το κλειδί για να κατανοήσει κανείς τη σημασία της διαμαρτυρίας των μαύρων παικτών που εκδηλώνεται σήμερα στα αμερικανικά γήπεδα. Δεν είναι μόνο ότι μισό αιώνα μετά οι μαύροι έχουν πέντε φορές περισσότερες πιθανότητες από ό,τι οι λευκοί να σκοτωθούν από κάποιον αστυνομικό, όπως χαρακτηριστικά σημειώνει η “Washington Post”.
Ούτε είναι τυχαίο ότι η κυβέρνηση Τραμπ έσπευσε να παρουσιάσει τη διαμαρτυρία ως ένδειξη ασέβειας για τις ένοπλες δυνάμεις της χώρας. Μπορεί πολλοί παίκτες να μην βλέπουν τη σχέση ανάμεσα στις “ανθρωποκτονίες εξ αμελείας” στα γκέτο των αμερικανικών πόλεων και τις “παράπλευρες απώλειες” σε κάθε άκρο της Μέσης Ανατολής.
Ο Λευκός Οίκος και οι εκατομμυριούχοι που τη στηρίζουν γνωρίζουν πώς παίζεται το παιχνίδι. Γι’ αυτό και η διαμαρτυρία των μαύρων ποδοσφαιριστών προκάλεσε τόση αναστάτωση σε μια στιγμή που ο Πρόεδρος Τραμπ καταβάλλει έντονες προσπάθειες, με αφορμή την κορεατική κρίση, να φέρει σε πρώτο πλάνο τον σοβινισμό και τον μιλιταρισμό.
Γι’ αυτό και τις δηλώσεις Τραμπ έσπευσε να υπερασπιστεί ακόμη και ο υπουργός Οικονομικών Στίβεν Μνούτσιν, που συνήθως μένει απερίσπαστος στην εξυπηρέτηση των συμφερόντων της Γουόλ Στριτ από την οποία άλλωστε και ο ίδιος προέρχεται. Σε αυτή την περίπτωση όμως ήξερε ότι διακυβεύεται κάτι πολύ πιο σοβαρό από το ποδόσφαιρο και μερικούς νεκρούς “νέγρους”.
“Μπορούν να υπερασπιστούν τα συνταγματικά τους δικαιώματα εκτός γηπέδων” δήλωσε σε συνέντευξή του. “Αυτό που κάνουν είναι μια δουλειά. Όλα αυτά δεν έχουν σχέση με τη δημοκρατία. Έχει να κάνει με τον σεβασμό προς τον στρατό” τόνισε. Και ο Μοχάμεντ Άλι μπορεί να μην ήταν εκεί για να απαντήσει αλλά κάποιοι άλλοι το έκαναν με το ίδιο θάρρος. “Το να βρεθείς στον Λευκό Οίκο ήταν μεγάλη τιμή, μέχρι που εμφανίστηκες εσύ” έγραψε για τον Αμερικανό Πρόεδρο ο αστέρας του ΝΒΑ Λεμπρόν Τζέιμς.
Μιχάλης Τρίκκας
Πηγή: Η Αυγή
*Σλόγκαν που χρησιμοποιούσε στο ριάλιτι σόου που έπαιζε και έκανε το αφεντικό που “απέλυε” κάθε εβδομάδα από έναν παίκτη που έκανε τον υπάλληλό του