Macro

Ένας πόλεμος που δεν κηρύχθηκε ποτέ, μια εκεχειρία πολύ εύθραυστη

Συνέντευξη με τον δημοσιογράφο Κώστα Ράπτη και τον καθηγητή Διεθνών Σχέσεων στη Μέση Ανατολή και τη Μεσόγειο Σωτήρη Ρούσσο
 
Βρισκόμαστε σε μια φάση εκεχειρίας από τον «πόλεμο των 12 ημερών», όπως τον χαρακτήρισε ο αμερικανός πρόεδρος Ντ. Τραμπ, μεταξύ του Ισραήλ και του Ιράν. Πόσο εύθραυστη είναι αυτή; Έχει αποφευχθεί η κλιμάκωση;
 
Σωτήρης Ρούσσος: Είναι ένας πόλεμος που δεν κηρύχθηκε ποτέ. Τις τελευταίες δύο δεκαετίες έχουμε μια δυσδιάκριτη γραμμή μεταξύ πολέμου και ειρήνης. Ουσιαστικά δεν έχουμε ποτέ την έννοια του πολέμου, η οποία θέτει και άλλα ζητήματα, αλλά διάφορες συγκρούσεις (conflicts) ή επιχειρήσεις (operations). Έτσι, η εκεχειρία είναι πολύ εύθραυστη, για δύο λόγους: Ο πρώτος είναι διότι το Ισραήλ θεωρεί ότι είναι η καλύτερη ευκαιρία για να τελειώσουν με το καθεστώς του Ιράν. Ο δεύτερος είναι ότι ο Τραμπ είναι απρόβλεπτος. Από την πλευρά του Ιράν έχουν την αντίληψη του «ας επιβιώσουμε τώρα και μπορεί να βρεθούμε σε πιο ευνοϊκή στιγμή για να κάνουμε όσα θέλουμε». Επομένως και από εκεί θα υπάρξει μια σχετική υπομονή. Από την άλλη, το Ισραήλ δεν είναι πια το απόρθητο κάστρο, διότι δέχτηκε πλήγματα, ενώ το στρατηγικό δόγμα του άξονα της αντίστασης για το Ιράν κατέρρευσε, από τη στιγμή που αναγκάστηκε να δώσει μάχη μέσα στο έδαφός του, την οποία έχασε και επομένως θα υπάρξουν ανακατατάξεις εντός του ιρανικού κράτους.
 
Κώστας Ράπτης: Σε ό,τι αφορά το Ισραήλ θα στεκόμουν στο γεγονός ότι ο λαός ένιωσε ένα σοκ εφάμιλλο της 7ης Οκτωβρίου. Ως προς το Ιράν θα έβλεπα ένα πλεονέκτημα για το καθεστώς, με την έννοια ότι κοινωνικά στρώματα, τα οποία προσέβλεπαν στο άνοιγμα προς τη Δύση έχουν υποστεί μια οδυνηρή αφύπνιση, και επομένως –βραχυπρόθεσμα τουλάχιστον– υπάρχει μια συσπείρωση γύρω από τη σημαία. Θα μπορούσα πολύ σχηματικά να πω ότι το Ισραήλ χάνει όσο δεν κερδίζει και το Ιράν κερδίζει όσο δεν χάνει.
 
Και οι τρεις κυβερνήσεις του Ισραήλ, του Ιράν και των ΗΠΑ προσπαθούν να εμφανιστούν ως νικητές αυτής της σύγκρουσης. Είναι έτσι;
 
Κ.Ρ.: Ο καθένας έχει κάτι να επικαλείται. Σε ό,τι αφορά τις ΗΠΑ, θα έλεγα, ότι έχουμε μπει πολύ βαθιά στην επικράτεια του μεταμοντέρνου. Το παιχνίδι του Τραμπ τις τελευταίες ημέρες ήταν το «στρίβειν δια της πλειοδοσίας». Προσπάθησε να διώξει από πάνω του την πίεση για μια γενικευμένη εμπλοκή με το Ιράν, σκηνοθετώντας τα πλήγματα στους τρεις πυρηνικούς σταθμούς –τα οποία τα χαρακτηρίζει καταστροφικά, όποια και αν είναι η αντικειμενική αποτίμησή τους– ώστε να μην προκύπτει άμεσα η ανάγκη μιας νέας εμπλοκής. Το Ιράν επιβεβαιώθηκε ως περισσότερο ορθολογικός και πραγματιστής παίκτης, από όσο το θέλει η προπαγάνδα. Και αυτό φάνηκε στο πώς –με πολύ τραμπικό τρόπο– η ιρανική πλευρά «σκηνοθέτησε» τη δική της ανταπόδοση στο Κατάρ.
 
Σ.Ρ.: Αν δεν υπάρχει μια καταφανής ήττα, δηλαδή αν δεν καταστραφούν οι στρατιωτικές σου δυνάμεις ή δεν εισβάλλει κάποιος στη χώρα σου, είναι εύκολο να πεις ότι νίκησες. Από εκεί και πέρα, οι τρεις νικητές μού δημιουργούν μεγαλύτερη ανασφάλεια από ότι αν είχα έναν ηττημένο. Αυτό σημαίνει ότι μπορεί οποιοσδήποτε από αυτούς να ξαναξεκινήσει τον πόλεμο. Αυτοί που θα έχουν λιγότερους λόγους να το κάνουν είναι βεβαίως οι ΗΠΑ και το Ιράν. Το Ιράν πράγματι είναι ένας παίκτης status quo. Μην ξεχνάμε ότι διαπραγματεύτηκε και προσχώρησε σε μια συμφωνία για τα πυρηνικά. Και γι’ αυτό δεν φοβάμαι ότι θα κάνει κάτι που θα ανατρέψει την εκεχειρία. Από την άλλη, ο Τραμπ δεν θέλει σε καμία περίπτωση δεν θέλει να εμπλακεί σε ένα εικοσαπλάσιο, με την έννοια των προβλημάτων που θα δημιουργήσει, Ιράκ. Αυτό που με φοβίζει είναι ότι το Ισραήλ, με την αίσθηση της νίκης που έχει, μπορεί να πει να τελειώσει την παρτίδα.
 
Μήπως ήταν ένα στρατηγικό λάθος του Ισραήλ η επίθεση στο Ιράν, ενώ συντελεί γενοκτονία στη Γάζα και έχει καταφέρει να έχει είτε δια της σιωπής είτε ρητά τη στήριξη πολλών δυνάμεων; Να σημειώσω δε ότι η επίθεση έγινε τις μέρες που εξελισσόταν η Παγκόσμια Πορεία και τα βλέμματα των λαών ήταν στραμμένα στην Παλαιστίνη;
 
Κ.Ρ.: Το Ισραήλ ενσαρκώνει μια λογική εξαίρεσης. Σε αυτή τη φάση βρίσκεται σε μια ξέφρενη φυγή προς τα εμπρός, και δεν νομίζω ότι έχει άλλη επιλογή. Η πηγή των προβλημάτων παραμένει εκεί, παρά το μέγεθος της καταστροφής η Γάζα δεν έχει καταληφθεί, δεν έχει πάψει να πολεμάει, η εθνοκάθαρση δεν έχει συντελεστεί. Επομένως, το Ισραήλ απλώνει τη σύγκρουση σε μια ολοένα και μεγαλύτερη γεωγραφική ακτίνα. Προφανώς ενθαρρύνθηκε πάρα πολύ από τον αποκεφαλισμό της Χεζμπολά και από την πτώση του καθεστώτος Άσαντ, θεωρώντας ότι άνοιξε το παράθυρο ευκαιρίας για κάτι που επιδιώκει αρκετές δεκαετίες τώρα.
 
Σ.Ρ.: Δεν το θεωρώ στρατηγικό λάθος. Υπάρχει ένα ευφυολόγημα που αποδίδεται στους αναρχικούς «από ήττα σε ήττα, μέχρι την τελική νίκη». Στην περίπτωση του Ισραήλ θα λέγαμε ότι αρμόζει το «από νίκη σε νίκη, μέχρι την τελική ήττα». Βλέπουμε ότι οι προκλήσεις που έχει το Ισραήλ να αντιμετωπίσει γίνονται όλο και μεγαλύτερες και δεν είναι πιθανό ότι πάντοτε θα μπορεί να τις επιλύει. Τώρα θεώρησε το Ισραήλ ότι είχε μια ευκαιρία μπροστά του –και ήταν από στρατιωτική και πολιτική πλευρά– και αυτό γιατί δεν έχει αντίληψη ενσωμάτωσης στην περιοχή, δεν θεωρεί δηλαδή ότι πρέπει να γίνει μέρος της, και γι’ αυτό δεν ενδιαφέρεται για επίλυση του παλαιστινιακού.
 
Κ.Ρ.: Αυτό φαίνεται και στην επιλογή λεξιλογίου. Οι ισραηλινοί ιθύνοντες δεν μιλούν ποτέ για ειρήνη, μιλούν για ηρεμία. Η ειρήνη είναι μια μόνιμη διευθέτηση. Η ηρεμία είναι απλώς η απουσία αντίστασης από τον αντίπαλο. Στα όσα είπε ο Σωτήρης να προσθέσω και την όχι τόσο εμφανή οικονομική και δημογραφική αιμορραγία του Ισραήλ, τα τελευταία τρία χρόνια.
 
Επομένως ποια θα είναι η Μέση Ανατολή που θα αναδυθεί μέσα από αυτή τη σύγκρουση;
 
Κ.Ρ.: Για να αναδυθεί, θα πρέπει να τερματιστεί η σύγκρουση, να έχουμε μια ορισμένη έκβαση. Επειδή ο Τραμπ τη βάφτισε «πόλεμο 12 ημερών», δεν σημαίνει ότι έχει τερματιστεί.
 
Σ.Ρ.: Τρία πράγματα δεν θα είναι ίδια μετά τον πόλεμο. Το πρώτο είναι ο ρόλος των ένοπλων μη κρατικών δρώντων που είχαμε συνηθίσει να συνδέουμε με το Ιράν, της Χεζμπολά, της Χαμάς και των Χούθι. Νομίζω ότι οι οργανώσεις αυτές θα ακολουθήσουν μια αυτόνομη πορεία. Θεωρώ ότι η Χεζμπολά θα αποστρατιωτικοποιηθεί και πιθανά να μετεξελιχθεί σε ένα πολιτικό, συντηρητικό κόμμα, με κοσμικούς και θρησκευόμενους. Αντίστοιχα και οι Χούθι θα επικεντρωθούν στο να παγιώσουν την κρατική τους οντότητα. Η Χαμάς δεν γνωρίζουμε σε τι κατάσταση είναι. Οι οργανώσεις που συγκροτούσαν αυτό που λέγαμε Άξονα Αντίστασης δεν θα χαθούν ούτε θα διαλυθούν, αλλά θα αλλάξουν χαρακτήρα και βασικούς στρατηγικούς στόχους. Και αυτό θα αλλάξει τη Μέση Ανατολή. Το δεύτερο που παρατηρώ είναι ότι θα υπάρξει μια μεγαλύτερη προσπάθεια συνεννόησης μεταξύ των αραβικών χωρών και του Ιράν. Το Ισραήλ αναδεικνύεται ανεξέλεγκτο και φοβίζει πολύ τους Αιγύπτιους, τους Σαουδάραβες και τους Εμιρατινούς. Το τρίτο στοιχείο που νομίζω ότι θα αλλάξει είναι σαφώς η θέση της Τουρκίας. Θα κληθεί να παίξει σημαντικό ρόλο στην περιοχή και θα δούμε πώς θα παίξει αυτό το χαρτί στο τρίγωνο Τουρκίας-Σαουδικής Αραβίας-Αιγύπτου που θέλει να δημιουργήσει ως χώρο συνεννόησης για τη Μέση Ανατολή.
 
Κ.Ρ.: Θα έβλεπες επιπτώσεις ως προς το καθεστώς μη διάδοσης πυρηνικών όπλων;
 
Σ.Ρ.: Θα έλεγα ότι, όχι με την έννοια ότι θα γίνει κάτι σε θεσμικό επίπεδο, κάθε ένας που θέλει να αποκτήσει πυρηνικό όπλο θα πιστεύει ότι είναι καλύτερη λύση να προχωρήσει χωρίς διαπραγμάτευση εκτός της Συνθήκης, παρά να μπει στη διαδικασία που μπήκε το Ιράν. Αν κάποια χώρα, δηλαδή, αποφασίσει να αποκτήσει πυρηνικό όπλο θα το κάνει με κορεατικούς όρους και όχι με ιρανικούς. Αυτό με βάζει και σε μια βαθιά αμφισβήτηση για αν το Ιράν ήθελε να αποκτήσει πυρηνικό όπλο. Γιατί να εμπλακεί σε όλες αυτές τις συζητήσεις;
 
Κ.Ρ.: Γιατί να κάθεται είκοσι χρόνια στο κατώφλι;
 
Σ.Ρ.: Ακριβώς, δεν υπήρχε κανένας λόγος. Επειδή δεν έχω τους Ιρανούς για αφελείς μπαίνει σε αμφισβήτηση αν ήθελαν να κάνουν πυρηνικό όπλο ή ήθελαν να κάνουν αποτροπή.
 
Κ.Ρ.: Να λάβουμε υπόψη ότι είχαν, από την άποψη της ασφάλειας, τη δυνατότητα να ανταποκριθούν σε έναν συμβατικό πόλεμο. Γι’ αυτό βλέπαμε το παράδοξο να αναμετριούνται δύο χώρες που απέχουν 1.700 χιλιόμετρα και οι χερσαίες δυνάμεις τους δεν έρχονται σε επαφή. Έχει σημασία να δούμε εδώ την ειδική σχέση Αμερικής με Ισραήλ και το μέλλον αυτής. Βρίσκω πολύ ενδιαφέρουσα την ακροβασία του Τραμπ τις τελευταίες ημέρες ανάμεσα στον λαό του MAGA και τους φιλοϊσραηλινούς χρηματοδότες του. Εδώ και λίγα χρόνια δεν υπάρχει αυτή η αυτόματη διακομματική συναίνεση στα θέματα του Ισραήλ, η βάση των Δημοκρατικών διαφοροποιείται και τώρα βλέπω ρωγμές και στη συντηρητική πτέρυγα του φάσματος. Αυτό στο μέλλον ίσως ανοίξει την όρεξη στους νουνεχέστερους από τους ισραηλινούς ιθύνοντες να αναζητήσουν ερείσματα και σε άλλες δυνάμεις.
 
Σ.Ρ.: Πιστεύω ότι η σχέση του Ισραήλ με τις ΗΠΑ βρίσκεται σε μια δύσκολη κατάσταση. Σε έρευνες κοινής γνώμης καταγράφεται μια αυξανόμενη δυσπιστία κοινού ως προς το αν είναι σωστό να υποστηρίζεται πάντα το Ισραήλ και να θεωρείται ότι έχει πάντα δίκιο. Ένα άλλο στοιχείο είναι ότι ένα μεγάλο μέρος της εβραϊκής διανόησης στις ΗΠΑ δεν μπορεί να δει τον εαυτό του στη σχέση με ένα Ισραήλ του Νετανιάχου. Τώρα υπάρχει σοβαρό πρόβλημα, και το βλέπουμε και στον λόγο ακόμα και αυτών που δεν αμφισβητούσαν τη σχέση με το Ισραήλ. Ένα τρίτο στοιχείο είναι ότι ο εναλλακτικός πόλος, είτε οι BRICS ως σώμα είτε μεμονωμένες χώρες όπως η Ρωσία, η Κίνα, η Ινδία, στη σύγκρουση με το Ιράν δεν έδειξε μια στρατηγική συνοχή και επομένως εκλείπει.
 
Την Τετάρτη και την Πέμπτη διεξήχθη μια κρίσιμη Σύνοδος του ΝΑΤΟ για την αύξηση των αμυντικών δαπανών στο 5%. Μάλιστα, αυτή η συζήτηση γίνεται ενώ τρέχει το ReArm Europe της ΕΕ, το οποίο εξοπλίζει την Ευρώπη με τεράστιες επενδύσεις στην πολεμική βιομηχανία. Ποιες οι κύριες παρατηρήσεις για την ατζέντα αυτή σε μια τόσο κρίσιμη γεωπολιτικά περίοδο;
 
Κ.Ρ.: Δεν μπορώ να διακρίνω έδαφος για σημαντική ευρωπαϊκή διαφοροποίηση. Βρήκα εντυπωσιακό των τρόπο με τον οποίο οι Ευρωπαίοι αυτοακυρώθηκαν, μόλις ξεκίνησε ο πόλεμος των 12 ημερών. Αναίρεσαν τον μεσολαβητικό ρόλο που είχαν στο ζήτημα του ιρανικού πυρηνικού φακέλου εδώ και είκοσι χρόνια, και έσπευσαν να κάνουν λόγο για δικαίωμα του Ισραήλ στην αυτοάμυνα, όταν είχαν μια σαφή επιθετική ενέργεια. Αρχίζω να πιστεύω ότι οι υλικές ερμηνείες δεν βοηθούν και μάλλον θα πρέπει να αναδειχθεί ο ρόλος της ιδεολογίας και ο εγκλωβισμός των ευρωπαϊκών ηγεσιών στις ιδεολογικές τους παραστάσεις.
 
Σ.Ρ.: Διάβαζα μια σχηματική πλην όμως βοηθητική ανάλυση, ότι διάφοροι τομείς της οικονομίας θρέφονται από κρίσεις για να κάνουν υπερκέρδη. Επισήμανε ότι με την οικονομική κρίση ενισχύθηκε το τραπεζικό σύστημα, με την κρίση του κορονοϊού αντίστοιχα ωφελήθηκαν οι φαρμακευτικές εταιρείες και με το ουκρανικό οδηγηθήκαμε στη μεγάλη ανάπτυξη του στρατιωτικού, βιομηχανικού συμπλέγματος. Έχω την αίσθηση ότι οι ηγέτες της ΕΕ είναι υπάλληλοι πολιτικών, οι οποίες υπαγορεύονται από τις αμυντικές βιομηχανίες. Όσο και να αυξηθεί το ποσοστό αμυντικών δαπανών για τις χώρες του ΝΑΤΟ, τα κονδύλια αυτά θα πάνε κυρίως σε αμερικανικές εταιρείες, που είναι οι μόνες που μπορούν να καλύψουν μια τέτοιου μεγέθους παραγγελία. Ξανά, μιλάμε και πάλι για μια υποτακτική σχέση της ΕΕ προς την Αμερική. Άλλωστε το μήνυμα του γγ του ΝΑΤΟ, Μαρκ Ρούτε, προς τον Τραμπ, που μεταξύ άλλων έγραφε «Ντόναλντ, μας οδήγησες σε μια πραγματικά πολύ σημαντική στιγμή για την Αμερική και την Ευρώπη, και τον κόσμο» απεικονίζει την αληθινή σχέση μεταξύ ευρωπαϊκών κρατών και των ΗΠΑ.
 
Η δέσμευση υπέρογκων κονδυλίων για την πολεμική βιομηχανία δεν αλλάζει τελείως και το πώς ασκείται πολιτική; Ο πόλεμος πια είναι ένας παράγοντας διαμόρφωσης πολιτικών και η ειρήνη στο περιθώριο.
 
Σ.Ρ.: Επαναλαμβάνω, δεν υπάρχει πόλεμος, έχει απονομιμοποιηθεί. Υπάρχουν συγκρούσεις και επιχειρήσεις, με τις πρώτες να είναι φυσιολογικές και τις δεύτερες να είναι κάτι καλό. Είπε ο Εμ. Μακρόν ότι δεν υπάρχει νομικό πλαίσιο (επομένως δεν είναι πόλεμος) που να καλύπτει την επίθεση του Ισραήλ και των ΗΠΑ στο Ιράν, όμως επικρότησε τους σκοπούς αυτής της πράξης. Άρα θα έχουμε πολλές συγκρούσεις και πολλές επιχειρήσεις. Αυτές οι χώρες που λένε ότι δεν έχουμε πόλεμο και επομένως ότι έχουμε συνέχεια ειρήνη έχουν την πεποίθηση ότι ο πόλεμος δεν θα γυρίσει ποτέ στο έδαφός τους. Ότι δεν θα φτάσει ποτέ στο Παρίσι ή το Βερολίνο.
 
Κ.Ρ.: Καλόμαθαν από τον ουκρανικό πόλεμο. Βέβαια, με την αποθέωση του μεταμοντέρνου σε αυτό το τοπίο δεν ξέρεις εν τέλει και ποιος είναι ο επιδιωκόμενος στόχος, που αποτελεί και το μέτρο της αποτίμησης της επιτυχίας ή μη των επιχειρήσεων.
 
Σ.Ρ.: Γι’ αυτό και οι πόλεμοι, από τη στιγμή που είναι επιχειρήσεις και συγκρούσεις δεν έχουν τέλος.
 
Η θέση της Ελλάδας ποια είναι σε αυτό το περιβάλλον που περιγράφετε; Είναι μη μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΝΑΤΟ, έχει επιλέξει να παίξει τον ρόλο του υπερασπιστή του Ισραήλ, θέλει να προτάξει τη διπλωματική οδό έχοντας περιορισμένη πρόσβαση στις χώρες αυτές και παράλληλα ανακοινώνει πως θα στείλει πλοία του πολεμικού ναυτικού στα χωρικά ύδατα της Λιβύης να αποτρέψει νέα προσφυγικά κύματα. Πώς χαρακτηρίζετε την εξωτερική της πολιτική;
 
Κ.Ρ.: Είναι αυτή που αντιστοιχεί σε μια χώρα μειωμένης κυριαρχίας. Δεκαπέντε χρόνια τώρα έχουμε σταδιακή απώλεια βαθμών κυριαρχίας.
 
Σ.Ρ.: Η Ελλάδα λειτουργεί με την εξής άποψη: λαγός στη φτέρη έσειε, κακό της κεφαλής του. Ότι δηλαδή δεν πρέπει να κινούμαστε πέρα από την ομπρέλα των Αμερικάνων, με τους οποίους είναι σαφές ότι δεν έχουν σχέση. Φαίνεται και από την τεράστια καθυστέρηση στην επιλογή του πρέσβη μας στην Ουάσιγκτον. Εν πάσει περιπτώσει, θεωρούν ότι όσο καθόμαστε ήσυχοι κάτω από την ομπρέλα του Τραμπ και του Νετανιάχου, θα λύνονται τα προβλήματά μας. Μία χώρα η οποία δεν μπορεί να ποντίσει ένα καλώδιο, μια κίνηση που δεν στοιχειοθετεί κανένα κυριαρχικό δικαίωμα, είναι καθαρά μειωμένης κυριαρχίας και μειωμένης δυνατότητας να κάνει οτιδήποτε στον χώρο της Ανατολικής Μεσογείου και του Νοτίου Αιγαίου. Αντίστοιχα και η υπόθεση με τις φρεγάτες θα αποδειχτεί τραγέλαφος. Τα πολεμικά πλοία είναι ακατάλληλα για να αναχαιτίσουν προσφυγικές ροές. Το μόνο που μπορούν να κάνουν είναι να τα βυθίσουν. Οι αξιωματικοί του πολεμικού ναυτικού δεν θα δεχτούν να πνίγουν μετανάστες. Δημιουργείται ένα τεράστιο ηθικό πρόβλημα στο στράτευμα. Προσπαθούν να κάνουν διάφορες κινήσεις, οι οποίες βγάζουν νόημα μόνο στο επίπεδο της εσωτερικής πολιτικής κατανάλωσης. Δεν υπάρχει καμία σχέση ενέργειας και αποτελέσματος.
 
Η ελληνική κυβέρνηση προσπαθεί να χτίσει μια εικόνα ότι παίρνει πρωτοβουλίες, είτε με τη Γάζα είτε τώρα με την κρίση στη Μέση Ανατολή, αλλά ακόμα και με το ουκρανικό. Έχει την ευχέρεια τέτοιων κινήσεων η ελληνική εξωτερική πολιτική;
 
Κ.Ρ.: Ο Πάγκαλος είχε εισαγάγει τον όρο των μπιζιμπόντηδων, των πολιτικών που ασχολούνται με τα πάντα, χωρίς να παράγουν κάποιο αποτέλεσμα.
 
Σ.Ρ.: Την περίοδο που ο Γιώργος Παπανδρέου ήταν υπουργός Εξωτερικών υπήρχε μια διαρκής κινητικότητα, χωρίς βέβαια πολλά αποτελέσματα. Τώρα δεν υπάρχει καμία κινητικότητα ούτε κάποια πρωτοβουλία. Θα έπρεπε, για παράδειγμα, ως μη μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας να πάρει μια πρωτοβουλία ανθρωπιστικής βοήθειας στη Γάζα. Το ότι δεν το έχει κάνει δείχνει και την εμβέλεια της εξωτερικής πολιτικής της Ελλάδας. Ή δεν έχει πάρει κάποια πρωτοβουλία για το τι συμβαίνει στους χριστιανούς στη Μέση Ανατολή. Αυτό δεν γίνεται τυχαία. Η αντίληψή τους είναι να είναι αγκαζέ με το Ισραήλ, για να μας φυλάει από την Τουρκία (πώς γίνεται πρακτικά δεν το αντιλαμβάνομαι), και ταυτόχρονα να μας προσέξουν οι Αμερικανοί. Γύρω από αυτό το δόγμα περιστρέφονται. Αν δεν ξεκολλήσουν από αυτό, δεν πρόκειται να αποκτήσουν κανέναν ρόλο. Ποιος θα τους λάβει υπόψη; Δείτε τι έγινε στο Σινά ή με τη Λιβύη. Είμαστε δεσμευμένοι στο Ισραήλ. Και παράλληλα, έχουν παρατήσει όλους τους άλλους χώρους: τα Βαλκάνια, τη Βόρεια Μακεδονία, την Αλβανία, τη Βουλγαρία. Δεν υπάρχει καμία επαφή.
 
Ιωάννα Δρόσου