Πολύ ορθά έπραξε ο ΣΥΡΙΖΑ ζητώντας διά του προέδρου του στη Βουλή ειδική συζήτηση για τα σοβαρά ζητήματα δημοκρατίας, που προκύπτουν από την πρακτική και τις επιλογές της κυβέρνησης σε μια έκτακτη περίσταση, όπως είναι η πανδημία. Ζητήματα όπως η έλλειψη διαφάνειας, η χειραγώγηση του τύπου και της πληροφορίας, ο αυταρχισμός όχι μόνο στο πεδίο της καταστολής αλλά γενικότερα στη σύλληψη της κυβερνητικής δράσης, η επιμονή στην άρνηση κάθε πρότασης της αντιπολίτευσης που στοχεύει στην επείγουσα και αναγκαία ενίσχυση των δημόσιων δομών υγείας και γενικότερα κοινωνικής πολιτικής και αλληλεγγύης, που παροξύνονται στο περιβάλλον της πανδημίας, είναι ανάγκη να τεθούν τώρα.
Ανάχωμα στην κυβερνητική ασυδοσία
Πρώτα απ’ όλα γιατί έχουν άμεση σχέση με την αποτελεσματική και κοινωνικά δίκαιη αντιμετώπιση της ίδιας της πανδημίας και των συνεπειών της. Η γενική κατεύθυνση της κυβερνητικής πολιτικής είναι τόσο επίμονα προσανατολισμένη στον επικοινωνιακό στόχο, που χρειάζεται μεγάλη προσπάθεια για να αναδειχθούν και να γίνουν κοινά αποδεκτά από τη μεγάλη πλειονότητα των πολιτών τα προβληματικά και επικίνδυνα στοιχεία των μέτρων που κάθε τόσο εξαγγέλλονται για την αντιμετώπιση της πανδημίας. Αλλά και για έναν ακόμα λόγο είναι απαραίτητο να ανοίξει αυτό το μέτωπο της δημοκρατίας, παρά τους συνηθισμένους πια ισχυρισμούς ότι κάθε πρωτοβουλία από την πλευρά της αντιπολίτευσης είναι άκαιρη και ιδιοτελής, γιατί αποπροσανατολίζει από τον κύριο στόχο, την πανδημία. Γίνεται κάθε μέρα και πιο φανερό ότι συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Η κυβέρνηση είναι εκείνη που αντιμετωπίζει την κατάσταση της πανδημίας σαν ευκαιρία για να περάσει σειρά αντιλαϊκών και αντιδημοκρατικών ρυθμίσεων, που θα μας συνοδεύουν και μετά την καταπολέμηση του ιού.
Από την άποψη αυτή η κατάσταση έχει φτάσει στο απροχώρητο. Η αντιπολίτευση δεν αρκεί πια να την καταγγέλλει και να προβάλλει τις αντίπαλες προτάσεις της, με στόχο την ήδη καταγραφόμενη θεαματική μείωση της αποδοχής της γενικής κατεύθυνσης της κυβερνητικής πολιτικής. Πολλά από τα ζητήματα που τίθενται πια, είναι τόσο κρίσιμα που χρειάζεται να αντιμετωπιστούν με την αποτροπή και όχι απλά με την ανάδειξη της αντίθεσης και την ενίσχυση της αντιπαράθεσης.
Ένα κεντρικό ζήτημα δημοκρατίας
Θα φέρουμε ένα κεντρικής σημασίας παράδειγμα: τον τρόπο διαχείρισης των σημαντικών κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης. Από τη διαχείριση αυτή θα εξαρτηθεί όχι μόνο η έξοδος από την υγειονομική και οικονομική κρίση λόγω της πανδημίας, θα επηρεαστούν κρίσιμα οικονομικά και κοινωνικά μεγέθη όχι μόνο των επόμενων ενός ή δύο χρόνων, αλλά χωρίς υπερβολή η επόμενη δεκαετία. Μια πιθανή επόμενη κυβέρνηση, που θα θέλει να μεταστρέψει αυτές τις δρομολογημένες από σήμερα επιπτώσεις, θα δυσκολευτεί πολύ περισσότερο από τους περιορισμούς των σημερινών επιλογών, από ό,τι θα τη δυσκολεύουν έτσι κι αλλιώς οι αυστηροί όροι και περιορισμοί που συνοδεύουν την εκταμίευση των κονδυλίων του Ταμείου. Δεν είναι κι αυτό ένα μείζον θέμα δημοκρατίας, λειτουργίας του κοινοβουλευτικού πολιτεύματος;
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι έχει ξεχωριστή θέση σε μια δέσμη θεμάτων δημοκρατίας. Και στη σχετική συζήτηση που έχει δηλώσει την πρόθεση να προκαλέσει ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, θα πρέπει να καταλάβει τη θέση που του αξίζει. Δεν μπορεί η κυβέρνηση της ΝΔ, κρυμμένη πίσω από τους καταναγκασμούς της πανδημίας, να επιβάλλει δεσμά στο μέλλον αυτού του τόπου.
Αν έτσι έχουν τα πράγματα, τότε δεν θα έπρεπε ο ΣΥΡΙΖΑ να έχει ήδη ζητήσει πρόωρες εκλογές; Πρώτα απ’ όλα, καλά έκανε που δεν τις ζήτησε εν μέσω πανδημίας, αλλά, αντίθετα, πίεσε για να αποτραπούν. Καθώς, όμως, θα προχωρούν – με αργότερα βήματα από ό,τι μας το παρουσιάζουν τα φερέφωνα- οι εμβολιασμοί, είναι πολύ πιθανό σκέψεις για πρόωρες εκλογές να μετατρέπονται σε συγκεκριμένο σχέδιο από την ίδια την κυβέρνηση. Δεν θα πρέπει, άραγε, από σήμερα η αξιωματική αντιπολίτευση να βάζει στο κέντρο της πολιτικής αντιπαράθεσης αυτό το μείζον θέμα, ώστε να μην αποτελέσει απλά ένα από τα πολλά σημεία ενός βεβαρημένου αναγκαστικά προεκλογικού προγράμματος; Είναι δέκα φορές προτιμότερο να βρίσκει την κορύφωσή του μέσα σ’ αυτό.
Εκτός από τις εκλογές υπάρχει και το μεσοδιάστημα
Υπάρχει, ωστόσο, και ένα ακόμη σοβαρότερο ζήτημα. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ανάγκη να θυμηθεί ότι το ερώτημα «να γίνουν ή να μη γίνουν πρόωρες εκλογές», που στο κάτω κάτω η απάντησή του σε μικρό βαθμό εξαρτάται από την αντιπολίτευση, δεν απαντιέται μόνο με ένα ναι ή ένα όχι. Όταν επικαλούμαστε την ανάγκη λειτουργίας των δημοκρατικών θεσμών, το κάνουμε και για την περίοδο μεταξύ των εκλογικών αναμετρήσεων. Το δημοκρατικό πολίτευμα, αλλά κυρίως η εμπειρία των κινημάτων, μας επιβάλλουν να σχεδιάζουμε με δημοκρατικό αγωνιστικό τρόπο διεκδικήσεις που μπορούν να έχουν θετικό αποτέλεσμα και στο μεσοδιάστημα. Ή να ανακόπτουν την αντιμεταρρυθμιστική ορμή εχθρικών προς αυτά κυβερνήσεων. Δημοψηφίσματα, συλλογή υπογραφών, αγωνιστικές κινητοποιήσεις, δημόσια κοινωνική διαβούλευση (και όχι το γνωστό διαδούλεμα) , συμπαράταξη συγγενών ως προς το αίτημα πολιτικών δυνάμεων, καμπάνιες εθνικών διαστάσεων… Πολλά από αυτά, και πολύ περισσότερο όλα μαζί, μπορούν να έχουν αποτελέσματα, αν όχι ισοσθενή με τα εκλογικά, τουλάχιστον συγκρίσιμα.
Αν είναι, λοιπόν, να θέσει ο ΣΥΡΙΖΑ θέμα δημοκρατίας με το αίτημα για ειδική συζήτηση στη Βουλή, ας το κάνει μεθοδικά και ολοκληρωμένα. Ας μην περιμένει άλλη μια φορά πώς θα μεταδώσουν τα μέσα ενημέρωσης δύο ή τρεις ατάκες από τη σχετική συζήτηση. Ας αρχίσει να ετοιμάζεται για το επόμενο στάδιο, που ήδη προδιαγράφεται. Η ανάγκη να εκμεταλλευτεί η κυβέρνηση τη θετική απήχηση του εμβολίου, θα αρχίσει να διαμορφώνει περιβάλλον περιορισμού των αστυνομικού και κατασταλτικού τύπου μέσων. Σε συνδυασμό με την αποδυνάμωση και του φυσικού αισθήματος του φόβου για τον ίδιο λόγο, οι κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες της επόμενης περιόδου θα είναι αναμφισβήτητα ευνοϊκότερες για μια επιστροφή σε μια κανονικότητα, όπως την εννοεί η αριστερά: δημοκρατική, που θα πει και με το δήμο παρόντα και ενεργό.