Ο υπουργός Επικρατείας κ. Γ. Γεραπετρίτης θα μιλούσε ίσως για μια κίνηση υψηλού συμβολισμού και παιδαγωγικής λειτουργίας. Πώς αλλιώς να περιγράψει κανείς άλλωστε την απόφαση να σφραγίσεις ένα θέατρο κλείνοντας με τσιμεντόλιθους κάθε πόρτα και κάθε παράθυρό του. Τι άλλο εκτός από μια κίνηση υψηλού συμβολισμού και παιδαγωγικής λειτουργίας μπορεί να είναι η επιλογή της κατάλληλης στιγμής, λίγο πριν ανοίξουν και πάλι οι χώροι πολιτισμού μετά την πανδημία, για να σφραγίσεις, ανενόχλητος και χωρίς ίχνος σεβασμού για την ιστορία του, το θέατρο Εμπρός;
Το αστυνομικό δελτίο μιλά για τη δεκαετή κατάληψη και τις «διαμαρτυρίες των κατοίκων». Καμία αναφορά στην ιστορία και την προσφορά του θεάτρου, πλήρης άγνοια για το τι συνέβη εκεί τα τελευταία δέκα χρόνια της επανενεργοποίησης και κατάληψης του θεάτρου Εμπρός, αλλά και πριν από αυτά, τα χρόνια που το θέατρο διαχειρίστηκε η θεατρική εταιρεία «Μορφές». Ο κόσμος που αντέδρασε στα κοινωνικά δίκτυα επιχείρησε κάπως να μιλήσει γι’ αυτή την ιστορία.
Το κτίριο της οδού Ρήγα Παλαμήδη 2 χτίστηκε στη δεκαετία του 1930 και λειτούργησε ως τυπογραφείο της εφημερίδας «Εμπρός». Το 1988 παραχωρήθηκε από την Κτηματική Εταιρεία του Δημοσίου, με συμβολικό ενοίκιο, στην καλλιτεχνική εταιρεία «Μορφές» των Τ. Μπαντή, Ρ. Οικονομίδου και Δ. Καταλειφού. Διαμορφώθηκε σε θέατρο με υποδειγματικό τρόπο και σεβασμό στη μοντερνιστική αρχιτεκτονική του και την αρχική του λειτουργία από τον αρχιτέκτονα Τ. Φραγκούλη και το σκηνογράφο Α. Δαγκλίδη. Κηρύχθηκε μνημείο τόσο το κτίριο όσο και ο εξοπλισμός του τυπογραφείου, που όμως χάθηκε μέσα στα χρόνια. Το Εμπρός έφερε πραγματικά νέο αέρα στα θεατρικά πράγματα της Αθήνας, τόσο με τις σπουδαίες παραστάσεις που φιλοξένησε όσο και με τη δραματική του σχολή. Από το 1999 και μέχρι το 2007, μετά τη διάλυση των Μορφών, το θέατρο και η σχολή συνέχισαν τη λειτουργία τους υπό τη διεύθυνση μόνο του Τ. Μπαντή. Μετά το θάνατό του τελευταίου, ο χώρος παρέμεινε κλειστός και εγκαταλελειμμένος μέχρι τον Νοέμβριο του 2011, που επανενεργοποιήθηκε με πρωτοβουλία της ομάδας καλλιτεχνών «Κίνηση Μαβίλη» και με τη συμμετοχή και στήριξη της Κίνησης Κατοίκων Ψυρρή αλλά και άλλων καλλιτεχνών και θεωρητικών από τον χώρο των παραστατικών τεχνών, της μουσικής και των εικαστικών.
Σημείο συνάντησης της τέχνης με την πολιτική
Η επανενεργοποίηση ξεκίνησε με ένα πρόγραμμα 15 ημερών, θέτοντας εξαρχής το πλαίσιο της δράσης της στο σημείο συνάντησης της τέχνης με την πολιτική, προτείνοντας έναν προβληματισμό τόσο σε σχέση με την καλλιτεχνική παραγωγή όσο και με την πολιτική του πολιτισμού. Πίσω της έχει το καλοκαίρι των Αγανακτισμένων, αλλά και τον Δεκέμβρη του 2008, μια αναγέννηση των κινημάτων πόλης, έναν συλλογικό προβληματισμό που ίχνη του μπορεί να βρει κανείς σε πολλές πρωτοβουλίες και ομάδες της εποχής. Η ανταπόκριση του κόσμου θα οδηγήσει στην απόφαση παραμονής στο χώρο. Στο τέλος του 2012, θα έρθει η πρώτη κλήση από την ΕΤΑΔ και το ΤΑΙΠΕΔ για εκκένωση του κτιρίου. Το προηγούμενο διάστημα η κυβέρνηση Σαμαρά είχε προχωρήσει στην εκκένωση άλλων καταλήψεων (με εμβληματικότερη αυτή της Βίλας Αμαλία). Η έκκληση της Κίνησης Μαβίλη για στήριξη θα βρει ανταπόκριση από τον καλλιτεχνικό κόσμο, από ομάδες που είχαν αποχωρήσει από άλλες καταλήψεις, από άλλες πολιτικές συλλογικότητες. Η λειτουργία του θα περάσει σε μια Ανοιχτή Γενική Συνέλευση, η ισορροπία μεταξύ τέχνης και πολιτικής θα γείρει ίσως λίγο περισσότερο προς την πολιτική και η κατάληψη θα μετονομαστεί σε «Ελεύθερο Αυτοδιαχειριζόμενο Θέατρο Εμπρός». Το «Εμπρός» παραχωρείται δωρεάν σχεδόν σε όποιον επιθυμεί να οργανώσει κάτι εκεί. Η πολιτική της δωρεάν εισόδου (με τη δυνατότητα ελεύθερης συνεισφοράς του κοινού) διατηρείται σε όλη τη διάρκεια της λειτουργίας του.
Ένα αναπάντητο ερωτηματικό
Από το 2011 μέχρι την αρχή της πανδημίας που το θέατρο αναγκαστικά παρέμεινε κλειστό, παρουσιάστηκαν εκεί εκατοντάδες θεατρικές παραστάσεις, συναυλίες, εκθέσεις, εκδηλώσεις ενίσχυσης αυτοοργανωμένων εγχειρημάτων, κινηματικών πρωτοβουλιών, έγιναν ομιλίες και διαλέξεις, παρουσιάσεις βιβλίων, αφιερώματα και φεστιβάλ. Ο χώρος έγινε προσβάσιμος για τα ανάπηρα άτομα, αλλά και για τους ανάπηρους καλλιτέχνες.
Τα χρόνια που η Χρυσή Αυγή σάρωνε το κέντρο της Αθήνας και οι χρυσαυγίτες βρίσκονταν με ποσοστά που πλησίαζαν το 10% στη Βουλή, το Εμπρός οργάνωσε για αρκετές χρονιές το Αντιφασιστικό Φεστιβάλ Παραστατικών Τεχνών με τεράστια συμμετοχή καλλιτεχνών και κοινού. Οργανώθηκαν εκδηλώσεις για το προσφυγικό, με σημαντικότερη μια διημερίδα μετά το ναυάγιο στο Φαρμακονήσι. Το επισκέφθηκαν διάσημοι ξένοι στοχαστές όπως ο Τζόρτζιο Αγκάμπεν, που συνομίλησε με το κοινό σε ένα κατάμεστο θέατρο τον Νοέμβριο του 2014, ή ο Ραούλ Βανεγκέμ. Οργανώθηκαν εκδηλώσεις για θέματα αιχμής και επικαιρότητας, για τα κοινά της πόλης αλλά και τα ψηφιακά κοινά, για το queer, για την απεργία πείνας του Νίκου Ρωμανού, για τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα και του Ζακ Κωστόπουλου. Συναντήθηκαν άνθρωποι, δημιουργήθηκαν σχέσεις, έγιναν ομηρικοί καυγάδες, κάποιοι έφυγαν και νέα πρόσωπα μπήκαν στο χώρο. Το εγχείρημα του Εμπρός κίνησε το ενδιαφέρον ξένων μέσων ενημέρωσης αλλά και ερευνητών και πανεπιστημιακών του εξωτερικού. Επηρέασε τα πολιτιστικά πράγματα με έναν τρόπο που μένει ακόμη να ερευνηθεί και να καταγραφεί. Σε μια άλλη ευρωπαϊκή χώρα, η κατάληψη θα είχε κάποια στιγμή νομιμοποιηθεί και ο χώρος θα είχε παραχωρηθεί στις συλλογικότητες. Εδώ, οι εικόνες του εκκενωμένου, σφραγισμένου, τσιμεντωμένου θεάτρου σηματοδοτούν ένα τέλος εποχής, αλλά και μια απορία (με την πλήρη σημασία της λέξης), ένα αναπάντητο ερωτηματικό όχι μόνο για την τύχη που επιφυλάσσεται στο συγκεκριμένο κτίριο, αλλά και σε όσα διαδραματίστηκαν όλα αυτά τα χρόνια στο εσωτερικό του.