Είμαι από τους ανθρώπους που εκνευρίζεται με την έννοια της ηγεσίας διότι, σήμερα που οι άνθρωποι είναι μορφωμένοι, οι επικεφαλής δεν μπορεί να είναι παρά πρώτοι μεταξύ ίσων. Τώρα πλέον έχουν αναπτυχθεί δυνατότητες για το διαμερισμό της εξουσίας, καθώς και εναλλακτικά μοντέλα ηγεσίας – αν και όχι τόσο στην κεντρικοπολιτική σκηνή. Πάντως, όταν οι επικεφαλής δεν μπορούν να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων –είτε εκφράζουν την επίσημη γραμμή είτε διαθέτουν περιθώριο πρωτοβουλιών που τους επιτρέπει να τη διαμορφώνουν ενεργητικά– πρόκειται για σκάνδαλο.
Όμως, πρέπει να κατανοήσουμε (σπεύδω: όχι να δικαιολογήσουμε) το πολιτικο-πολιτισμικό πλαίσιο μέσα στο οποίο ζούμε. Τα πρόσωπα των ηγετών παίζουν πολύ σημαντικό ρόλο, όχι λόγω περίσσιας αξίας αλλά λόγω συνθηκών. Πρώτον, η πολιτική διαμεσολαβείται από τα μίντια που πριμοδοτούν την εικόνα. Επομένως, τα πρόσωπα –που χωρούν στην εικόνα– καλούνται να εκφράσουν με το στήσιμο, το ύφος και τη ρητορική δεινότητά τους ό,τι καλούνται να εκπροσωπήσουν. Δεύτερον, ζούμε σε μια εποχή επίμονης –αν όχι εντεινόμενης– κρίσης εκπροσώπησης που έχει παρασύρει στην ανυποληψία τους παραδοσιακούς ιμάντες εκπροσώπησης (κόμματα, συνδικάτα, κ.ά.). Στο πλαίσιο αυτό, το άφθαρτο ή λαμπερό ή αξιόπιστο ή ικανό πρόσωπο της ηγεσίας, ατομικής και συλλογικής, μπορεί να αναπληρώσει το κενό σε έναν κόσμο όπου οι άνθρωποι εμπιστεύονται περισσότερο τα πρόσωπα από τις συλλογικότητες. Θεωρούν ότι ένα πρόσωπο μπορούν να το καταστήσουν υπόλογο, σε αντίθεση με μια πολυπληθή συλλογικότητα. Τρίτον, σε αυτή την περίοδο εξατομίκευσης, συστατικά στοιχεία της οποίας ήδη εξέθεσα, οι συλλογικές ταυτότητες υποχωρούν προς όφελος των ταυτίσεων με προσωπικότητες. Τέταρτον, όταν επικρατεί τέτοιος πολιτικός κερματισμός ένα πρόσωπο είναι πολύ πιο εύκολο να λειτουργήσει ως σημείο αναφοράς. Να θυμίσω απλώς ότι ο «χαρισματικός» ηγέτης, σύμφωνα με τις κλασικές αναλύσεις, είναι κάποιος ο οποίος εξουσιοδοτείται να δημιουργήσει μια άλλη θέσμιση στο έδαφος της προηγούμενης που πλέον δεν λειτουργεί – δηλαδή να δημιουργήσει μια νέα ενότητα με τα θραύσματα του παρελθόντος και καινούργια στοιχεία.
Τούτων λεχθέντων, μου φάνηκε πολύ καίρια μια παρατήρηση του Νίκου Μαραντζίδη στην παρουσίαση της πρόσφατης έρευνας του Eteron και της About people, στο Impact Hub στις 29 Μαΐου. Είπε πως το 2015 το αντιμνημονιακό 62% είχε ηγέτη, ανεξάρτητα αν τον ψήφιζε, ενώ το υπόλοιπο 38% του «ΝΑΙ» στο δημοψήφισμα δεν είχε, συμπληρώνοντας πως σήμερα έχουν αντιστραφεί οι όροι: το δεξιό ημισφαίριο, είτε ψηφίζει Μητσοτάκη είτε όχι, έχει ηγέτη, ενώ το αριστερό ημισφαίριο δεν έχει. Ο Αλέξης Τσίπρας το βλέπει αυτό και κινείται αναλόγως. Ο Νίκος Ανδρουλάκης δεν διαθέτει τα απαιτούμενα προσόντα και θα χρειαστεί μεγάλη στήριξη από τα μεγάλα συμφέροντα, αντίστοιχη με αυτή που έλαβε ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Η Ζωή Κωνσταντοπούλου θα πρέπει να ξεπεράσει τις προσωπικές της αγκυλώσεις κάνοντας μια απροσδόκητη στροφή. Προς το παρόν παρασύρεται εύκολα σε αδιέξοδες προσωπικές κόντρες, αδυνατεί να συνεργαστεί και να μοιραστεί την πολιτική απόφαση με αξιόλογους ανθρώπους, προβάλλει μονομερώς τον εαυτό της ενώ δεν είναι ακόμα ευδιάκριτο τι εκπροσωπεί κοινωνικο-πολιτικά, παραπέμπει τα πάντα στα δικαστήρια σε βάρος ενός εποικοδομητικού πολιτικού λόγου για το μέλλον της χώρας. Οι υπόλοιποι αρχηγοί (Κουτσούμπας, Φάμελλος, Κασσελάκης, Βαρουφάκης, Χαρίτσης) αδυνατούν να παίξουν αυτόν το ρόλο για διαφορετικούς λόγους: ο Κουτσούμπας δεν μπορεί να ξεπεράσει τα όρια που θέτει το ΚΚΕ∙ ο Φάμελλος και ο Χαρίτσης είναι περισσότερο task oriented παρά people oriented, όπως θα απαιτούσε η τρέχουσα περίοδος, και ανήκουν σε ένα πολιτικό προσωπικό που συνολικά (δικαίως ή αδίκως) έχει απαξιωθεί σε κρίσιμο βαθμό∙ ο Κασσελάκης πληρώνει την ανούσια υπερέκθεσή του, τη φθορά από τη διάλυση ενός χώρου, τα κενά περιεχομένου μεγαλόστομα κηρύγματά του, την απουσία κάθε κοινωνικού ή πολιτικού στηρίγματος∙ ο Βαρουφάκης λειτουργεί περισσότερο ως διεθνούς εμβέλειας ριζοσπάστης διανοούμενος παρά ως πολιτικός αρχηγός με βλέψεις στη χώρα του, ενώ αδυνατεί και αυτός να συνδιαλλαγεί με άλλους ώστε να φτιάξει ηγετική ομάδα, να διεισδύσει σε άλλους χώρους, να εγκαταλείψει την αυτοεπιβεβαίωση για το 2015.
Ό,τι και να γίνει, λοιπόν, σε προγραμματικό επίπεδο στο αριστερό ημισφαίριο, το ζήτημα της ηγεσίας αποτελεί μια ανεξάρτητη μεταβλητή όσον αφορά την απήχηση στο εκλογικό ακροατήριο. Η απουσία ηγεσίας στο αριστερό ημισφαίριο είναι ένα ακόμα πρόβλημα που θα πρέπει να λύσουμε. Και φυσικά –σπεύδω να διευκρινίσω– αυτό που λέω δεν έχει σχέση με την υπεράσπιση του αρχηγισμού.