Macro

Δημήτρης Χριστόπουλος: Οι δίκοπες λέξεις ως πολιτική πρόκληση

Το νέο βιβλίο του Δημήτρη Χριστόπουλου με τίτλο «Ταξίδι στο κράτος. Κυριαρχία, Δίκαιο, Δικαιώματα» είναι όπως το περιγράφει ο ίδιος ένας «οδηγός μύησης στον κόσμο του κράτους».
 
«Είμαι δυστυχώς πεισμένος ότι ο κόσμος που θα αφήσουμε στα παιδιά μας θα είναι πιο άδικος από εκείνον που κληρονομήσαμε εμείς. Θα είναι ακόμα πιο ντροπιαστικό εάν επιτρέψουμε να είναι και λιγότερο δημοκρατικός».
 
Καθηγητής Πολιτειολογίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, όπου διδάσκει από το 2000, ο Δημήτρης Χριστόπουλος έχει καταπιαστεί με ζητήματα ευαίσθητα, και για πολλούς ενοχλητικά, σε δοκιμιακά έργα και μελέτες του: π.χ. για το καθεστώς της ιθαγένειας στο ελληνικό κράτος και για το ποιος είναι Ελληνας πολίτης, για το προσφυγικό και τη διαχείρισή του, για την κρίση των δικαιωμάτων, για το Μακεδονικό (με τον Κ. Καρπόζηλο) κ.ά.
 
Αυτή τη φορά όμως έγραψε ένα διαφορετικό βιβλίο, που ζυμώθηκε μέσα στις αίθουσες διδασκαλίας του ελληνικού δημόσιου Πανεπιστημίου και διαβάζεται σαν ένα συναρπαστικό ταξίδι στην πολιτική σκέψη και στην πολιτική πράξη με αναφορές σε βασικά κείμενα της διεθνούς βιβλιογραφίας. Είναι το «Ταξίδι στο κράτος. Κυριαρχία, Δίκαιο, Δικαιώματα» (εκδ. Πόλις), που ο ίδιος το περιγράφει ως «οδηγό μύησης στον κόσμο του κράτους» και το αφιερώνει στις φοιτήτριες και στους φοιτητές του (που σίγουρα θα ανιχνεύσουν στις σημειώσεις του βιβλίου τα… SOS για τις εξετάσεις τους).
 
Η ραχοκοκαλιά του βιβλίου παρακολουθεί το νήμα της δυτικής πολιτικής σκέψης ξεκινώντας από τον Αριστοτέλη, «ο οποίος αντιμετωπίζει τον πολίτη όχι σαν πιόνι αλλά σαν μέρος ενός όλου με ικανότητα να παίρνει αποφάσεις». Και προκειμένου να εμβαθύνει στην ανατομία της εξουσίας στέκεται στον Μακιαβέλι, στους θεωρητικούς του Κοινωνικού Συμβολαίου -τον Χομπς και τον Ρουσό-, προχωρά στον Σπινόζα «τον πρίγκιπα της φιλοσοφίας», αγαπημένο του Χριστόπουλου «διότι ανοίγει τους ορίζοντες της ελευθερίας και μιλά τον 17ο αιώνα σαν να μιλά στο σήμερα», και φτάνει μέχρι και στον Μαρξ. Πολύ απλά επειδή «έτσι μαθαίνουμε γράμματα».
 
Ομως το βιβλίο αυτό αξίζει να αγγίξει ένα πολύ ευρύτερο ανήσυχο κοινό. Το κοινό που δεν θα απεμπολήσει τόσο εύκολα όσο νομίζουν οι σημερινοί κρατούντες τα θεμελιώδη δικαιώματα και τις ελευθερίες του, όταν η όποια «έκτακτη ανάγκη» αρχίσει να περιβάλλεται με το ένδυμα της κανονικότητας. Για ένα τέτοιο κοινό, που δεν αρκείται στην ιδιότητα του πολίτη αλλά διεκδικεί να είναι μέλος ενός κοινωνικού συνόλου, ο Χριστόπουλος κάνει στην «Εφ.Συν.» μια μίνι περιήγηση σε ορισμένες από τις «δίκοπες», όπως τις βαφτίζει, λέξεις του πολιτικού σκηνικού που ακονίζουν τη συνείδησή μας. Αυτές, με το σημερινό εννοιολογικό βάρος τους, τον κεντρίζουν σε τούτο το βιβλίο που είναι ενδιαφέρον ακριβώς επειδή παραπέμπει όχι στον κόσμο μέσα στον οποίο εκείνος μεγάλωσε, αλλά στον κόσμο όπως διαμορφώθηκε μετά το 1990. Εναν κόσμο που δεν επιτρέπει ψευδαισθήσεις.
 
Εθνος: «Είναι η πολιτική κοινότητα της χειραφέτησης απέναντι στις αυτοκρατορίες και στις μοναρχίες. Είναι το συλλογικό υποκείμενο των επαναστάσεων του 18ου και 19ου αιώνα. Αλλά είναι και το υποκείμενο της εθνοκάθαρσης, της βίας, του σκληρού εθνικισμού που δεν αρκείται στην αγάπη της πατρίδας αλλά καλλιεργεί και το μίσος για τους Αλλους.
 
Στο όνομά του γεννήθηκαν τα πιο δυστοπικά και ολοκληρωτικά κρατικά πειράματα του 20ού αιώνα». Οπως σχολιάζει ο Χριστόπουλος, το ζητούμενο δεν είναι να τοποθετηθούμε ως πολέμιοι ή εραστές του έθνους αλλά να κατανοήσουμε τις εκάστοτε ιστορικές λειτουργίες του. Ωστόσο ο ίδιος παίρνει θέση: «Είμαι υπέρ του πολιτικού έθνους, που διαμορφώνεται από τη σύμπτωση των βουλήσεων όσων ανθρώπων ζουν μαζί. Αυτό είναι το μόνο έθνος που μπορεί να είναι δημοκρατικό και όχι εκείνα που αναφέρονται στη φυλή, στην καταγωγή κ.ο.κ.».
 
Σύνταγμα: «Είναι το κείμενο που αποτυπώνει την ύπαρξη του κράτους και εγγυάται τα δικαιώματά μας. Είναι η Χάρτα της χειραφέτησης των ανθρώπων, της ελευθερίας απέναντι στην ασυδοσία και στην αυθαιρεσία των κυβερνήσεων. Την ίδια στιγμή είναι και το αποτύπωμα της εξουσίας. Το κείμενο που την εδραιώνει και τη νομιμοποιεί με τον πιο πανηγυρικό και αποτελεσματικό τρόπο. Θέλει να είναι άτρωτο και ανίκητο, αλλά κανένα Σύνταγμα δεν μπορεί να νικήσει τον χρόνο». Γι’ αυτό, όπως παρατηρεί ο συγγραφέας, τα Συντάγματα αναθεωρούνται ευκολότερα ή δυσκολότερα, ειδάλλως χάνουν την ισχύ τους. «Το ελληνικό Σύνταγμα παραλίγο να σπάσει στις αρχές των μνημονίων, αλλά σώθηκε. Ωστόσο διαρκώς υποφέρει από τη βουλιμία της εκτελεστικής εξουσίας».
 
Κράτος, κυριαρχία: «Το κυρίαρχο κράτος είναι μισό κτήνος, μισό άνθρωπος: ο Κένταυρος του Νικολό Μακιαβέλι είναι η πιο εμπνευσμένη εικόνα για την απόδοση του διφυούς χαρακτήρα του. Από τη μια η βία, η καταστολή, ο στρατός, η αστυνομία, τα ΜΑΤ, οι διώξεις… Και από την άλλη, το δημόσιο Πανεπιστήμιο, η δημόσια Υγεία, οι υποδομές, οι μηχανισμοί συναίνεσης και ορθού λόγου: όλα αυτά για τα οποία αγωνιζόμαστε».
 
Δικαιώματα: «Η ιδιότητα που επιτρέπει στον άνθρωπο να είναι ελεύθερος και να αυτοκαθορίζεται. Θεωρούμε αυτονόητο ότι έχουμε δικαιώματα και για τον λόγο αυτόν αγανακτούμε όταν παραβιάζονται. Ο ατομικισμός απαιτεί να προστατεύονται τα ατομικά μας δικαιώματα και παράλληλα το γεγονός ότι είμαστε πολίτες ενός κράτους μάς επιτρέπει να αξιώνουμε συμμετοχή στα κοινά. Ομως ταυτόχρονα είμαστε και μέλη μιας κοινωνίας ταξικής, όπου προκειμένου να έχουν δικαιώματα οι φτωχότεροι και οι ανίσχυροι, χρειάζεται αναδιανομή πλούτου.
 
Η εμπειρία της κρίσης φανέρωσε και κάτι ακόμη: τα δικαιώματα είναι αδιαίρετα. Οταν παραβιάζονται τα κοινωνικά δικαιώματα, όπως κατεξοχήν έγινε στην Ελλάδα στο πλαίσιο των νεοφιλελεύθερων πολιτικών, έρχεται η στιγμή που θα καταστρατηγηθούν και τα ατομικά δικαιώματα. Κι επειδή οι πολίτες θα διαμαρτυρηθούν, η εξουσία θα γίνει πιο αυταρχική. Οπως έγινε. Το είδαμε καθώς τα κοινωνικά δικαιώματα, εργασιακά κ.ά., έχουν μπει σε πορεία διολίσθησης».
 
Δίκαιο: «Είναι το σύνολο των κανόνων που ρυθμίζουν τη συμπεριφορά των ανθρώπων. Δεν υπάρχει άνθρωπος που να μην έχει τη δική του άποψη για το τι είναι δίκαιο, τι άδικο κ.ο.κ.». Ο Χριστόπουλος παρουσιάζει στο βιβλίο τη δική του αντίληψη, αλλά δεν γίνεται πατερναλιστικός. Οπως δηλώνει: «Στη σύγκρουση του δυνατού με τον αδύναμο είμαι πάντα με τον αδύναμο, επειδή είμαι υπέρ της ισότητας. Αυτό δεν σημαίνει ότι ο αδύναμος έχει πάντα δίκιο. Σημαίνει όμως ότι δεν συμφωνώ με τον πρωθυπουργό, όταν λέει πως είμαστε καταδικασμένοι να μην είμαστε ίσοι».
 
Ελευθερία της έκφρασης: «Είναι ένα εξαιρετικό παράδειγμα της σύγχυσης που μπορεί να προκαλέσουν οι δίκοπες έννοιες. Προκειμένου να προστατευτούν οι αδύναμοι από τις προσβολές, επιβάλλονται στην ελευθερία της έκφρασης νέες μορφές λογοκρισίας, έως και ασύμμετρης. Την ίδια στιγμή, στις σύγχρονες κοινωνίες επιστρέφει ο μετα-φασισμός στο όνομα ακριβώς της ελευθερίας της έκφρασης. Δεν είναι προϊόντα πραξικοπήματος οι σημερινοί φασίστες…».
 
Μικέλα Χαρτουλάρη