Παρακολουθώ, διαδικτυακά, πολλές συζητήσεις που διεξάγονται στο πλαίσιο του ΣΥΡΙΖΑ -ΠΣ: σε Οργανώσεις Μελών, σε Νομαρχιακές, σε κύκλους που θέλουν να κουβεντιάσουν πολιτικά. Βλέπετε ο δικός μας κόσμος, της Αριστεράς, είναι απενοχοποιημένος, δεν θεωρεί ότι είναι έγκλημα να συζητά ανοικτά για τα πάντα στις οριζόντιες και κάθετες κομματικές δομές. Σε δίκτυα που τα παρακολουθεί η κοινωνία και όχι μόνο τα μέλη. Οι περισσότεροι/ες έχουν ενστερνισθεί την κριτική του δυτικού μαρξισμού ότι τα μονολιθικά κόμματα, που πιστεύουν ότι είναι «σε περικύκλωση» και ότι κάθε κριτική βλάπτει την υπόθεση της εναλλαγής, του κοινωνικού μετασχηματισμού, του σοσιαλισμού σε τελευταία ανάλυση, είναι μια πλαστή και παραπειστική εκδοχή.
Στην πραγματικότητα, η προσταγή σε σιωπή είναι μια «εξουσιαστική» επιταγή, η οποία έχει στόχο να μείνει εκτός κριτικής η δικαιοδοσία της εκπόνησης πολιτικής. Τα μονολιθικά κόμματα είναι ιεραρχικά, εξουσιαστικά, αρχηγοκεντρικά, σε τελευταία ανάλυση, αντιδημοκρατικά, αφού θεωρούν ότι τα πολιτικά δικαιώματα των μελών εξαντλούνται – στην καλύτερη περίπτωση – στα τοπικά προβλήματα, ότι η κεντρική πολιτική είναι υπόθεση της ηγεσίας.
Η ευρωπαϊκή Αριστερά «διάβασε» τον Γκράμσι, τον Αλτουσέρ, τον Νίκο Πουλαντζά και ενέταξε καταστατικά τις «ενέσεις δημοκρατίας»: τον πλουραλισμό, με τη νομιμοποίηση των τάσεων, το δικαίωμα στη δημόσια διαφωνία, την οριζόντια επικοινωνία των μελών κ.α. Το παράδειγμα του εκδημοκρατισμού ακολούθησαν λίγα αριστερά κόμματα, λιγότερα κομμουνιστικά και τα περισσότερα κόμματα της Ριζοσπαστικής Αριστεράς, ο Συνασπισμός και ο ΣΥΡΙΖΑ από τους πρώτους.
Τα κόμματα έχουν αντιθέσεις στο εσωτερικό τους. Στα αστικά η διαφωνία εκπροσωπείται από τους «Βαρόνους» του κόμματος και μεταλαμπαδεύεται στη βάση δια των εκπροσώπων τους, το βουλευτή, το Δήμαρχο, τον κομματάρχη, που δημιουργούν την αυλή τους με μαζικές εγγραφές υπηκόων. Στα παραδοσιακά μονολιθικά κόμματα, η διαφωνία επιλύεται με διαγραφή ή διάσπαση.
Τα παραπάνω ακούγονται κάπως αναχρονιστικά, ιδιαίτερα για τις νεότερες γενιές. Πώς αλλιώς θα μπορούσε να είναι, στην εποχή του διαδικτύου; Η οριζόντια επικοινωνία είναι η καθημερινότητα για εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους. Μια επικοινωνία χωρίς σύνορα όχι μόνο γεωγραφικά, αλλά και κοινωνικά. Όταν η πολιτική είναι παρούσα από τα κάτω, δηλαδή ανεξάρτητα από την ατζέντα των μεγάλων ΜΜΕ.
Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι χρήσιμα, ιδιαίτερα απέναντι στα μονοπώλια της είδησης, ενώ ταυτόχρονα δημιουργούν τους όρους μιας παγκόσμιας κοινότητας στην οποία ό,τι συμβαίνει στη μια πλευρά του ημισφαιρίου γίνεται ταχύτατα γνωστό στην άλλη.
Την ίδια στιγμή, τα δίκτυα απομονώνουν τους χρήστες. Οι μεγάλες εταιρίες της πληροφορικής και του διαδικτύου σχεδιάζουν πλατφόρμες που απομονώνουν τους χρήστες σε ομάδες ομότιμων ατόμων, όπου συνδέονται μόνο με τους ομοϊδεάτες τους και εκείνους που μοιράζονται τις βασικές ταυτότητές τους. Το διαδίκτυο ευνοεί την πόλωση, την αγένεια, τα «στρατόπεδα» που συγκρούονται απηνώς. Αντίθετα, η ζωντανή επικοινωνία διαλέγεται, γίνεται με ενσυναίσθηση, με πολύ μεγαλύτερο σεβασμό. Με αυτή την έννοια είναι αναντικατάστατη. Δυσεύρετη λόγω Covid 19.
Οι ταυτότητες, οι ιδέες, οι πεποιθήσεις
Τα σόσιαλ μίντια δίνουν το έναυσμα της κοινωνικής διαμαρτυρίας. Δίνουν το έναυσμα για τη μάχη στο πεδίο των ιδεών, των πεποιθήσεων, τη μάχη της ιδεολογίας. Συνοδοιπορούνται και συνοδοιπορούν με τα άλλα δίκτυα, τα ενσώματα, των κοινωνικών οργανώσεων. Το ΣΕΗ, για παράδειγμα, πρωτοστατεί απέναντι στην κακοποίηση, τη σεξουαλική παρενόχληση, το βιασμό. Οι φοιτητικοί σύλλογοι συγκρούονται με τις δυνάμεις καταστολής, έρχονται αντιμέτωποι με το αστυνομικό κράτος, την αστυνομική βία. Απέναντι στο κυβερνητικό δόγμα του Νόμου και της Τάξης, απαιτούν ελευθερία και δικαιώματα.
Σωματεία εργαζομένων σε Υγεία και Παιδεία αποκαλύπτουν την ταξική μεροληψία της κυβέρνησης υπέρ των λίγων, των πλουσίων, των ισχυρών. Ο αγώνας των ανθρώπων του πολιτισμού, προκειμένου να γίνουν ορατοί, ξεκίνησε στο διαδίκτυο, απέκτησε όμως υπόσταση όταν κατέβηκε στον δρόμο.
Η μάχη της δημοκρατίας, απέναντι στο καθεστώς της εξαίρεσης, δόθηκε με αφορμή την υπόθεση της απεργίας του Δημήτρη Κουφοντίνα, από ανθρώπους της πολιτικής, του πνεύματος, της τέχνης, χωρίς σύνορα και διαχωριστικές. Το αίτημα για κράτος δικαίου και ισονομίας, απέναντι σε ένα «επιτελικό» κράτος μνησίκακο και εκδικητικό, που παραβιάζει τους νόμους που το ίδιο ψήφισε, με τις επευφημίες μεγάλων ΜΜΕ και παρότρυνση του ακραίου κέντρου.
Κάθε σύγκρουση στο κοινωνικό κρύβει μια σύγκρουση στο πεδίο των ιδεών, στο επίπεδο της ιδεολογίας. Στην παρούσα συγκυρία, η μάχη υπερβαίνει και αυτή του άξονα Αριστερά-Δεξιά. Είναι μια μάχη απέναντι σε ένα βαθύ συντηρητισμό, ο οποίος -με τη συνδρομή της ακροδεξιάς- επιχειρεί να μεταγράψει τη μεταπολίτευση και να εκδικηθεί κάθε προοδευτική ιδέα που κέρδισε έδαφος μετά τη χούντα. Είναι εκείνο το συντηρητικό ρεύμα που ξετυλίγεται την ίδια στιγμή παγκόσμια και στο οποίο οφείλει η ΝΔ την επικράτηση της.
Το συντακτικό των επίδικων ζητημάτων
Η κίνηση της κοινωνίας, αγώνες, διεκδικήσεις, αντιστάσεις, οι ιδέες που κινητοποιούν τους ανθρώπους είναι οι προϋποθέσεις της πολιτικής ηγεμονίας. Την ίδια στιγμή, εκείνα τα κόμματα που δεν επιθυμούν να γίνουν κόμματα καρτέλ, κόμματα του κράτους, που επιθυμούν και αγωνίζονται να υλοποιήσουν την ιδέα του κόμματος συλλογικός διανοούμενος, αυτά μεριμνούν για την πολιτική συζήτηση ταυτόχρονα με την κοινωνική αγκύρωση. Χωρίς την τελευταία τα κόμματα μετατρέπονται σε «κλαμπ στελεχών».
Με την ευκαιρία των συζητήσεων στις Οργανώσεις μελών και των Νομαρχιακών αλλά και με την ένταξη χιλιάδων νέων μελών, τα οποία έχουν εύλογα ερωτήματα και απορίες, προκύπτουν τα παρακάτω επίδικα, που κατά τη γνώμη μου οργανώνουν την πολιτική συζήτηση:
Ποιος είναι ο απολογισμός της κυβερνητικής μας θητείας; Τι κάναμε σωστά, τι λάθος, τι καθυστερήσαμε να κάνουμε, που δειλιάσαμε, τι αναβάλαμε;
Γιατί ηττηθήκαμε το 2019; Πόσο βάρυνε στο αποτέλεσμα μια δύσκολη διακυβέρνηση με εκβιασμούς και καταναγκασμούς; Ποιους διαψεύσαμε; Πόσο μέτρησε το αντιΣΥΡΙΖΑ μέτωπο και από τι δομήθηκε; Πόσο καθόρισε το αποτέλεσμα το συντηρητικό κύμα με συντελεστές εθνικισμό, ρατσισμό, ομοφοβία, εξατομίκευση των προσδοκιών;
Τι έχουμε απέναντι μας; Την κυβέρνηση της ΝΔ, το «επιτελικό» κράτος της δεξιάς, εκείνο το μείγμα νεοφιλελευθερισμού και βαθιού συντηρητισμού συνδεδεμένο σε μπλοκ εξουσίας με μεγάλα επιχειρηματικά συμφέροντα και τη συνδρομή καναλιών και μεγάλων εφημερίδων;
Γιατί δεν ανακάμπτουμε γρήγορα; Τι ρόλο παίζει η διαχείριση του φόβου της επιδημίας, οικονομικών και κοινωνικών επιπτώσεων της; Πόσο καθοριστική είναι η επικοινωνιακή υπεροπλία της κυβέρνησης; Αλλάζουμε την κοινωνική μας απεύθυνση, το πολιτικό μας ακροατήριο; Δεν κάνουμε σωστή αντιπολίτευση; Γιατί μεγάλο τμήμα της κοινωνίας, ιδιαίτερα οι νεότεροι, στρέφεται στην αποχή;
Ποιες είναι οι προϋποθέσεις για τη δεύτερη φορά Αριστερά; Η απάντηση για τα προαπαιτούμενα να επανέλθει η Αριστερά στην κυβέρνηση και να δώσει νέα καλύτερη εκδοχή αριστερής διακυβέρνησης, δεν είναι εύκολη, ούτε μονοσήμαντη. Αντίθετα, είναι πολυπαραγοντική και πολυεπίπεδη. Πρέπει να συντεθούν πολλά πράγματα μαζί. Όλα μαζί. Πρέπει να απαντήσουμε συλλογικά τι κόμμα θέλουμε, με ποιο ύφος και κυρίως ποιο κώδικα αξιών. Δεν είναι τα πάντα αποδεκτά. Πώς συναντιόμαστε με την κίνηση της κοινωνίας και κυρίως πως συμβάλουμε με ιδέες και συμμετοχή.
Ποιο Πρόγραμμα προτείνουμε, ποιες προτεραιότητες και ποια στρατηγική πρόβλεψη; Οι ανισότητες και οι αποκλεισμοί είναι παρούσες, σήμερα και στο μέλλον, είτε μιλάμε για το κοινωνικό ζήτημα είτε για νέες ανισότητες και αποκλεισμούς εξ αιτίας της ενεργειακής μετάβασης και του ψηφιακού καπιταλισμού, είτε την κλιματική κρίση αυτή καθ’ εαυτή.
Όμως, δεν συζητάμε από μηδενική βάση, αντιθέτως έχουμε στα χέρια μας τη Διακήρυξη, τον Απολογισμό, τις Προγραμματικές Θέσεις προκειμένου η συζήτηση να γίνει συντεταγμένη και περιεκτική.
Ο Χριστόφορος Παπαδόπουλος είναι μέλος της Κεντρικής Επιτροπής και πρώην βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ.
Πηγή: Η Εποχή