Την ημέρα που η κοινοβουλευτική ομάδα της Νέας Αριστεράς είχε την «επίσημη πρώτη» της στο Σεράφειο, τα ειδησεογραφικά πρακτορεία μετέδιδαν τη δήλωση του Αλέξη Τσίπρα, από την Ιταλία, σύμφωνα με την οποία «η πολυδιάσπαση και ο πολυκερματισμός των προοδευτικών δυνάμεων ανοίγουν τον δρόμο για την εδραίωση των συντηρητικών δυνάμεων στη διακυβέρνηση»1.
Μεροληπτική ουδετερότητα
Στα περισσότερα δημοσιογραφικά γραφεία υποδέχτηκαν τη δήλωση ως ένδειξη εγκατάλειψης της ουδετερότητας που είχε ως τότε επιδείξει και ανοιχτής υποστήριξης του αποκαθαρμένου πια ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ υπό τον Κασσελάκη. Ως προς το δεύτερο σκέλος θα μπορούσε να συζητηθεί μια τέτοια εκτίμηση. Ως προς τα περί «ουδετερότητας», όμως, οι ενστάσεις σωρός ολόκληρος. Γιατί αυτό που έκανε μιλώντας από την Ιταλία ο πρώην πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, είχε ήδη αρχίσει να γίνεται με τη σιωπή του σε κρίσιμες στιγμές.
Άλλωστε, και όσοι θέλουν να εμφανίζονται ως ερμηνευτές της βούλησής του, ενώ μέχρι πρόσφατα υποστήριζαν ως ορθή στάση τη φημολογούμενη σιωπηλή ουδετερότητα, τώρα σπεύδουν να θεωρήσουν ως φυσιολογική συνέχειά της τη δημόσια υποστήριξη της νέας κατάστασης.
Το θέμα είναι ότι καλοπροαίρετοι άνθρωποι πιστεύουν πως υπήρξε τέτοια περίοδος ουδετερότητας, θεωρώντας έκφρασή της τη σιωπή. Στην πραγματικότητα, όμως, η σιωπή στην προκείμενη περίπτωση ερμηνευόταν ως επιλογή πλευράς, ως πολιτική τοποθέτηση. Ας βοηθήσουμε τη μνήμη όλων μας να κάνει μια αναδρομή.
Σιωπηρή επιλογή πλευράς
Όταν ο Στ. Κασσελάκης διαλαλούσε ότι τον «φύτεψε» ο Τσίπρας, τη σιωπή του ίδιου ήταν σαφές ποιος την αξιοποιούσε. Όταν οι συκοφαντίες για τις τηλε-επιστολές, που ζητούσαν δήθεν την άμεση παραίτηση του Τσίπρα, έδιναν και έπαιρναν σε βάρος των υποψηφίων για την προεδρία και οι ευθείες βολές ιδίως κατά της Έφης Αχτσιόγλου μεταδίδονταν χωρίς καμιά αντίσταση, η σιωπή του σε βάρος της δούλευε. Όταν οι πολιτικές τοποθετήσεις του νέου προέδρου υπερέβαιναν κάθε εσκαμμένο, κάθε έννοια αριστερού πλαισίου, η σιωπή διευκόλυνε την υπέρβαση και του επόμενου εσκαμμένου. Όταν στην απερίγραπτη εκείνη συνεδρίαση της κεντρικής επιτροπής, που κατέληξε στην αποχώρηση 47 μελών της, έγινε πασιφανής η απειλή διάλυσης, η σιωπή σήμαινε ανοχή των νέων ηθών και αποδοχή του ενδεχόμενου κινδύνου. Και η καθυστερημένη κινητοποίηση του πρώην προέδρου με αλλεπάλληλες συναντήσεις, ακριβώς εκείνη τη στιγμή, με στόχο την αποτροπή άλλων αποχωρήσεων, θα μπορούσε να ερμηνευτεί τουλάχιστον ως αποδοχή της απώλειας των πρώτων –κατά Κασσελάκη– «βαριδίων». Κι όταν αυτή η κινητοποίηση δεν απέδωσε, δεν ήταν δυνατόν να αποδώσει, η σιωπηρή αποδοχή των τετελεσμένων ερμηνευόταν ως ανοχή της σκοταδιστικής εκδοχής του περιβάλλοντος Κασσελάκη για την ενότητα, που επιτυγχάνεται με την «αποπαρασίτωση».
Κοινός τόπος και άτοπο
Μακριά από εμάς η υποψία πρόθεσης να φιλοτεχνήσουμε το προφίλ ενός κακού δαίμονα, που ευθύνεται για κάθε κακοδαιμονία της καθ’ ημάς Αριστεράς. Ιδίως από όσους έχουμε πιει νερό κατά καιρούς στο όνομά του. Έχουμε απλώς χρέος να αποπειραθούμε, τουλάχιστον, να ερμηνεύσουμε πολιτικά τη στάση του. Τι είναι εκείνο που οδήγησε στο διαζύγιό του ακόμα κι από ομήλικους ανθρώπους που έδωσαν μαζί δύσκολες μάχες, που τους εμπιστεύτηκε και τον εμπιστεύτηκαν, που ωρίμασαν πολιτικά δίπλα δίπλα, που ανέλαβαν από κοινού με επιτυχία μεγάλες ευθύνες και σοβαρότατους κινδύνους. Τι είναι εκείνο που επιτρέπει τη συμβίωσή του, τώρα, με ορισμένα πρόσωπα που μόνο αρνητικά μπορούν να συνεισφέρουν και στο κύρος του και στην υστεροφημία του.
Θα μπορούσε να είναι η σύμπτωση σε μια κοινή πολιτική βάση, σε μια κοινή πολιτική επιδίωξη: στη φαντασίωση της «μεγάλης δημοκρατικής παράταξης» πραγματωμένης σε ένα και μοναδικό κόμμα, που άλλος τη βλέπει σαν μετεξέλιξη του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, άλλος σαν μεταλαμπάδευση του Δημοκρατικού Κόμματος από τις ΗΠΑ, άλλος σαν μετενσάρκωση του ΠΑΣΟΚ, αλλά όλοι τη θεωρούν το όχημα που οδηγεί στην κυβέρνηση. Όσοι τη θεωρούν φενάκη, δεν χωρούν στο σχέδιο. Το ίδιο και όσοι βλέπουν ότι αναιρεί την ίδια τη διάκριση Αριστεράς/Δεξιάς και την αναγκαιότητα συγκρότησης της σύγχρονης Αριστεράς υπό την ευρύτατη δυνατή έννοιά της. Αλλά και οι πραγματιστές δεν χωρούν, που είδαν ότι η αναζήτηση αυτής της γης της επαγγελίας οδηγούσε, αντίθετα, σε αλλεπάλληλες εκλογικές και ιδεολογικές ήττες.
Έτσι, μόνοι σύμμαχοι τελικά σ’ αυτό το πεδίο μένουν όσοι απορρίπτουν την άλγεβρα της στρατηγικής των συμμαχιών πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων και παίζουν στα δάχτυλα την απλή αριθμητική του άμορφου αθροίσματος πολιτικών επιδιώξεων, που οδηγεί στη νεκρανάσταση του συναινετικού δικομματισμού. Στην εναλλαγή που δεν φέρνει, όμως, αλλαγή. Στην επιδίωξη της κυβερνησιμότητας, όχι στη διεκδίκηση της κυβέρνησης.
Από τη στήλη αυτή, σε ανύποπτους χρόνους και επανειλημμένα έχει υποστηριχτεί ότι, αν ο ΣΥΡΙΖΑ αφεθεί να γίνει ένα είδος ΠΑΣΟΚ, απλά θα πάψει να υφίσταται. Η διαδικασία μοιάζει να έχει τεθεί σε κίνηση. Η ζωή θα δείξει αν, πώς και πότε θα ολοκληρωθεί.
Σημείωση:
1. Δεν θα σχολιάσουμε εν εκτάσει την πολιτική ουσία της δήλωσης, όμως το 2014 δεν ήταν η απουσία «πολυδιάσπασης των προοδευτικών δυνάμεων» που έκλεισε τον δρόμο στις συντηρητικές. Ούτε μπορεί η άρση αυτής της πολυδιάσπασης να θεωρηθεί ικανή συνθήκη για να αποτραπεί η εδραίωσή τους στην κυβέρνηση. Αφήστε που η εδραίωσή τους στο πολιτικό πεδίο είναι αποτέλεσμα εδραίωσης και στο ιδεολογικό. Και την αντίπαλη ιδεολογική εδραίωση ποιος θα την επιχειρήσει; Πάντως όχι όποιος απεχθάνεται τις ιδεολογικές «σάλτσες».
Χαράλαμπος Γεωργούλας