Για να λέμε την αλήθεια, δεν βγαίνει εντελώς σαφές νόημα από αυτά που είπε ο κ. Μητσοτάκης κατά την τελευταία επικοινωνία του με τον –αγανακτισμένο πια– λαό του. Εκείνα τα «αποσυνδέουμε τις διεθνείς αυξήσεις του φυσικού αερίου από τους λογαριασμούς του ρεύματος» (γιατί όχι από την τιμή του ρεύματος;), «θέτουμε ένα έμμεσο πλαφόν» (τι θα πει έμμεσο και γιατί όχι άμεσο;) ή «αναστέλλεται ουσιαστικά η ρήτρα αναπροσαρμογής» (αχ, αυτό το «ουσιαστικά»…) πολλαπλασιάζουν τα ερωτηματικά μας, και δεν έχουμε την πολυτέλεια να περιμένουμε τους υπουργούς που θα τα κάνουν πενηνταράκια, γιατί την ώρα που θα το κάνουν, εμάς θα μας έχει παραλάβει ήδη το πιεστήριο.
Εμείς εδώ έχουμε άλλου είδους ερωτηματικά να ερευνήσουμε: Γιατί η κυβέρνηση της ΝΔ άργησε τόσο να αποδεχτεί ότι το πρόβλημα ούτε μικρό, ούτε προσωρινό είναι; Και γιατί, ενώ κρατούσε καθυστέρηση τόσους μήνες, τώρα τρέχει να προλάβει το κακό; Ο κ. Μητσοτάκης στο διάγγελμά του δεν παρέλειψε να κάνει τη σύγκριση με την περίοδο της πανδημίας, για να πει ότι, όπως και τότε, και σήμερα η κυβέρνησή του θα κάνει ό,τι πρέπει για να στηρίξει τους πολίτες. Ωστόσο, δεν πρόκειται για συγκρίσιμες καταστάσεις.
Δεν βρέθηκε εμβόλιο για την ακρίβεια
Στην πανδημία, λίγο γιατί ήταν έντονη η (ψευδ)αίσθηση ότι επρόκειτο για ένα φαινόμενο «εκ θεού», λίγο γιατί κινητοποιήθηκαν, όχι και πολύ γρήγορα είναι αλήθεια, μηχανισμοί της ΕΕ και χαλάρωσαν τα ασφυκτικά δημοσιονομικά πλαίσια, παρά το γεγονός ότι σε κάθε κυβερνητικό μέτρο μπορούσε κάποιος να αναγνωρίσει τη σφραγίδα του νεοφιλελεύθερου δόγματος, η κυβέρνηση δεν βρέθηκε αντιμέτωπη με επείγουσας μορφής πολιτικούς κινδύνους. Αντίθετα, σήμερα, με την επέλαση της ακρίβειας γενικότερα και ειδικότερα με την εκτίναξη των τιμών του ηλεκτρικού ρεύματος, η κυβέρνηση της ΝΔ ένιωσε κάποια στιγμή έντονα την οσμή της πολιτικής απειλής, καθώς φαινόταν να αντιμετωπίζει με πρωτοφανή χαλαρότητα τις προειδοποιήσεις –από τα μέσα του 2021 ήδη– για την επέλαση της ακρίβειας και ειδικότερα εξ αιτίας της ενεργειακής κρίσης, πολύ πριν το ξέσπασμα του πολέμου.
Δεν ήταν μόνο ζήτημα έλλειψης διορατικότητας. Ήταν και ζήτημα ιδεολογικής τύφλωσης, που την έκανε να πιστεύει πως η αγορά δεν θα αργήσει να αυτορυθμιστεί, έστω και με κάποιο κόστος για τους καταναλωτές και με κάποια υπερκέρδη –αυτά έχει η ζωή…– για τους μεγαλοεπιχειρηματίες. Άρχισε, λοιπόν, τη θεραπεία με ασπιρίνες και πολύ καθυστερημένα. Εξού και τα μισόλογα Μητσοτάκη στο διάγγελμα σε μια απόπειρα λογοκριμένης αυτοκριτικής. Και επειδή ξέρει ότι αυτό δεν αρκεί, ούτε κατά διάνοια, εξήγγειλε μέτρα, ακόμα και με αναδρομική ισχύ, στοιχείο που παραπέμπει στην ανάγκη του να δείξει αλλαγή στάσης. Παρά το γεγονός ότι η μόνιμη απάντηση επωδός στις αιτιάσεις της αντιπολίτευσης ήταν ότι δεν υπάρχουν λεφτόδεντρα, και λεφτόδεντρα βρέθηκαν και, όπως φαίνεται, πάλι εμείς θα τα ποτίσουμε. Ωστόσο, τα μέτρα που αφορούν το εγγύς μέλλον, τους ερχόμενους λογαριασμούς, θα φανούν –όσο θα φανούν– στην τσέπη των πολιτών μετά το πέρας του καλοκαιριού.
Να σωθεί ό,τι κι αν σώζεται
Μ’ αυτό τον τρόπο, στο μέγαρο Μαξίμου και στην Πειραιώς, θεωρούν ότι αντιμετωπίζουν τον ορατό πια κίνδυνο να χάσουν την επαφή ακόμα και με το παραδοσιακά διακείμενο ευνοϊκά προς τη ΝΔ ακροατήριο. Κίνδυνο που άργησαν να αντιληφθούν μέσα στην ασφάλεια των ευνοϊκών δημοσκοπήσεων και το κλίμα θερμοκηπίου των φιλικών μίντια, από τα οποία παρέλασαν και στελέχη της αλαζόνες υβριστές των …τζαμπατζήδων.
Κάπως έτσι άκουσαν ένα πρωί το ΚΙΝΑΛ να ζητάει –και αυτό– εδώ και τώρα εκλογές, για τον απλό λόγο ότι όσο μένει αυτή η κυβέρνηση, τόσο πληθαίνουν τα προβλήματα, που τείνουν να διογκωθούν και να γίνουν ανυπέρβλητα. Πράγμα που σημαίνει ότι στη Χαριλάου Τρικούπη βλέπουν αυτό που διαπιστώνει και η Πειραιώς: ότι η αγανάκτηση για την αναλγησία της κυβέρνησης μπροστά στην πραγματική αδυναμία των πολιτών να βγάλουν το μήνα, έχει απλωθεί και σε στρώματα που δεν τα λες ριζοσπαστικοποιημένα, ωστόσο είναι διαθέσιμα να αλλάξουν τοποθέτηση και να αναζητήσουν αλλού εκλογική στέγη.
Η ΝΔ δεν μπορεί πια να αναμασά το επιχείρημα ότι εκλογές ζητάει μόνο ο λαϊκιστικός ΣΥΡΙΖΑ, που ξεγελάει με ψέματα τον κόσμο. Η αίσθηση ότι η κυβέρνηση της ΝΔ δεν καταφέρνει να αντιμετωπίσει τα προβλήματα και δεν διαθέτει σχέδιο εξόδου από την παρούσα κρίση, αγγίζει πολύ ευρύτερα στρώματα από τα ως τώρα ευνοϊκά διακείμενα προς την Αριστερά. Αυτός ο κίνδυνος δεν αποκλείεται να επαναφέρει στο προσκήνιο σενάρια πρόωρων εκλογών, μετά το καλοκαίρι, που θεωρείται περίοδος ευφορίας και βελτίωσης της διάθεσης του εκλογικού σώματος από διάφορους εκλογολόγους. Άλλωστε, τα πολυαναμενόμενα από το Ταμείο Ανάκαμψης χρηματοδοτικά μέσα δεν φαίνεται να έρχονται τόσο έγκαιρα μέσα στο πρώτο εξάμηνο του 2023, όπως προέβλεπαν οι σεναριογράφοι υποστηρικτές της εξάντλησης της τετραετίας, όχι προφανώς για λόγους αρχής, αλλά για λόγους εκλογικού συμφέροντος.
Στο πλαίσιο των πολιτικών εξελίξεων που μπορεί να πυροδοτήσει αυτή η κοινωνική–οικονομική πραγματικότητα, μπορεί να ενταχθεί και η ανάγκη, που θα πιέζει τώρα πολύ περισσότερο το ΚΙΝΑΛ, να αποσαφηνίσει τι πρόκειται να πράξει την επομένη των εκλογών. Αν είναι ορθή η υπόθεση ότι η ΝΔ προσεγγίζει στην ημερομηνία των εκλογών πιεζόμενη όλο και περισσότερο τόσο από τον ΣΥΡΙΖΑ, όσο και από το ΚΙΝΑΛ, αλλά κυρίως από την αδυναμία της να αντιστρέψει τη δυσμενή εξέλιξη των πραγμάτων επικαλούμενη τα ανύπαρκτα πλεονεκτήματα του νεοφιλελεύθερου προγράμματός της, τότε η μάχη αυτή για την κυβερνητική παράταξη, από περίπατος που φημολογείτο, μπορεί να αποδειχτεί «μητέρα των μαχών».
Χαράλαμπος Γεωργούλας