Αν κρίνουμε από αυτά που λέει η κυβέρνηση και απ’ όσα επιχειρεί να αποσιωπήσει, φαίνεται πως ανησυχεί για μια επιβράδυνση του ρυθμού των εμβολιασμών σε ορισμένες πληθυσμιακές και ηλικιακές ομάδες ή και γεωγραφικές περιοχές. Αν αυτό δεν αντιμετωπιστεί, είναι πολύ πιθανό η πολυπόθητη ανοσία της κοινότητας να μην επιτευχθεί μέσα στα χρονικά όρια που επιθυμεί, είτε στο σύνολο της χώρας είτε σε κρίσιμες για την οικονομία ή τη δημόσια υγεία περιοχές.
Φταίνε πάντα κάποιοι άλλοι
Τι θα έκανε μια οποιαδήποτε άλλη κυβέρνηση μπροστά σ’ ένα τέτοιο πρόβλημα; Θα προσπαθούσε, προφανώς, να εντοπίσει τις πραγματικές αιτίες της επιβράδυνσης και να τις εξουδετερώσει. Η κυβέρνηση της ΝΔ υπό τον κ. Μητσοτάκη, όμως, δεν είναι μια οποιαδήποτε κυβέρνηση. Είναι μια κυβέρνηση των αρίστων, που σημαίνει ότι δεν μπορεί να έχει κάνει εκείνη λάθος. Και, ταυτόχρονα, είναι μια κυβέρνηση πεπεισμένη ότι εκείνο που έχει σημασία για τη μακροημέρευσή της είναι το φαίνεσθαι και όχι το είναι. Σ’ αυτές τις δύο παραδοχές στηρίζει όλο το οικοδόμημά της. Από τη στιγμή που έχει, όπως λέει, εκπονήσει και εφαρμόζει το αρτιότερο σχέδιο εμβολιασμού στην Ευρώπη, δεν μένει παρά να αναζητήσει το ή τα σφάλματα κάπου αλλού και όχι στα δικά της πεπραγμένα. Τώρα, αν προσθέσουμε σ’ αυτά και μια εγγενή τάση της προς τον αυταρχισμό και την καταστολή, θα καταλάβουμε γιατί το πρώτο πράγμα που σκέφτηκε, ήταν να ενοχοποιήσει κάποιες κατηγορίες πληθυσμού και να σχεδιάζει «λύσεις» με βάση τις κοινωνικές διακρίσεις, τον κοινωνικό αυτοματισμό και την αδιαφορία για τα δημοκρατικά δικαιώματα.
Αυταρχικό αποτύπωμα
Ας το πούμε απ’ την αρχή, για να είναι σαφές. Το εμβόλιο σώζει. Όπως όλα τα εμβόλια. Το καλύτερο για τον καθένα μας είναι να μη μείνει κανείς ανεμβολίαστος. Αν έχει νόημα να κρίνουμε και να επικρίνουμε την κυβερνητική τακτική, είναι γιατί δεν πρόκειται να επιταχύνει την επίτευξη του κοινά παραδεκτού στόχου της ανοσίας της κοινότητας γρηγορότερα, μπορεί να έχει τα αντίθετα αποτελέσματα, αλλά και γιατί αφήνει ένα ισχυρό αντιδημοκρατικό αυταρχικό αποτύπωμα στην κοινωνία, επικίνδυνο όπως και οι συνέπειες της πανδημίας. Εμβολιάζει την κοινωνία και τη δημόσια ζωή με μια φοβική νεοδεξιά, νεοσυντηρητική αυταρχική αντίληψη.
Αντί, λοιπόν, να δει και να παραδεχτεί ότι για την άρση των επιφυλάξεων για τον εμβολιασμό δεν έχει κάνει το παραμικρό, δεν έχει σχεδιάσει μια ειδική, στοχευμένη καμπάνια, δεν έχει αξιοποιήσει τους γιατρούς τής πρωτοβάθμιας φροντίδας, τους οικογενειακούς γιατρούς που εμπιστεύεται ο κόσμος γενικά για την υγεία του και όχι μόνο για τα εμβόλια, αντί να προμηθέψει τις ευάλωτες στον αρνητισμό ομάδες τού πληθυσμού με τα αποτελεσματικά αντίδοτα της ενημέρωσης και της αποβολής του φόβου από τα υπαρκτά επεισόδια παρενεργειών με τη βοήθεια των επιστημόνων, αφού εργαλειοποίησε πολιτικά το εμβόλιο, προαναγγέλλει τώρα απαράδεκτες διακρίσεις, με τη μορφή προνομίων ή κινήτρων, που εντείνουν τις ανισότητες, και στρέφεται με ιδιαίτερο μένος εναντίον των εργαζομένων που δεν έχουν εμβολιαστεί, προλειαίνοντας το έδαφος για επιβολή κυρώσεων, πραγματικών ποινών στην ουσία, προκειμένου να πετύχουν έναν στόχο, που δεν έκαναν καν τον κόπο να σκεφτούν μήπως επιδιώκεται με άλλο τρόπο.
Το κακό είναι ότι βρίσκουν ελάχιστους συμπαραστάτες από το χώρο της νομικής επιστήμης. Κάποιους που σπεύδουν να διατυπώσουν άποψη ευνοϊκή για την κυβερνητική αντίληψη, μιλώντας σαν τυπικοί και ψυχροί ερμηνευτές του γράμματος του νόμου, ενώ θα περίμενε κανείς –μάταια– να μιλήσουν σαν διανοούμενοι, που απευθύνονται σ’ έναν λαό που ζητάει αξίες ζωής και όχι μόνο «πρακτικές» λύσεις.
Κοινωνικός αυτοματισμός
Χαρακτηριστική και επικίνδυνη για τα δημοκρατικά ήθη συνέπεια της κυβερνητικής πολιτικής είναι η κίνηση του συλλόγου εργαζομένων της Alpha Bank να απευθυνθούν στη διοίκηση της εταιρίας και να ζητήσουν από αυτή να επιβάλει αυστηρές κυρώσεις –ακόμη και απόλυση;– στους συναδέλφους τους που δεν έχουν εμβολιαστεί. Εργοδοτικότεροι των εργοδοτών, δεν διακρίνουν άλλες λύσεις την εποχή της βασιλείας της επιστήμης και της τεχνολογίας. Δεν μπορούν να φανταστούν, για παράδειγμα, εφαρμογή της τηλεργασίας όχι για λόγους προστασίας της δημόσιας υγείας ή της… υγείας του εργοδότη, αλλά για λόγους συναδελφικής αλληλεγγύης, ακόμη και απέναντι σ’ αυτούς που δεν την προτάσσουν. Αντί να ανακόψουν μια τέτοια τάση, τα κυβερνητικά στελέχη είναι έτοιμα να την εκθειάσουν.
Σημαίνων πολιτικά και επικοινωνιακά υπουργός της κυβέρνησης, όπως ο κ Γεωργιάδης, αναλαμβάνει να εκλαϊκέψει την κυβερνητική πολιτική. Εργαζόμενοι που δεν εμβολιάζονται, λέει, βάζουν σε κίνδυνο την επιχείρηση και γι’ αυτό επιτρέπεται ο ιδιοκτήτης της να τους απολύσει. Όπως έχει και το δικαίωμα να απαιτεί πιστοποιητικό εμβολιασμού από κάθε υποψήφιο προς πρόσληψη. Αύριο μπορεί να επιβάλουν και μειωμένη αμοιβή ή και απλήρωτη εργασία ως κύρωση ή, αν προτιμάτε, ως αρνητικό κίνητρο… Τι κι αν φωνάζουν οι εργατολόγοι και οι συνταγματολόγοι ότι όλα αυτά αποτελούν επικίνδυνες ακροβασίες, ότι ανοίγουν κερκόπορτες δυσανάλογα επικινδυνότερες από τον κίνδυνο που προτίθενται να αποφύγουν. Τι κι αν κραυγάζει από το ύψος της συνταγματικής κατοχύρωσης η αρχή της αναλογικότητας, ότι δεν μπορούμε να προσβάλλουμε βαρύτατα ένα δικαίωμα, όπως για παράδειγμα το δικαίωμα στην εργασία, προκειμένου να προασπίσουμε ένα δικαίωμα που δεν είναι απροστάτευτο, αντίθετα προστατεύεται με την καραντίνα, με την επιβολή προληπτικών μέτρων (μάσκες, προστατευτικά χωρίσματα…) και υγιεινής στους χώρους εργασίας, με την τακτική διενέργεια τεστ και με τον εμβολιασμό τού πολύ μεγαλύτερου ποσοστού του πληθυσμού. Γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε, ιδίως όταν ανεβαίνουν επικίνδυνα οι τόνοι των κυνηγών κεφαλών, ότι την ανοσία της κοινότητας μπορούμε να την πετύχουμε ακόμα και με ποσοστά αρκετά κάτω του 100%. Αυτή είναι η αλήθεια. Και το πραγματικό ζήτημα είναι πώς θα πετύχουμε το επιδιωκόμενο ποσοστό και όχι πόσα θα θυσιάσουμε στο βωμό της ικανοποίησης μιας μονοφωνίας, που ποτέ δεν ήταν απαραίτητη στη δημοκρατία.