Φάμπιαν Βίρχοφ: Η επόμενη μέρα των εκλογών στη Γερμανία
Καθώς ένας συνασπισμός του SPD με τους Πράσινους και την Αριστερά, υπό τον σημερινό αντικαγκελάριο Ολαφ Σολτς, είναι πιθανός με μαθηματικούς όρους, οι συντηρητικοί, οι φιλελεύθεροι και το AfD πολεμούν με όλες τους τις δυνάμεις αυτή την πιθανότητα τις τελευταίες εβδομάδες, προκαλώντας την οικονομική και πολιτιστική παράλυση της Γερμανίας.
Στην πραγματικότητα, υπάρχει κάποιο κοινό έδαφος ανάμεσα στα τρία κόμματα, όπως η αύξηση του κατώτατου μισθού τουλάχιστον στα 12 ευρώ την ώρα και η υψηλότερη φορολόγηση στα υψηλά εισοδήματα. Υπάρχουν επίσης πολλές αλληλοεπικαλύψεις στον τομέα της προστασίας του κλίματος. Ωστόσο, η απόρριψη από την Αριστερά του ΝΑΤΟ και των στρατιωτικών αποστολών στο εξωτερικό στέκεται εμπόδιο σ’ αυτόν τον συνασπισμό. Ακόμα και εάν ένας συνασπισμός ανάμεσα στο SPD και στο CDU είναι πιθανός τελικά, αυτό το ενδεχόμενο έχει λίγους υποστηρικτές και στα δύο κόμματα. Ενας συνασπισμός ανάμεσα στους Σοσιαλδημοκράτες, τους Πράσινους και τους Φιλελεύθερους είναι επίσης κατανοητός. Ομως εδώ, επίσης, υπάρχουν σημαντικές διαφορές: οι Φιλελεύθεροι απορρίπτουν οριστικά την αύξηση των φόρων.
Κεντρικά θέματα στην προεκλογική καμπάνια υπήρξαν η κλιματική αλλαγή και η αναδιάρθρωση της οικονομίας, η έλλειψη στέγης και τα υψηλά ενοίκια, η κατάσταση των παιδιών και τα κυβερνητικά μέτρα για τον έλεγχο της πανδημίας. Λιγότερο βάρος έπεσε στο ζήτημα της μετανάστευσης και της ασφάλειας.
Το ακροδεξιό AfD δεν παίζει κανέναν ρόλο στα σενάρια του όποιου συνασπισμού. Παρότι έχει αλλάξει από ένα ακροδεξιό λαϊκίστικο σε ένα εξτρεμιστικό ακροδεξιό κόμμα τα τελευταία πέντε χρόνια και σπαράσσεται από οικονομικές ατασθαλίες και εσωτερικές έριδες, καταφέρνει να διατηρεί ένα καλό ποσοστό της τάξης του 10%. Ετσι, στην πραγματικότητα εκπροσωπεί ένα μέρος του πληθυσμού που θεωρεί σωστές τις επιθετικά ρατσιστικές και μισογυνιστικές πολιτικές του. Σε περίπτωση που το κόμμα, όπως προβλέπεται, καταφέρει και πάλι να μπει στη Βουλή, θα διεκδικήσει τη χρηματοδότηση του κομματικού του ιδρύματος. Στη συνέχεια, θα χρησιμοποιήσει τα 50-60 εκατομμύρια ευρώ των φορολογουμένων για να επεκτείνει τις ακροδεξιές δομές του, να εκπαιδεύσει στελέχη και να επηρεάσει την κοινή γνώμη.