Branko Milanovic: Η εύθραυστη ηγεμονία του καπιταλισμού
O Milanovic θεωρεί ως μεγαλύτερο πρόβλημα των σύγχρονων, υπερεμπορευματοποιημένων κοινωνιών την απο-ηθικοποίηση του κοινωνικού καταμερισμού εργασίας. Το laissez-faire του Adam Smith προϋπέθετε την καλλιέργεια ηθικών συναισθημάτων των συμμετεχόντων στην ελεύθερη αγορά, ώστε να εκτυλίσσεται απρόσκοπτα το «ευγενές εμπόριο της συμπάθειας». Η ρύθμιση της αχαλίνωτης αγοράς πλέον δεν μπορεί να στηριχθεί σε εσωτερικευμένους, ηθικούς φραγμούς αυτόνομων ορθολογικών δρώντων με ανεπτυγμένη ενσυναίσθηση στις διατομικές και κοινωνικές τους σχέσεις. Αντιθέτως, επαφίεται μόνο σε νόμους και κανόνες, οι οποίοι, όμως, δεν αντανακλούν τη ρουσσωική «γενική βούληση» αλλά παράγονται από πολιτικούς σε στενή διασύνδεση με την περιουσιοκρατική ελίτ (στον (νεο)φιλελεύθερο, αξιοκρατικό καπιταλισμό) ή από την ίδια την πολιτικο-καπιταλιστική διευθύνουσα τάξη (στον πολιτικό-απολυταρχικό καπιταλισμό).
Η ποσοτικά αυξανόμενη ευημερία, λοιπόν, δεν έχει συνοδευθεί καθόλου από ανάλογη ηθική και πολιτική ανάπτυξη των αγοραίων δρώντων, δηλαδή από την καλλιέργεια των «ανώτερων ηδονών» κατά τον ωφελιμισμό του κανόνα του John Stuart Mill. Αυτή η από-ηθικοποίηση των ολοένα και πιο εμπορευματοποιημένων πτυχών της κοινωνικής ζωής («οι άνθρωποι ως καπιταλιστικά κέντρα παραγωγής», σελ. 254-257) προξενεί μια σειρά από παθογένειες που διαρρηγνύουν την κοινωνική συνοχή και θέτουν υπό αμφισβήτηση τη νομιμοποίηση της πολιτικής εξουσίας.
Στις παθογένειες αυτές συγκαταλέγονται: α) η κανονικοποίηση της διαφθοράς ως αναπότρεπτο στοιχείο του χρηματοπιστωτικού καπιταλισμού, β) η απουσία ισχυρών ανθρώπινων δεσμών για την εύρυθμη λειτουργία των συμβάσεων σε μια εποχή που η «αυτοκρατορία του νόμου» (κατά τη διατύπωση του Dworkin) έχει υποκατασταθεί από την παντοκρατορία των συμβάσεων, γ) η θεσμοποίηση της νοοτροπίας του «λαθρεπιβάτη» στην κοινωνική πολιτική, με τα ευπορότερα στρώματα να καταφεύγουν στην ιδιωτική παροχή κοινωφελών υπηρεσιών, αποστερώντας έτσι το υποχρεωτικό σύστημα δημόσιας κοινωνικής ασφάλισης από τους αναγκαίους πόρους για τη βραχυπρόθεσμη επάρκεια των παροχών και τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητά του.
Η ανάλυση του Milanovic είναι εξαιρετικά τεκμηριωμένη και διεισδυτικά κριτική προς τον κυρίαρχο, υπερεμπορευματοποιημένο καπιταλισμό (είτε με αξιοκρατικό είτε με a priori ιεραρχικό πρόσημο). Εντούτοις, οι προτάσεις του συγγραφέα αρκούνται σε μια εκ των έσω μεταρρύθμιση του συστήματος προς την κατεύθυνση ενός πιο εξισωτικού καπιταλισμού, ο οποίος θα βασίζεται στην ίση κατανομή κεφαλαίου και δεξιοτήτων («ικανοτήτων» κατά τη διάσημη διατύπωση του Amartya Sen) και στη δημοκρατική οργάνωση της παραγωγικής διαδικασίας με ταυτόχρονη διατήρηση της αγοράς ως μοχλού διαρρύθμισης των οικονομικών σχέσεων, προκειμένου να επιτευχθεί το πέρασμα από την τυπική στην πραγματική ισότητα των ευκαιριών.