Βοήθεια στους καλλιτέχνες: «εδώ καράβια χάνονται, βαρκούλες αρμενίζουν»
Πόσες φορές δεν έχω συστηθεί ως «μουσικός» για να λάβω την απάντηση «Ε! Τουλάχιστον κάνεις κάτι που σου αρέσει». Το οποίο μπορεί να έχει τριπλή ανάγνωση: α) «κρίμα, και φαίνεσαι να έχεις δυνατότητες, τουλάχιστον κάνεις κάτι που σου αρέσει» β) «Ε, δεν κάνεις και τίποτα ιδιαίτερο» γ) «Ε! Τουλάχιστον είναι κάτι που σου αρέσει, όχι όπως ο γιατρός κι ο δικηγόρος που το κάνουν καταναγκαστικά» (!!!).
Στη χώρα που τα μοναδικά της βραβεία Νομπέλ είναι στη λογοτεχνία, άμα είσαι καλλιτέχνης «Ε! Τουλάχιστον, κάνεις αυτό που σου αρέσει». Είναι η ίδια χώρα που άμα αποφασίσεις να ασχοληθείς επαγγελματικά με την Τέχνη, θα ακούσεις κάποιον απ’ τον κοντινό σου κύκλο να σου λέει, «ναι αλλά δεν βγάζεις και κάνα πανεπιστήμιο καλού κακού;», λες και το να γίνεις καλλιτέχνης δεν απαιτεί κόπο και μελέτη. Πόσο παράξενο και ωραίο θα ήταν άραγε να ακούγαμε το αντίθετο: «Ξέρεις, θέλω να γίνω μηχανικός», «ναι αλλά δεν βγάζεις και μια δραματική καλού κακού;».
Σε αυτή τη χώρα λοιπόν μη μας φαίνεται περίεργο το ότι δεν ελήφθησαν άμεσα μέτρα προστασίας των καλλιτεχνών. Η θέση που έχει ο καλλιτέχνης και η κοινωνική/οικονομική σημασία του έργου του στη συνείδησή μας είναι οι λόγοι για τους οποίους ο κλάδος των καλλιτεχνών είναι από τους πρώτους που πλήττεται σε περιόδους κρίσης.
Σε αυτό το πλαίσιο ο ρόλος της αστικής τάξης έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, αφού εξ ορισμού αυτή διαθέτει το πολιτιστικό κεφάλαιο ώστε να ενδιαφέρεται για τον πολιτισμό της χώρας εν γένει, για την ύπαρξη εκδηλώσεων, πολιτιστικών κέντρων και θεσμών. Ιδρύει οργανισμούς, στηρίζει με χορηγίες κλπ. αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι ενδιαφέρεται και για την ευημερία των «εργατών» της τέχνης που μοχθούν χωρίς αντάξιο αντίτιμο για την παραγωγή σύγχρονου πολιτισμού.