Εκείνη που δέχτηκε το πιο σκληρό πλήγμα από το AUKUS ήταν η Γαλλία, καθώς είχε υπογράψει το 2016 συμφωνία για παράδοση στην Αυστραλία 12 συμβατικών υποβρυχίων, η οποία φυσικά ακυρώθηκε εν μια νυκτί. Κυριολεκτικά. Ο ακροδεξιός πρωθυπουργός της Αυστραλίας Σκοτ Μόρισον συναντήθηκε με τον Μακρόν στο Ελιζέ, τον Ιούνιο και τον ευχαρίστησε δημοσίως για το πρόγραμμα των γαλλικών υποβρυχίων, ενώ πίσω από την πλάτη του τα είχε ήδη βρει με τους Αμερικανούς και τους Βρετανούς. Η ζημιά για τη Γαλλία δεν είναι τόσο οικονομική (δεν θα φαληρίσει δα η αμυντική της βιομηχανία με την ακύρωση ενός συμβολαίου, αντίθετα η Αυστραλία θα πληρώσει ακριβά που το έσπασε), όσο γεωπολιτική. Όντας η μόνη ευρωπαϊκή χώρα με διαρκή παρουσία στον Ινδοειρηνικό, όπου έχει κάπου δύο εκατομμύρια πολίτες και χιλιάδες στρατιώτες χάρη στις υπερπόντιες κτήσεις της (Νέα Καληδονία, Γαλλική Πολυνησία, Ρεουνιόν), η Γαλλία θεωρούσε ότι κατέχει δικαιωματικά μια προνομιακή θέση στο τραπέζι. Η ώρα της αλήθειας ήρθε και δεν αφορά μόνο τη συγκεκριμένη περιοχή: υπενθυμίζει στη Γαλλία ότι οι στρατιωτικές φιλοδοξίες της και η μεγαλόστομη ρητορική της υπερβαίνουν κατά πολύ τα οικονομικά και πολιτικά της μεγέθη. (...)
η τριμερής αγγλοσαξωνική συμμαχία ήρθε για μία ακόμη φορά να υπογραμμίσει τη γεωπολιτική της αδυναμία και τον κίνδυνο να περιθωριοποιηθεί σε μια διπολική, παγκόσμια αναμέτρηση ΗΠΑ- Κίνας, όπου θα κληθεί να πάρει θέση ως κομπάρσος της Αμερικής. Για να πούμε του στραβού το δίκιο, ο Μακρόν έκρουε τον κώδωνα του κινδύνου από την αρχή της θητείας του και ήταν ίσως ο μόνος ηγέτης ισχυρής ευρωπαϊκής χώρας που δεν είχε αυταπάτες για την εκλογή Μπάιντεν, επιμένοντας στην ανάγκη «στρατηγικής και αμυντικής αυτονομίας της Ευρώπης».
Ωστόσο η ευρωπαϊκή αυτονομία και η ευρωάμυνα είναι τα πιο ανούσια και κουραστικά θέματα για τους δημοσιογράφους του διεθνούς ρεπορτάζ εδώ και πάνω από 20 χρόνια, ένας μιντιακός μονόκερος, τον οποίο κανείς δεν έχει δει και κανείς δεν υπολογίζει σοβαρά ότι θα τον δει στη διάρκεια του βίου του. Ακόμη κι αν αφήσουμε στην άκρη την πολυπληθή Πέμπτη Φάλαγγα των Αμερικανών στην Ευρώπη, η ευρωπαϊκή χειραφέτηση θα προϋπέθετε δύο πράγματα: Κατ’ αρχάς, να δεχτεί η Γαλλία να μοιραστεί (δηλαδή να θέσει υπό ευρωπαϊκή συγκυριαρχία) το αμυντικό της δυναμικό, συμπεριλαμβανομένων των πυρηνικών όπλων, που αποτελεί το βασικό σημείο υπεροχής της, με αντάλλαγμα να δεχτεί η Γερμανία να μοιραστεί την οικονομική ισχύ που εξασφαλίζει, σε μεγάλο βαθμό, απομυζώντας τους ασθενέστερους εταίρους μέσω της ευρωζώνης. Επιπλέον, να βρουν οι Ευρωπαίοι ένα modus vivendi με τη Ρωσία, χωρίς το οποίο κάθε σκέψη για ευρωπαϊκή ανεξαρτησία και ασφάλεια είναι απλά κουβέντα να γίνεται. Και τα δύο φαίνονται να απέχουν έτη φωτός από τη σημερινή πολιτική πραγματικότητα στην Ε.Ε.
Αλλά ακόμη και αν γινόταν στο μέλλον ένα τέτοιο θαύμα, οι ακραιφνείς ευρωπαϊστές θα κάνουν καλά να προσέχουν τι εύχονται γιατί μπορεί να το πάθουν. Μια Ε.Ε. που θα γίνει ανεξάρτητη για να μπορεί να ανταγωνίζεται επί ίσοις όροις με τις ΗΠΑ και την Κίνα για τη διανομή της ιμπεριαλιστικής λείας, μόνο δεινά θα έφερνε στους λαούς της- τους μόνους που μπορούν να αποτρέψουν μια πορεία προς καινούργιους, σκοτεινούς χρόνους. Από μια άποψη, η συγκρότηση του AUKUS θέτει τους Ευρωπαίους ενώπιον ανάλογων διλημμάτων και κινδύνων με την εγκατάσταση πυραύλων Πέρσινγκ-2 και Κρουζ στην Ευρώπη, με στόχευση τη Σοβιετική Ένωση, τη δεκαετία του 1980. Τότε, το μεγάλο αντιπολεμικό κίνημα που ξέσπασε, δεν απέτρεψε τελικά την καθήλωση της Ευρώπης στον τελευταίο τροχό το αμερικανικού άρματος. Ας ελπίσουμε ότι αυτή τη φορά τα πράγματα θα εξελιχθούν αλλιώτικα.